Για την παιδική του ηλικία, τη σχέση του με τους γονείς του αλλά και τους ρόλους που επιλέγει μίλησε σε συνέντευξη του ο Κωνσταντίνος Καζάκος ένας ηθοποιός με διακριτικό προφίλ, χωρίς συνεχή παρουσία στα μίντια, χωρίς πολλές συνεντεύξεις και που πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα της εποχής.

Ο γνωστός ηθοποιός φέτος υποδύεται στο μιούζικαλ «Η Παναγία των Παρισίων» του Βίκτορος Ουγκώ τον Κουασιμόδο, έναν ρόλο που είχε υποδυθεί το 1979 και ο πατέρας του Κώστας Καζάκος. Για το αν του δημιουργεί μεγαλύτερη ευθύνη ο ρόλος αυτός απαντά: «Κάθε φορά είναι κάτι διαφορετικό. Είμαι ηθοποιός που ερμηνεύω ελπίζοντας να αφυπνίσω τη συνείδηση του θεατή».

Αυτές και ακόμη περισσότερες πτυχές του χαρακτήρα του αλλά και της προσωπικότητάς του ξεδιπλώνει ο ταλαντούχος καλλιτέχνης μιλώντας στην εφημερίδα «Espresso».

– Πώς ήταν η παιδική σου ηλικία; Πιστεύεις ότι το ταλέντο σου υπάρχει από τότε;

Δεν έχω ιδέα (γελάει). Μου άρεσε πολύ και το θέατρο και η μουσική και ήμουν σίγουρος ότι θα κάνω κάτι που θα έχει σχέση με την καλλιτεχνία. Δεν είχα αποφασίσει όμως τι, και κατέληξα όταν πήγα στρατιώτης, στα είκοσι, και ήταν το θέατρο. Ηταν όμως και οι δύο μεγάλες μου αγάπες, παράλληλες, και συνεχίζουν να είναι.

– Είσαι ένα παιδί που ουσιαστικά μεγάλωσε μέσα στο θέατρο.

Γνώρισα το θέατρο από μέσα και από έξω, γιατί κάθε βράδυ σχεδόν ήμουν στα θέατρα μαζί με τους γονείς μου, οι οποίοι με έπαιρναν μαζί γιατί δεν ήθελαν να είμαι μόνος μου στο σπίτι. Ήταν η παιδική μου χαρά. Τελείωνα τα μαθήματα μου και έφευγα για το θέατρο. Ήταν ένας μαγικός χώρος για τα μάτια ενός παιδιού, αλλά ήξερα πολύ καλά και τις δυσκολίες του από αυτά που έβλεπα εκεί.

 
Ήξερα από μικρός ότι είναι μια πάρα πολύ σκληρή δουλειά και θα πρέπει να έχεις αντοχές και δυνατό στομάχι για να αντέχεις στις φυσικές, τις οικονομικές και τις καλλιτεχνικές κακουχίες. Βέβαια, εμείς οι καλλιτέχνες ήμαστε τυχεροί άνθρωποι γιατί μπορούμε να κάνουμε το χόμπι μας επάγγελμα. Μας πληρώνουν για να κάνουμε κάτι που γουστάρουμε. Αυτό είναι σημαντικό προνόμιο για έναν άνθρωπο και δυστυχώς δεν το έχουν όλοι.

– Πώς ήταν όταν μαθεύτηκε στον χώρο σας ότι ο γιος της Τζένης Καρέζη και του Κώστα Καζάκου θα γίνει ηθοποιός;

Με περιμένανε κι εμένα με τα κουμπούρια! Ηξερα πολύ καλά ότι δεν θα μου συγχωρούσαν λάθη που ενδεχομένως θα το έκαναν σε κάποιον άλλον πρωτοεμφανιζόμενο. Από την άλλη, δεν με ένοιαζε τι θα κάνω ή δεν θα κάνω στο θέατρο γιατί οι άλλοι θα είναι κακοπροαίρετοι μαζί μου… Το έβαλα λοιπόν στην άκρη του μυαλού μου και προχώρησα. Και ας με έκριναν όπως ήθελαν, εγώ θα έκανα αυτό που γούσταρα.

