Ακόμα και στο μέσο της σχολικής περιόδου εξακολουθούν να υπάρχουν 1.600 κενά εκπαιδευτικών και για πρώτη φορά παρατηρείται το φαινόμενο να κινδυνεύουν μαθητές/μαθήτριες να αποκλειστούν από τις εξετάσεις λόγω της άρνησης της πολιτείας να καλύψει τα κενά ακόμα και σε βασικά μαθήματα.

Τα παραπάνω ανέφερε ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ, Νίκος Παπαχρήστος, σε συνάντηση του Δ.Σ. της ομοσπονδίας με αντιπροσωπεία της μεγαλύτερης ομοσπονδίας εκπαιδευτικών της Γερμανίας, της GEW, στην οποία συμμετείχαν ο πρόεδρος Ulrich Thöne και ο υπεύθυνος διεθνών σχέσεων Manfred Brinkmann. Από την πλευρά της ΟΛΜΕ συμμετείχαν μέλη του Δ.Σ. και του ΚΕ.ΜΕ.ΤΕ.

Η συζήτηση επικεντρώθηκε στα κοινά προβλήματα που απασχολούν τους εκπαιδευτικούς στις δύο χώρες αλλά και ευρύτερα τους εργαζομένους σε όλη την Ευρώπη.

Ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ Νίκος Παπαχρήστος τόνισε επίσης στο καλωσόρισμά του τη σημαντική συμβολή της Ομοσπονδίας Γερμανών Εκπαιδευτικών GEW στη διαμόρφωση μιας αντικειμενικής εικόνας στην Ευρώπη σχετικά με τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική εκπαίδευση. Ευχαρίστησε τον πρόεδρο της GEW από μέρους της ΟΛΜΕ για τη συμπαράστασή του και ευχήθηκε να συνεχιστεί η συνεργασία των δύο εκπαιδευτικών οργανώσεων.

Αναφέρθηκε επίσης στα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές/μαθήτριες των σχολείων, όπως τον υποσιτισμό και την ενίσχυση της διαρροής κατά την υποχρεωτική εκπαίδευση. Σοβαρά προβλήματα, ανέφερε, αντιμετωπίζουν και οι εκπαιδευτικοί στην Ελλάδα, ιδίως οι νεοδιόριστοι, που υποχρεώνονται συχνά με μισθό 900 ευρώ να μετοικήσουν κάτω από δύσκολες συνθήκες στον τόπο διορισμού τους.

Επισήμανε, τέλος, το μεγάλο πρόβλημα της ανεργίας, που οδηγεί αναγκαστικά στη μετανάστευση ικανών και καλά καταρτισμένων επιστημόνων, που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία της χώρας.

«Χρειαζόμαστε ένα σύγχρονο Σχέδιο Μάρσαλ»

Ο πρόεδρος της Γερμανικής Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών GEW ανέφερε ότι με μεγάλη χαρά αποδέχτηκε την πρόσκληση της ΟΛΜΕ και είναι πεποίθησή του ότι οι εργαζόμενοι των χωρών της εκπαίδευσης και ιδιαίτερα οι εκπαιδευτικοί μέσα από το διάλογο και τη συνεργασία, μπορούν να βρουν λύσεις για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.

Κατανοώντας τα προβλήματα που ταλανίζουν το τελευταίο διάστημα τις χώρες της Ευρώπης εξαιτίας της κρίσης, τόνισε ότι αν στόχος μας είναι να σωθεί η Ευρώπη πρέπει όλοι μαζί να συνεργαστούμε, εγκαταλείποντας τα στερεότυπα και τους μύθους που μας κρατούν διαιρεμένους.

Τα προβλήματα που με ιδιαίτερη ένταση αντιμετωπίζει η Ελλάδα και άλλες χώρες της Ευρώπης, όπως ανέφερε, αν δεν βρουν σύντομα λύσεις, θα οδηγήσουν στην επέκταση της κρίσης με την ίδια ένταση και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Οι εργαζόμενοι της Ευρώπης χρειάζονται ένα νέο όραμα για την Ευρώπη, που δεν θα βασίζεται στη διαχείριση της υπάρχουσας κρίσης και στην ύφεση, αλλά στην ανάπτυξη.

«Χρειαζόμαστε ένα σύγχρονο Σχέδιο Μάρσαλ», τόνισε, και προς αυτή την κατεύθυνση εργάστηκαν συστηματικά τα συνδικάτα των εργαζομένων στην Ευρώπη. Για να δοθεί ώθηση στην οικονομία απαιτούνται αυτή τη στιγμή άμεσα επενδύσεις και δημιουργία θέσεων εργασίας, ώστε να ανθίσει η οικονομία, να περιοριστεί η ανεργία και να προκύψουν περαιτέρω πόροι για τη διατήρηση και ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, όπως και της εκπαίδευσης.

Οι αναγκαίοι πόροι για την εφαρμογή ενός τέτοιου σχεδίου, εξήγησε, μπορούν να εξοικονομηθούν είτε από τη φορολόγηση του μεγάλου κεφαλαίου (σε ποσοστό 3%) είτε από την έκδοση ενός ομολόγου για το σκοπό αυτό.
Το βέβαιο είναι ότι εναλλακτικές λύσεις και διέξοδοι υπάρχουν απέναντι στον «μονόδρομο» που προσπαθούν να επιβάλουν στους λαούς της Ευρώπης οι υποστηρικτές της τρέχουσας πολιτικής, και πρέπει να εργαστούμε συστηματικά οι εργαζόμενοι των χωρών της Ευρώπης προς αυτή την κατεύθυνση.

Ιδιαίτερα ενόψει των Ευρωεκλογών του 2014, ανέφερε, δίνεται η δυνατότητα να αναζητηθεί μια άλλη Ευρώπη, της ανάπτυξης της προόδου και της δημοκρατίας, που θα σέβεται τα δικαιώματα των εργαζομένων, θα παρέχει εργασία με θετικούς όρους για τους εργαζομένους και θα εξασφαλίζει τις απαραίτητες κοινωνικές παροχές και την ευημερία σε όλους τους πολίτες.

Αναφερόμενος στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική εκπαίδευση επισήμανε ότι και η Γερμανία αντιμετωπίζει ανάλογα προβλήματα, προφανώς διαφορετικής έντασης, που ξεκινούν ωστόσο από την ίδια πολιτική, των περικοπών στη δημόσια εκπαίδευση.

Ανέφερε παραδειγματικά ότι οι δαπάνες για την εκπαίδευση στην Γερμανία είναι ανεπαρκείς, χωρίς να προσεγγίζουν το 2,5% του αντίστοιχου ποσοστού στην Ελλάδα, και αυτό γεννά προβλήματα και στη Γερμανία, όπως τα μεγάλα ποσοστά λειτουργικού αναλφαβητισμού, καθώς 7.5 εκατομμ. πολίτες ηλικίας 14-64 ετών είναι στη Γερμανία λειτουργικά αναλφάβητοι, πράγμα που οδηγεί μεγάλο μέρος αυτών στον κοινωνικό αποκλεισμό. Επίσης, προσέθεσε ότι 1,5 εκατ. νέοι ηλικίας 22-30 ετών στερούνται των απαραίτητων μορφωτικών εφοδίων για επαγγελματική ένταξη, ενώ την ίδια στιγμή αναζητείται σε άλλες χώρες η κάλυψη των κενών σε εξειδικευμένους επιστήμονες και επαγγελματίες.

Σχολιάζοντας το πρόβλημα του υποσιτισμού στην Ελλάδα τόνισε ότι είναι ευθύνη της πολιτείας να διασφαλίσει τη στοιχειώδη διατροφή των παιδιών στο πλαίσιο του σχολείου, που είναι άλλωστε και δικαίωμα κάθε παιδιού, ώστε να μην παρεμποδίζεται εξαιτίας της ανέχειας και η μόρφωσή τους.

Ο Manfred Brinkmann, υπεύθυνος Διεθνών Σχέσεων της GEW, τόνισε ότι σε όλη τη Ευρώπη ο προβληματισμός των εργαζομένων στην εκπαίδευση είναι κοινός και η ανάγκη της συνεργασίας για την αντιμετώπιση των προβλημάτων προφανής. Υποστήριξε ότι ένα θετικό στοιχείο που επέφερε η κρίση ήταν η συνειδητοποίηση της ανάγκης για ενότητα και συνεργασία σε ευρωπαϊκή κλίμακα.

Η συνάντηση έκλεισε με την έκφραση της ομόθυμης διάθεσης η συνεργασία αυτή να συνεχιστεί προς όφελος και των δύο πλευρών.