Συχνά παρατηρούμε τη διαφορετική στάση των ανθρώπων απέναντι σε εορτές που συμβολίζουν το πέρασμα του χρόνου (γενέθλια, πρωτοχρονιά, επέτειοι). Άλλοι νιώθουν ικανοποίηση, ενώ σε άλλους ανθρώπους φέρνουν μελαγχολική διάθεση. Ο φόβος του χρόνου που περνά, δεν είναι κάτι παράλογο, καθώς ο άνθρωπος είναι ένα ον που έχει συνείδηση του τέλους της ύπαρξής του. Παρόλα αυτά, πολλοί άνθρωποι εστιάζουν σε αυτό το τέλος, χάνοντας την ουσία της ύπαρξής τους.

Αντίθετα, βλέπουμε παραδείγματα ανθρώπων οι οποίοι σε μεγάλη ηλικία παραμένουν υπερδραστήριοι. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν σε αυτούς τους τελευταίους υπάρχει κάποιο κοινό χαρακτηριστικό που καθορίζει τη στάση τους απέναντι στη ζωή.

Σε ανθρώπους οι οποίοι έχουν ξεπεράσει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας, όπως ο καρκίνος, συχνά παρατηρείται μία ιδιαίτερα αισιόδοξη στάση απέναντι στη ζωή. Οι άνθρωποι αυτοί αρχίζουν να εστιάζουν περισσότερο στο να εκμεταλλευτούν δημιουργικά τον προσωπικό τους χρόνο, την επαφή με άλλους ανθρώπους, και λιγότερο σε ότι θεωρούσαν μέχρι το σημείο εκείνο ως υποχρέωσή τους απέναντι στους «άλλους».

Η ατελείωτη διεκδίκηση των υλικών αγαθών, τους φαντάζει πλέον μάταιη και σπατάλη χρόνου, η οποία δεν προσφέρει ψυχική ικανοποίηση. Οι ατελείωτες ώρες εργασίας, οι οποίες μπορεί να τους στερούσαν τον χρόνο με την οικογένειά τους, μάταιες. Οι άνθρωποι αυτοί, ακόμη και μεγάλης ηλικίας, συχνά παρουσιάζουν μία δεύτερη νεότητα και δραστηριοποίηση σε πολλούς τομείς ενδιαφερόντων.

Επιστημονικά θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε την αλλαγή αυτή της συμπεριφοράς λέγοντας ότι μία τόσο συγκλονιστική εμπειρία, μειώνει το άγχος που προκαλούν οι διάφοροι ρόλοι που αναλαμβάνει ένας άνθρωπος στη ζωή του (πχ μητέρα, εργαζόμενη, νοικοκυρά, σύντροφος).

Παρ’ ότι το άτομο επιθυμεί να ανταποκριθεί σε αυτούς τους ρόλους, αυτό δε σημαίνει ότι δεν το φθείρουν ψυχικά, καθώς παραμελεί ασυναίσθητα, δραστηριότητες που θα του προσέφεραν συναισθηματική ικανοποίηση.

Μπορούμε να πούμε λοιπόν ότι ο φόβος του γήρατος προκύπτει από μία ασυνείδητη ή και συνειδητή μερικές φορές, έλλειψη ικανοποίησης, από την καθημερινή ζωή. Η ικανοποίηση αυτή δεν «πηγάζει» τόσο από την επαγγελματική επιτυχία.

Αντιθέτως, η υπερβολική προσήλωση του άντρα, για παράδειγμα στην επαγγελματική του καθιέρωση, σημαίνει συχνά ταυτόχρονα μία παραμέληση της επαφής με την οικογένειά του και την ουσιαστική «απουσία» του ρόλου του ως πατέρα, η οποία δεν αντικαθίσταται στα παιδιά με την παροχή υλικών αγαθών.

Στη γυναίκα, μεγαλώνοντας, αλλάζει ο ρόλος από κόρη σε σύντροφο και μητέρα. Η έμφαση στην ενασχόληση με τη φυσική της εμφάνιση είναι ένα χαρακτηριστικό με βιολογική σκοπιμότητα, την «προσέλκυση» του συντρόφου με σκοπό την αναπαραγωγή. Δεν είναι σπάνιο όμως το φαινόμενο, καθώς δημιουργεί τη δική της οικογένεια, να παραμελείται από το σύντροφό της, ειδικά μετά τη γέννηση ενός παιδιού. Πρόκειται για ένα ασυνείδητο λάθος που γίνεται από τους άνδρες, δίνοντας έμφαση στο κυνήγι της επαγγελματικής επιτυχίας.

Έτσι, η γυναίκα βρίσκεται σε μία πολλαπλότητα ρόλων, φροντίδας του παιδιού, του συντρόφου, εργαζόμενη, χωρίς χρόνο για τον εαυτό της, προκειμένου να μη νιώσει ασφυξία από ένα πλήθος υποχρεώσεων.