– Πώς και δεν επέλεξες να κάνεις ένα άλλο επάγγελμα για να αποφύγεις τη μεγάλη σύγκριση;

Δεν με ενδιέφερε να κάνω κάτι άλλο. Ηθελα να είμαι ηθοποιός ή μουσικός. Τη στιγμή που επέλεξα να γίνω ηθοποιός, έβαλα στην άκρη τη μουσική για πολλά χρόνια, ωστόσο έπαιζα σε διάφορες μπάντες και τώρα ασχολούμαι ξανά. Γιατί αυτό που ήθελα να κάνω στη μουσική τότε δεν θα είχε καμία τύχη στην Ελλάδα. Ηταν λάθος μου αυτό από την άποψη ότι έπρεπε να τα κάνω και τα δύο.

 Έπρεπε όμως να κάνω μια δουλειά για να ζω, γιατί οι δικοί μου δεν με είχαν ποτέ καλομάθει σε χρήματα. Ο,τι αγόραζα το αγόραζα μόνος μου και αυτό μου έκανε καλό. Δεν μου έλειψε ποτέ τίποτα, αλλά το παραπάνω θα το πλήρωνα πάντα μόνος μου. Όταν πήρα την πρώτη μου κιθάρα, δούλεψα ένα καλοκαίρι στήνοντας σκηνικά και κάνοντας τον κομπάρσο.

– Πού νομίζεις ότι στάθηκες τυχερός;

Δεν υπήρξα πολύ τυχερός στη ζωή μου. Να σου πω την αλήθεια, δεν μου χαρίστηκε ποτέ τίποτα για να πω ότι ήμουν τυχερός γι’ αυτό ή εκείνο. Απεναντίας, ενώ είχα καλές κριτικές για ορισμένα πράγματα που έκανα στο θέατρο και στην τηλεόραση, δεν εισέπραξα ποτέ το αντίστοιχο αντίκρισμα σε σχέση με αυτό που είχα δώσει. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό άνθρωπο. Το αντίθετο.

– Οι γονείς σου σού έδωσαν κάποια συμβουλή για το θέατρο και για τη ζωή που να την έκανες τρόπο ζωής και να την εφάρμοσες;


Να ξυπνάω κάθε μέρα, να κοιτάζω στον καθρέφτη και να χαμογελάω με αυτό που βλέπω. Να είμαι ευχαριστημένος με τον εαυτό μου και να μην κάνω πράγματα που θα με κάνουν να αισθάνομαι άσχημα μετά. Να μην κάνω εκπτώσεις σε θέματα ζωής, που βεβαίως το πλήρωσα επαγγελματικά. Δηλαδή, ποτέ δεν έκανα παρέες με ανθρώπους που θα με βοηθούσαν στη δουλειά μου. Εάν δεν τους γούσταρα, δεν θα τους έκανα παρέα ποτέ. Δεν ήμουν ποτέ σε παρεάκια συγγραφέων, σκηνοθετών και ηθοποιών που έκαναν παρέα και ταυτόχρονα και δουλειές. Αν δεν μου έκαναν, δεν θα τους έκανα παρέα για να εξασφαλίσω την επόμενη δουλειά μου. Δεν με ενδιέφεραν ποτέ οι δημόσιες σχέσεις, τα πιπεράτα θέματα που θέλετε εσείς οι δημοσιογράφοι. Εκλεινα την πόρτα μου και αυτό το έχω πληρώσει. Είμαι αληθινός, αυτό που αισθάνομαι το λέω και δεν το κρύβω. Μπορεί να γίνομαι αντιπαθής αλλά έτσι είμαι. Ξέρω ότι δεν έχω κάνει παραχωρήσεις άλλου τύπου. Είμαι ασυμβίβαστος. Αυτό το έμαθα από τη μάνα μου, ενώ ο πατέρας μου είναι πιο διπλωμάτης.

– Τα μυστικά σου σε ποιον από τους δύο τα έλεγες;

Και στους δύο. Με τους γονείς μου είχα πάντα μια πολύ καλή σχέση. Ημασταν και πολύ καλοί φίλοι. Ο,τι θέμα προέκυπτε στην οικογένεια συμμετείχα κι εγώ και με αντιμετώπιζαν σαν να ήμουν ενήλικος. Ποτέ δεν με θεωρούσαν παιδί και λαμβανόταν η γνώμη μου σοβαρά υπ’ όψιν. Το ίδιο κάνω και εγώ τώρα με την κόρη μου.

