Συνολικά το κλίμα στην οικονομία της Ελλάδας έχει σαφώς βελτιωθεί, μερικές επιχειρήσεις επενδύουν και πάλι, για πρώτη φορά εδώ και πέντε χρόνια, υπάρχει εισαγωγή εταιρείας στο Χρηματιστήριο Αθηνών, επισημαίνεται σε σημερινό δημοσίευμα της αυστριακής εφημερίδας «Ντι Πρέσε», με τίτλο «Λήγει το πρόγραμμα βοήθειας της Ελλάδας» και υπότιτλο «Η Αθήνα επιχειρεί την επιστροφή στις χρηματαγορές, αλλά προς το παρόν με βραχυπρόθεσμα ομόλογα».

Το δημοσίευμα αναφέρει πως λόγω της λήξης, τέλη της χρονιάς, του προγράμματος βοήθειας προς τη χώρα, η Ελλάδα επιχειρεί μια σταδιακή επιστροφή στις χρηματαγορές, προτιθέμενη, έπειτα από μια πρώτη, επιτυχή έκδοση πενταετούς διάρκειας ομολόγων, να εκδώσει εκ νέου ομόλογα τις επόμενες ημέρες.

Ωστόσο, όπως σημειώνεται σχετικά, η κυβέρνηση προφανώς δεν τολμά ακόμη την έκδοση μακροπρόθεσμων ομολόγων και, σύμφωνα με πληροφορίες, τα νέα ομόλογα θα είναι τριετούς διάρκειας, από τα οποία θα μπορούσαν να εισρεύσουν 2,5 έως 3 δισεκατομμύρια ευρώ στα κρατικά ταμεία, τα οποία δεν είναι σε καλή κατάσταση, με το χρέος να έχει φτάσει στο 175% του ΑΕΠ.

Η εφημερίδα παραπέμπει στην εκτίμηση αναλυτών που δεν βλέπουν ακόμη μια σταθερή κατάσταση στην Ελλάδα, όπως στην Ισπανία και στην Ιρλανδία, οι οποίες προσπαθούν στο μεταξύ να εκδώσουν μακροπρόθεσμα ομόλογα, «ωστόσο η ζήτηση για ελληνικά ομόλογα πιθανόν να είναι επαρκώς μεγάλη».

Στο δημοσίευμα τονίζεται ότι από το συνολικό ποσό των 240 δισ. ευρώ του προγράμματος βοήθειας προς την Ελλάδα απομένουν να δοθούν ακόμη 2,8 δισ. ευρώ και την Τετάρτη έφθασε στην Αθήνα η τρόικα για ελέγχους ώστε να γίνει εκταμίευση ενός δισ. ευρώ, για το οποίο υπάρχει ήδη «πράσινο φως» από τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης. Σύμφωνα με το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών, η επίσκεψη της τρόικας στοχεύει κυρίως στην προετοιμασία του προγραμματιζόμενου για τον Οκτώβριο τελικού ελέγχου της.

Η εφημερίδα επισημαίνει καταλήγοντας, πως από το τέλος της χρονιάς η χρηματοδότηση του χρέους της Αθήνας θα εξαρτάται και πάλι μόνον από τις χρηματαγορές και αντ’ αυτού θα τερματιστεί η άμεση επιρροή των διεθνών πιστωτών στην πολιτική των μεταρρυθμίσεων στη χώρα.