Ο Μποστ δεν είχε γίνει ποτέ δεκτός από το σωματείο του, την ΕΣΗΕΑ, εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Μια μορφή αποκατάστασης της αδικίας αποτελεί η έκθεση «CHERCHEZ ΝΑ ΦΑΜ! Ο Μποστ του Τύπου», που εγκαινιάζεται απόψε στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς, σε συνεργασία με το Μορφωτικό Ιδρυμα της ΕΣΗΕΑ.
Το αφιέρωμα επικεντρώνεται στη γελοιογραφική σάτιρα του Μποστ, στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο, την περίοδο 1950-1980.

Η σάτιρα του Μέντη Μποσταντζόγλου (1918-1995), που έγινε γνωστός με το ψευδώνυμο Μποστ, προβάλλει επίκαιρη όσο ποτέ, μέσα από τη διαχρονικότητά της. Οι περιθωριοποιημένοι και εξαντλημένοι διάσημοι ήρωές του, Μαμά Ελλάς, Πειναλέων και Ανεργίτσα, που δεν παραιτούνται ποτέ από το δικαίωμά τους να διεκδικούν, έχουν την πρωτοκαθεδρία στην έκθεση.

Η πρώτη, η Μαμά Ελλάς, είναι μια διαχρονική ηρωίδα που εμφανίζεται μετά την Επανάσταση του 1821, αρχαιοπρεπής αλλά φτωχοντυμένη και εξαθλιωμένη. Τα δύο της παιδιά, ο Πειναλέων και η Ανεργίτσα, «γεννήθηκαν» τη δεκαετία του ΄50, στα χρόνια της πείνας, της μετανάστευσης, των δανείων και της ανεργίας.

Σκίτσα και δύο λόγια γραμμένα επίτηδες ανορθόγραφα συμπυκνώνουν τη φιλοσοφία του Μποστ για τη βαθύτερη ουσία του δημόσιου βίου. Ο Λεωνίδας Κύρκος είχε πει: «Στα σκίτσα του, ο Μποστ τοποθετεί την πολιτική σε μια μεγάλη λαϊκή σκηνή».

Τα έργα παρουσιάζονται μεγεθυμένα, σε διάσταση 50Χ70 εκ. (σε τέτοιο μέγεθος τα σχεδίαζε) και σε ψηφιακή αναπαραγωγή. Κι αυτό γιατί το έργο του, της πιο γόνιμης περιόδου του, 1959-1966, κατασχέθηκε από την απριλιανή δικτατορία κι έχουν χαθεί.

«Με την έλευση της δικτατορίας το 1967, ο πατέρας μου σταμάτησε ουσιαστικά να κάνει σκίτσα» λέει ο γιος του, γραφίστας Κώστας Μποσταντζόγλου, και θυμάται: «Μπήκε ένα βράδυ η Ασφάλεια και πήρε τα πάντα. Πήραν ολόκληρο το αρχείο του, που περιείχε από τα πρώτα του σκίτσα σε εφημερίδα ακόμα και τα σχέδιά του της Σχολής Καλών Τεχνών. Μέχρι και τον “Επιτάφιο” του Περικλή πήραν από τη βιβλιοθήκη, γιατί νόμιζαν ότι είναι το έργο του Θεοδωράκη. Αργότερα ήρθε ένας αστυνομικός και επιχείρησε να του τα πουλήσει. Ο πατέρας μου έκανε καταγγελία στο αστυνομικό τμήμα. Έκτοτε η τύχη των σκίτσων αγνοείται. Λόγω των πολιτικών γελοιογραφιών του υπέστη διώξεις και επανειλημμένα μηνύσεις. Μετά τη δικτατορία συνέχισαν οι… κατασχέσεις, όμως από φίλους δημοσιογράφους και πάντα με την έγκριση του Μποστ».

Στην έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, ο επισκέπτης έχει επίσης την ευκαιρία να δει το πρωτότυπο δακτυλόγραφο του έργου «Όμορφη Πόλη», που έγραψε μαζί με τον Θεοδωράκη και είχε επιμεληθεί τα σκηνικά και κοστούμια της ιστορικής παράστασης, τη γραφομηχανή του, την παλέτα του, τα γυαλιά του και αλλά προσωπικά του αντικείμενα. Πρωτότυπα σκίτσα, εκδόσεις έργων του, σχέδια για πίνακες, κοστούμια ή διαφημίσεις που μαρτυρούν την πολυσχιδή προσωπικότητα του Μποστ.

Οι σύγχρονοι γελοιογράφοι τιμούν στην έκθεση τον «πατέρα όλων των σύγχρονων γελοιογράφων», όπως λέει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Σκιτσογράφων, Ηλίας Μακρής. «Αν κανείς δεν του έμοιασε, δεν είναι λόγω έλλειψης ταλέντου, αλλά γιατί το αποτύπωμα του Μποστ είναι τόσο ολοκληρωμένο που τον κάνει μοναδικό» παρατηρεί.

Αφιερώνεται, λέει η Φανή Πετραλιά, «σε έναν δικό μας άνθρωπο, που σε άγριους καιρούς η ΕΣΗΕΑ δεν τον έκανε ποτέ μέλος της. Στα εκθέματα είναι κι ένα σπάνιο σκίτσο, που το υπογράφει ως Μη μέλος. Έχουμε πολλούς καλούς σκιτσογράφους, με έργο συναρπαστικό. Η δουλειά τους είναι από τη φύση της εφήμερη. Κάποιων το έργο διαρκεί. Αυτός είναι ο Μποστ που παραμένει πάντα επίκαιρος».

Επιμελήτρια της έκθεσης και των παράλληλων προγραμμάτων, που οργανώνονται, είναι η θεατρολόγος Μαρίνα Κοτζαμάνη, κόρη της ιστορικού τέχνης, Μαρίας Κοτζαμάνη, η οποία χάθηκε πρόσφατα. Η ιδέα της έκθεσης για τον Μποστ ήταν δική της και αφιερώνεται στη μνήμη της.

Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 19 Μαΐου.