– Μοναχογιός, ίσως και χαϊδεμένος. Έφαγες ποτέ ξύλο;

Ξύλο δεν έχω φάει ποτέ, εκτός από μία φορά που είχα κάνει κάτι χοντρό και έφαγα ένα χαστούκι. Μολονότι ήμουν πάρα πολύ άτακτο παιδί, ένα τέρας θα έλεγα, ποτέ δεν σήκωσαν χέρι επάνω μου. Πάντα με την κουβέντα μου έδειχναν ότι αυτό είναι λάθος. Σήμερα πάντως είμαι ένα ήσυχο παιδί (γελάει). Δεν έζησα τίποτα διαφορετικό σε σχέση με ένα άλλο παιδί που μπορεί να μην ήταν γνωστοί οι γονείς του.

– Συγκινείσαι όταν βλέπεις φωτογραφίες ή ταινίες της μητέρας σου;

Εξαρτάται από τη διάθεσή μου τη συγκεκριμένη στιγμή, το πώς θα είμαι την ώρα που θα τις δω. Μου λείπει πολύ και είναι και ένας λόγος που σου είπα ότι δεν είμαι τυχερός.

– Σου αρέσουν οι κωμικοί ρόλοι;


Ναι, πολύ και νομίζω ότι τους έχω κάνει με επιτυχία όσες φορές μου δίνεται η ευκαιρία, γιατί δεν μου δίνεται συχνά. Συνήθως, μου δίνουν τον ρόλο του καλού παιδιού, του ζεν πρεμιέ. Οταν μου δίνουν ρόλους οι οποίοι δεν είναι πολύ κοντά μου, τους κάνω καλύτερα. Στο θέατρο δεν έχω κάνει πολλή κωμωδία, αν και θα ήθελα, αλλά φαίνεται ότι δεν με κόβουν για κωμικό και δεν μου κάνουν προτάσεις.

– Δεν είναι δύσκολο ένας ηθοποιός να κάνει τον κόσμο να γελάσει ειδικά στις μέρες μας;

Η κωμωδία είναι πιο δύσκολη από το δράμα, γιατί πρέπει το κάθε αστείο να εξαργυρώνεται επί τόπου και να υπάρχει το γέλιο. Στο δράμα μπορεί σε μια σκηνή να μην πάει και τόσο καλά, όμως αν οι άλλοι είναι καλοί, στο τέλος θα το πάρεις κι εσύ το χειροκρότημα. Δεν διακόπτει την παράσταση κανείς για χειροκρότημα, πολύ σπάνια, ενώ στην κωμωδία γελάνε και είναι άμεση η ανταπόκριση.

– Κάποτε είχες σκεφθεί να εγκαταλείψεις την Ελλάδα. Ισχύει ακόμα;

Είναι πολύ δύσκολο να εγκαταλείψω την Ελλάδα, γιατί η δουλειά που κάνω στηρίζεται στη γλώσσα. Αν πάω στην Αγγλία ή την Αμερική, θα πρέπει να αναμετρηθώ με ηθοποιούς που μιλάνε τη γλώσσα τους. Είναι αδύνατον να τα καταφέρεις εκεί, θα πρέπει μια ζωή να κάνεις τον ξένο. Δεν είχα πει ποτέ ότι θα εγκαταλείψω τη χώρα μας, είχε παρερμηνευτεί λίγο αυτό. Είχα πει, ναι, το σκεφτόμουν, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση. Μπορεί να έφευγα αν τα πράγματα με ζόριζαν περισσότερο και να άλλαζα ακόμα και δουλειά. Το να πουλάω σουβλάκια δεν έχω κανένα πρόβλημα με αυτό. Αλλά εδώ είναι ο τόπος μου και τον αγαπώ πολύ.

-Είσαι αισιόδοξο άτομο;


Όχι, δεν είμαι καθόλου, πάμε κατά διαόλου.

– Περιμένεις και δεύτερο παιδί;

 
Όταν θα είναι, θα σου το πω.