Η ικανοποίηση από τη ζωή της δεν αρκεί εφόσον αντλείται μόνο από τη φροντίδα των άλλων και την παραμέληση δραστηριοτήτων που δίνουν στον εαυτό ψυχική ικανοποίηση. Συχνά η γυναίκα δυσκολεύεται να το κάνει αυτό, διότι μπορεί να νιώσει τύψεις ως μητέρα, και σύντροφος.

Δεν είμαστε όμως μόνο γονείς, είμαστε και άνθρωποι και η ύπαρξη μόνο υποχρεώσεων είναι αναπόφευκτο να οδηγήσει σε μία ψυχική κούραση και αίσθηση πρόωρου γήρατος.

Ο απολογισμός μιας ζωής η οποία αφιερώθηκε αποκλειστικά στη φροντίδα των άλλων φέρνει συνήθως θλίψη στο άτομο αυτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να κάνουμε μία εκτίμηση της ποιότητας της ζωής μας και της συναισθηματικής μας διάθεσης, το αντίθετο μάλιστα.

Πρέπει να τονίσουμε ότι η συναισθηματική μας διάθεση επηρεάζει την αντίληψή μας για τον χρόνο που περνά. Όλοι οι άνθρωποι μπορούν να σκεφτούν κάποια χρονική περίοδο, όπου ήταν ερωτευμένοι, και όταν βρίσκονταν με τον σύντροφό τους, είχαν την αίσθηση, ότι ο χρόνος μαζί του περνούσε πολύ γρήγορα. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες καταστάσεις που είναι ιδιαίτερα ευχάριστες. Η αίσθηση είναι ότι ο χρόνος περνά πολύ γρήγορα.

Αντίθετα, σε δυσάρεστες καταστάσεις, ή όταν απλά βαριόμαστε, η αίσθηση είναι ότι ο χρόνος δεν κυλάει με τίποτα. Όταν χωρίς να το αντιληφθούμε, απλά ακολουθούμε τις συνθήκες που φέρνει η καθημερινότητα, θεωρώντας ότι είναι αδύνατον να τις αλλάξουμε, και απλά ανταποκρινόμαστε σε αυτές σαν ρομπότ, είναι επόμενο να βιώνουμε άγχος, μελαγχολία ή και κατάθλιψη, συνέπεια της ανικανότητας που νιώθουμε να αντιδράσουμε.

Το οξύ και παρατεταμένο άγχος της επιβίωσης, σταδιακά οδηγεί όλο και περισσότερους ανθρώπους σε μελαγχολία ή κατάθλιψη. Οι εορτές εντείνουν σε πολλούς αυτή την διάθεση καθώς φέρνουν ένα «υποχρεωτικό» κλίμα χαράς. Προκαλούν επίσης σκέψεις γύρω από το παρελθόν σε ανάλογη εποχή, οι οποίες επηρεάζουν περισσότερο αρνητικά τη συναισθηματική διάθεση.

Χαρακτηριστικά αυτής της μελαγχολίας είναι η καταθλιπτική διάθεση, η μείωση της ενεργητικότητας, ψυχοσωματικά συμπτώματα, αδυναμία συγκέντρωσης, όλο και μεγαλύτερο «κλείσιμο» στον εαυτό, υπνηλία, έλλειψη διάθεσης επαφής με ανθρώπους κλπ. Η αίσθηση της κούρασης, σωματικής και ψυχικής, του «γερασμένου» ανθρώπου είναι εμφανής σε πολλούς συνανθρώπους μας, καθώς το μυαλό μας δε «βλέπει» διαφυγή από την κατάσταση αυτή. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η συναισθηματική μας διάθεση προκύπτει από τις σκέψεις που κάνουμε. Άλλοι άνθρωποι απελπίζονται καθώς αντιμετωπίζουν οφειλές και χρέη, νιώθοντας ενοχές, και άλλοι άνθρωποι αδιαφορούν απέναντι σε αυτές, καθώς προτεραιότητα έχει η επιβίωση της οικογένειάς τους, και όχι οι οφειλές τους.

Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε έγκαιρα ότι δεν πρέπει να αγνοήσουμε την προσωπική μας ψυχαγωγία σε τέτοιες στιγμές και να εντείνουμε την επαφή με φίλους. Η απόσυρση και το κλείσιμο στο σπίτι, λόγω περικοπών αυξάνουν την καταθλιπτική διάθεση και το άγχος και απειλούν την υγεία μας.

Οι άνθρωποι λοιπόν που νιώθουν ότι ‘γερνούν’, μπορούν να το αλλάξουν αυτό. Δεν οφείλεται στα χρόνια που περνούν και τα κεριά που θα σβήσουν σε μία τούρτα…

Πηγή: iatronet.gr, nvakondios.gr
Βακόνδιος Νικόλαος, Ψυχολόγος, πτυχιούχος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης