Η μία μετά την άλλη οι συστημικές τράπεζες καταφεύγουν στον έκτακτο μηχανισμό ELA εξαιτίας της επιδείνωσης των συνθηκών ρευστότητας.

Την Πέμπτη Alpha Bank και η Eurobank, υπέβαλαν αίτημα ενώ χθες ακολούθησε και η Τράπεζα Πειραιώς, σύμφωνα με την Καθημερινή.

Προς το παρόν, η Εθνική Τράπεζα δεν έχει υποβάλει αίτημα και, σύμφωνα με εκπρόσωπό της, «δεν έχει σχεδιασμό προσφυγής στον ELA».

Οι τράπεζες θέλουν να έχουν διαθέσιμες όλες τις εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης για να αξιοποιηθούν αν χρειαστεί, καθώς είναι πιθανό η αβεβαιότητα να συνεχιστεί και μετά τις εκλογές, τουλάχιστον μέχρι την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την έκβαση της διαπραγμάτευσης της νέας κυβέρνησης με τους εταίρους. Σημειώνεται πάντως ότι μέχρι στιγμής καμία τράπεζα δεν έχει κάνει χρήση του ELA.

Σύμφωνα με πηγές της Alpha Bank, η αίτηση για την άντληση ρευστότητας μέσω ELA γίνεται για καθαρά προληπτικούς λόγους, δεδομένου μάλιστα πως η ενεργοποίηση του μηχανισμού απαιτεί αρκετές ημέρες. Οπως σημειώνουν, η μείωση ρευστότητας εξαιτίας των εντόκων γραμματίων που εκδίδει το Δημόσιο και η μείωση των καταθέσεων επιβάλλουν για λόγους συντηρητικής διαχείρισης την ενεργοποίηση κάθε διαθέσιμης πηγής ρευστότητας, ώστε να μπορεί να γίνει χρήση εφόσον χρειαστεί. Ανάλογους λόγους επικαλούνται και στελέχη της Eurobank, ενώ αναλυτές σημειώνουν ότι μια πρόσθετη αιτία πίεσης, ειδικά για τη Eurobank, είναι η μεγάλη πτώση του ευρώ έναντι του ελβετικού φράγκου, καθώς η τράπεζα είχε πραγματοποιήσει σημαντικές χορηγήσεις στεγαστικών δανείων με νόμισμα αναφοράς το ελβετικό φράγκο.

Η μείωση των καταθέσεων, οι εκδόσεις εντόκων γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου και η μη ανανέωση συναλλαγών που είχαν πραγματοποιηθεί στη διατραπεζική αγορά αποτελούν τις βασικές αιτίες για τον περιορισμό της ρευστότητας τις τελευταίες εβδομάδες. Αναλυτικότερα, τον περασμένο Δεκέμβριο οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 3 δισ. ευρώ, ενώ τον Ιανουάριο οι απώλειες συνεχίζονται με μεγαλύτερη ένταση, αλλά -όπως σημειώνουν οι τράπεζες- αντιμετωπίζονται. Μεγάλη αφαίμαξη στη ρευστότητα, που επιτάχυνε την προσφυγή των τραπεζών στον ELA, προκαλούν οι αλλεπάλληλες εκδόσεις εντόκων γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου. Τον περασμένο Νοέμβριο, το Δημόσιο άντλησε μέσω εντόκων 2,75 δισ. ευρώ, τον Δεκέμβριο 3,25 δισ. ευρώ, ενώ μέχρι στιγμής τον Ιανουάριο 2,7 δισ. ευρώ. Από τα παραπάνω ποσά σημαντικό τμήμα –σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζών ποσό 3 δισ. ευρώ– ήταν στα χέρια ξένων επενδυτών, οι οποίοι δεν τα ανανεώνουν και τα οποία τελικά αγοράζονται από τις εγχώριες τράπεζες.

Ο ELA βαρύνεται με σημαντικά υψηλότερο κόστος, επιτόκιο 1,55% έναντι επιτοκίου 0,05% με το οποίο δίδεται η βασική χρηματοδότηση, εξέλιξη που θα επιδεινώσει αισθητά το κόστος του χρήματος και τα έσοδα των τραπεζών. Τα αιτήματα των τραπεζών για τη λήψη έκτακτης ρευστότητας αναμένεται να συζητηθούν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) την ερχόμενη Τετάρτη. Ο ELA χορηγείται ύστερα από έγκριση της ΕΚΤ αλλά βρίσκεται υπό την ευθύνη της εθνικής κεντρικής τράπεζας, δηλαδή στην περίπτωσή μας της ΤτΕ. Ο ELA δίνεται μόνο σε βιώσιμες τράπεζες, ενώ είναι απαραίτητη η παροχή εγγυήσεων, ωστόσο χαμηλότερης ποιότητας. Ετσι π.χ. χαρτοφυλάκια στεγαστικών δανείων, που η ΕΚΤ δεν θεωρεί επιλέξιμα για να χορηγήσει βασική χρηματοδότηση, μπορούν να γίνουν δεκτά για χρηματοδότηση μέσω ELA. Επιπλέον, η χρηματοδότηση μέσω ELA έχει προσωρινό και έκτακτο χαρακτήρα, για την αντιμετώπιση κανονικών συνθηκών, και δεν μπορεί να έχει διάρκεια πάνω από 6 μήνες.

Σημειώνεται ότι οι εγχώριες τράπεζες είχαν καταφύγει στον ELA και το 2011-2012 για να αντιμετωπίσουν τη μεγάλη φυγή των καταθέσεων, αλλά και το μπαράζ των υποβαθμίσεων του ελληνικού Δημοσίου (και των τραπεζών) που εξοβέλισε τους ελληνικούς τίτλους ως «μη επιλέξιμους» για την παροχή ρευστότητας από το ευρωσύστημα.