– Τι σε κέρδισε στη γυναίκα σου, την Ιωάννα;

Είναι ένα πάρα πολύ χαρισματικό άτομο, πολύ όμορφη και πολύ καλή σύντροφος. Οσο περνάει ο καιρός αγαπιόμαστε και πιο πολύ.
«Ο ρόλος απαιτεί πολύ μεγάλη φυσική αντοχή, γιατί είμαι συνέχεια με λυγισμένα γόνατα, σκυφτός, φοράω όλο αυτό το μέικ απ και με κάνει να σκάω από τη ζέστη, αλλά παίρνω ικανοποίηση».

«Ένας γίγαντας που τον κολλήσανε στραβά»

– Τον ίδιο ρόλο του Κουασιμόδου που έχεις στην «Παναγία των Παρισίων» τον είχε παίξει το 1979 και ο πατέρας σου…

Ο Κουασιμόδος είναι από τους αγαπημένους μου ρόλους και ήρωας, και νομίζω ότι όλοι οι ηθοποιοί θα ήθελαν να κάνουν αυτόν τον χαρακτήρα. Παρ’ όλο που στην όψη είναι ένα τέρας, εσωτερικά είναι «ο πιο άνθρωπος» που είναι επάνω στη σκηνή. Είναι ένας γίγαντας που έπεσε και έσπασε και μετά τον κολλήσανε στραβά, έτσι λέει ο Βίκτωρ Ουγκώ, γι’ αυτό και έχει καρδιά μικρού παιδιού. Είναι δύσκολος ρόλος και απαιτεί πολύ μεγάλη φυσική αντοχή, γιατί είμαι συνέχεια με λυγισμένα γόνατα, σκυφτός, φοράω όλο αυτό το μέικ απ και με κάνει να σκάω από τη ζέστη, αλλά παίρνω ικανοποίηση από αυτό που κάνω και δεν το σκέφτομαι.

– Θα σου κάνει κριτική μετά ο πατέρας σου;

Πάντα μετράει η γνώμη του πατέρα μου. Κάνουμε κριτική ο ένας στον άλλον. Είναι ένας άνθρωπος που τον εκτιμώ βαθύτατα και νομίζω και αυτός το ίδιο και ακούω τι θα μου πει. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα το ακολουθήσω πάντα, αν διαφωνώ, θα κάνω του κεφαλιού μου.

«Είμαι κιθαρίστας και δεν είμαι ουρανοκατέβατος»

– Τα περισσότερα τραγούδια του τελευταίου σου δίσκου «Είμαι εγώ» έχουν επηρεαστεί από την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας και βγάζουν οργή…

 Έφτιαξα μόνος μου τον δίσκο «Είμαι εγώ». Τον πλήρωσα εξ ολοκλήρου μόνος μου. Δεν ήθελα κανένας να μου πει τι να κάνω. Ξέρεις, θα ήταν πολύ εύκολο οι άνθρωποι του χώρου να πουν «α, άλλος ένας ηθοποιός που θέλει να γίνει τραγουδιστής», γιατί υπάρχουν αρκετοί τέτοιοι τώρα. Απλώς, θέλω να τους πω ότι εγώ δεν είμαι τέτοια περίπτωση. Κατ’ αρχάς, δεν είμαι τραγουδιστής, είμαι κιθαρίστας. Ένας κιθαρίστας που τραγουδάει. Δεν είμαι ουρανοκατέβατος. Κάνω μουσική από τα δεκατρία μου. Όσον αφορά τα τραγούδια μου, φαντάσου ότι ήταν γραμμένα πολύ πριν σκάσει η βόμβα με τα μνημόνια.

Δεν ξέρω, είχα προβλέψει το κακό; Είναι μια κατάσταση που με εξαγριώνει προσωπικά, με βγάζει έξω από τα ρούχα μου. Όλοι αυτοί που έχουν κυβερνήσει όλα αυτά τα χρόνια έχουν ξεπουλήσει τα πάντα, για όνομα του Θεού. Πρέπει να λογοδοτήσουν για όλα αυτά που έκαναν στη χώρα μας. Κάποτε, πρέπει αυτό να τελειώσει. Έχουμε χάσει σαν λαός την αξιοπρέπειά μας.