Στην κρίσιμη ψηφοφορία στην ελληνική Βουλή στρέφουν το ενδιαφέρον τους οι γερμανικές εφημερίδες που παρακολουθούν με αμείωτο ενδιαφέρον τις εξελίξεις. «Για μεγάλο χρονικό διάστημα ο Αλέξης Τσίπρας απέφευγε μια αντιπαράθεση με την αριστερή πτέρυγα του Σύριζα. Τώρα όμως του την επέβαλαν», γράφει η εφημερίδα Handelsblatt, σύμφωνα με τη Deutsche Welle, σε ανταπόκρισή της από την Αθήνα με τίτλο «Ο Τσίπρας χάνει το κόμμα του» και σημειώνει: «Πολιτικοί παρατηρητές αναμένουν ότι στο προοίμιο της κρίσιμης ψηφοφορίας στην ελληνική βουλή τα μεσάνυχτα ο πρωθυπουργός θα αντικαταστήσει τους “αντάρτες“ υπουργούς Λαφαζάνη και Στρατούλη. Δύσκολος αντίπαλος για τον Αλ. Τσίπρα είναι και η Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία απορρίπτει τις μεταρρυθμίσεις και ενδέχεται να κάνει ότι περνά από το χέρι της, επικαλούμενη τον κανονισμό της Βουλής για να ματαιώσει την ψηφοφορία. Αναμένεται ότι ο Αλ. Τσίπρας θα καταφέρει να ξεπεράσει τον σκόπελο της ψηφοφορίας με τη βοήθεια της αντιπολίτευσης. Άγνωστό, ωστόσο, τι θα γίνει στη συνέχεια. Η Ελλάδα μοιάζει σήμερα πιο ασταθής από ό,τι στην αρχή της κρίσης. Ο πρωθυπουργός δεν απέκλεισε πάντως χθες ούτε την προσφυγή στις κάλπες». Η Berliner Zeitung, σε άρθρο της με τίτλο «Οι δύσκολες μέρες του Αλ. Τσίπρα», παρατηρεί ότι «οι διαρροές στην ψηφοφορία μπορεί να είναι ακόμα μεγαλύτερες από ό,τι υπολογίζεται, διότι οι μεταρρυθμίσεις θα έχουν άμεσες επιπτώσεις σε μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού. Στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης γίνεται ήδη λόγος για την πιθανότητα απόσχισης της αριστερής πτέρυγας και την ίδρυση κόμματος υπέρ της επιστροφής στην δραχμή». Η TAZ του Βερολίνου σημειώνει σε σχόλιό της: «Για τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι παρά τους όποιους ενδοιασμούς στηρίζουν ακόμα τον πρωθυπουργό, θα ήταν χαστούκι η στήριξη από την μισητή, συντηρητική Νέα Δημοκρατία στην ψηφοφορία σήμερα το βράδυ. Μια κυβέρνηση συνασπισμού με τη Νέα Δημοκρατία θα είχε ούτως ή άλλως μικρή διάρκεια ζωής, ενώ μια κυβέρνηση τεχνοκρατών δεν θα ήταν σε θέση να εγγυηθεί την εφαρμογή του προγράμματος στήριξης της Ελλάδας μέχρι τα μέσα του 2018. Και τα δύο σενάρια θα ενίσχυαν τόσο τη Χρυσή Αυγή όσο και το ΚΚΕ». «Οι πιστωτές της Ελλάδας έχουν μια νέα αγαπημένη λέξη. Ζητούν ownership. Δηλαδή η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να θέλει η ίδια το νέο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που της επιβλήθηκε. Με τρόπο αυτό η πολιτική διάσωσης λαμβάνει οργουελικά χαρακτηριστικά», σημειώνει σε σχόλιό του το Spiegel με τίτλο «Πρώτο καθήκον για την Ελλάδα ο ενθουσιασμός για τις μεταρρυθμίσεις»: «Μετά από δύο αποτυχημένα προγράμματα διάσωσης μέσα σε πέντε χρόνια, δύο αποτυχημένες κυβερνήσεις και ένα ξεκάθαρο ‘όχι’ στο δημοψήφισμα, μπορούμε να πούμε σχεδόν με βεβαιότητα: Η επιλογή να ασκηθούν πιέσεις στην Αθήνα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων καταλήγει τελικά σε αδιέξοδο. Από το γεγονός αυτό οι δανειστές υπό την ηγεσία της Γερμανίας καταλήγουν στο ελαφρώς παρανοϊκό συμπέρασμα ότι στο τρίτο πρόγραμμα τόσο οι απαιτήσεις για μεταρρυθμίσεις όσο και οι απειλές για κυρώσεις πρέπει να ενταθούν. (…) Ποια είναι όμως η εναλλακτική; Προς το παρόν η πλειονότητα των Ελλήνων έχει την αίσθηση ότι πρέπει να καταβάλλει προσπάθειες μόνο και μόνο για να ανταποκριθεί στις παράλογες απαιτήσεις των πιστωτών. Για το λόγο αυτό το ΔΝΤ προτείνει κούρεμα ή τουλάχιστον επιμήκυνση της αποπληρωμής. Τις προτάσεις αυτές θα πρέπει να τις αποδεχθεί επιτέλους το Βερολίνο. Υπό τις παρούσες συνθήκες η διαρροή κεφαλαίων στο εξωτερικό για την αποπληρωμή τόκων και πιστώσεων είναι δηλητήριο για την ελληνική οικονομία. Όταν οι Έλληνες αποκτήσουν και πάλι την αίσθηση ότι εργάζονται για το δικό τους καλό και όχι προς το συμφέρον τον δανειστών, τότε ίσως να πειστούν για την αναγκαιότητα εφαρμογής μεταρρυθμίσεων», καταλήγει το γερμανικό περιοδικό.