Σημαντικές ανατιμήσεις καταγράφονται στην αγορά ενοικίων το 2025, επιβεβαιώνοντας τη συνεχιζόμενη στεγαστική πίεση που δέχονται τα ελληνικά νοικοκυριά. Η αύξηση του κόστους στέγασης, σε συνδυασμό με τη στασιμότητα των εισοδημάτων, διαμορφώνει ένα πλαίσιο που περιορίζει ουσιαστικά την πρόσβαση σε προσιτή και αξιοπρεπή κατοικία, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η ετήσια αύξηση στα ενοίκια κατοικιών ανήλθε σε 10,8% τον Απρίλιο του 2025, επιταχύνοντας έναν ανοδικό κύκλο που ξεκίνησε το 2021 και εντάθηκε την τελευταία διετία. Το 2024 είχε καταγραφεί αύξηση 7,6%, με τις τιμές να συνεχίζουν την ανοδική πορεία σε διψήφιο ρυθμό το νέο έτος.

Οι μεγαλύτερες πιέσεις εντοπίζονται στα αστικά κέντρα. Στο κέντρο της Αθήνας, η μέση τιμή για μικρό διαμέρισμα διαμορφώνεται πλέον στα 583 ευρώ, με τη μέση τιμή ενοικίασης στην Αττική να προσεγγίζει τα 12 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Στη Θεσσαλονίκη, οι αυξήσεις έφτασαν το 9,5% για το 2024 και 5,7% στο πρώτο δίμηνο του 2025, ενώ στον Πειραιά η συνολική αύξηση της τελευταίας τριετίας ξεπερνά το 30%.

Το φαινόμενο δεν περιορίζεται στην Ελλάδα. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2024, τα ενοίκια στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυξήθηκαν κατά 3,1%, με τις υψηλότερες ετήσιες μεταβολές να καταγράφονται στην Ουγγαρία (+12,4%), την Εσθονία (+11,3%) και τη Λιθουανία (+10,2%). Ωστόσο, η ελληνική αγορά ενοικίων εμφανίζει από τις πιο έντονες αποκλίσεις σε σχέση με τη μακροχρόνια τάση της προηγούμενης δεκαετίας (2010–2020), όταν οι τιμές υποχωρούσαν λόγω της οικονομικής κρίσης.

Ανησυχητική είναι η έκταση της στεγαστικής επιβάρυνσης των ενοικιαστών. Σύμφωνα με ευρωπαϊκές μετρήσεις, περίπου 8 στους 10 ενοικιαστές στην Ελλάδα δαπανούν πάνω από το 40% του καθαρού εισοδήματός τους για κάλυψη στεγαστικών αναγκών – το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. Το ποσοστό αυτό αντανακλά τη δυσαναλογία μεταξύ ενοικίων και αμοιβών, η οποία τείνει να διευρύνεται. Παράλληλα, τα ανείσπρακτα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 23% το 2024, ένδειξη οικονομικής δυσπραγίας σημαντικής μερίδας των μισθωτών.

Η υποχώρηση της ιδιοκατοίκησης αποτελεί ακόμη ένα ανησυχητικό στοιχείο. Από 84,6% το 2005, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης έχει μειωθεί στο 69,6% το 2023, με τάσεις περαιτέρω μείωσης, καθώς η απόκτηση πρώτης κατοικίας καθίσταται ολοένα και πιο δύσκολη για τα νέα νοικοκυριά. Η αύξηση της ζήτησης για ενοικίαση, σε συνδυασμό με την περιορισμένη προσφορά –ιδίως σε περιοχές με υψηλό επενδυτικό ή τουριστικό ενδιαφέρον– ασκεί επιπρόσθετες πιέσεις στις τιμές.

Η πολιτεία έχει αναγνωρίσει την έκταση του προβλήματος, εξαγγέλλοντας –μεταξύ άλλων– την επιστροφή ενός μηνιαίου ενοικίου κάθε Νοέμβριο, ως μέτρο στήριξης των πιο ευάλωτων ενοικιαστών. Ωστόσο, όπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς, οι παρεμβάσεις αυτές δεν επαρκούν για την αντιστροφή της τάσης, καθώς δεν συνοδεύονται από δομικές πολιτικές για την αύξηση της προσφοράς προσιτής κατοικίας ή για τον περιορισμό της επιθετικής κερδοσκοπίας στην αγορά.

Η στέγαση, που για δεκαετίες αποτελούσε συγκριτικό πλεονέκτημα για την ελληνική οικογένεια, τείνει να μετατραπεί σε ένα από τα πλέον οξυμένα κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα της εποχής.