Η τελευταία από τις μυστηριώδεις βομβιστικές επιθέσεις που συγκλόνισαν το Σολτ Λέικ Σίτι για δύο μέρες έλαβε χώρα στις 16 Οκτωβρίου 1985.

Από τις 3 βόμβες που εξερράγησαν στην πόλη, αυτή έμελλε να έχει τον μικρότερο χρόνο αντίδρασης. Ήταν σαν να περίμεναν οι αρχές άλλο ένα χτύπημα.

Τώρα ήταν ένα παγιδευμένο πολυτελές αυτοκίνητο που εξερράγη έξω από τον Ναό του Σολτ Λέικ στη Γιούτα, το μεγαλύτερο και σημαντικότερο θρησκευτικό κτίριο των Μορμόνων, όπως αποκαλούνται κοινώς οι πιστοί της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών.

Η πόλη ήταν ανάστατη εδώ και δύο μέρες από το μπαράζ των επιθέσεων. Όπως σχολίασε εξάλλου τρομαγμένος κάτοικος στην εφημερίδα «Deseret News»: «Αρχίζει να μοιάζει περισσότερο με τον Λίβανο παρά με το Σολτ Λέικ Σίτι».

Η αστυνομία θα συνειδητοποιούσε σύντομα ότι δεν ήταν ένα τυφλό βομβιστικό χτύπημα. Φτάνοντας στο σημείο της έκρηξης, οι Αρχές παρατήρησαν πως κάτι ήταν διαφορετικό σε αυτή τη βόμβα.

Πρώτα απ’ όλα, το θύμα είχε εδώ επιβιώσει. Η ζωή του κρεμόταν μεν από μια κλωστή, ο 31χρονος πάντως Mark Hofmann ήταν ζωντανός.

Ο άντρας ήταν αρκετά γνωστός στην τοπική κοινότητα, μια μικρή διασημότητα στους κόλπους των Μορμόνων εξαιτίας της ερευνητικής δουλειάς του. Μέσα σε 24 ώρες όμως η αστυνομία θα έλεγε μια διαφορετική ιστορία, ενώνοντας τα κομμάτια του παζλ.

Ο Hofmann δεν ήταν αυτός που έλεγε πως ήταν. Ήταν ένας εξπέρ στην πλαστογραφία που έφτασε να κάνει ακόμα και φόνο για να μην αποκαλυφθούν οι απάτες του.

Παρά το γεγονός ότι είναι στη φυλακή από το 1987, η ζοφερή κληρονομιά του, τα εξαιρετικά πλαστογραφήματά του, συνεχίζουν να πωλούνται σε δημοπρασίες ακόμα και σήμερα. Όλο και κάποιο έγγραφο χαρακτηρίζεται πλαστό και ξέρουμε πια πού να κοιτάξουμε.

Αυτή είναι η τουλάχιστον ιδιαίτερη ιστορία του…

Ο απίθανος Mark Hofmann

Γεννημένος στο Σολτ Λέικ Σίτι της Γιούτα το 1954, μέσα σε οικογένεια ευσεβών Μορμόνων, ο Mark Hofmann πέρασε μια συνηθισμένη παιδική ηλικία. Στο σχολείο δεν ήταν καλός μαθητής, έδειχνε ωστόσο αλλού ριπές της διάνοιάς του.

Στα 12 του, για παράδειγμα, άρχισε να συλλέγει νομίσματα. Δεν ήταν όμως ένα παιδί συλλέκτης, αλλά ένας μικρός επαγγελματίας. Μέχρι τα 15 του είχε αποκτήσει ένα ειλικρινές ενδιαφέρον για τα νομίσματα και ειδικά για τη σπανιότητά τους, το χαρακτηριστικό που τα κάνει πολύτιμα.

Ο νεαρός κατάλαβε πως οι διαφορές που κάνουν ένα νόμισμα να έχει αξία είναι πολύ λεπτές και όχι πάντα σαφείς. Κι έτσι έβαλε σκοπό να τις αναπαράγει με έναν τρόπο που είχε στο μυαλό του: την παραχάραξη.

Όταν έφτιαξε το πρώτο του πλαστό κέρμα, το πήγε σε έναν έμπορο σπάνιων νομισμάτων της πόλης. Ο έμπορος το εξέτασε και του προσέφερε αρκετές χιλιάδες δολάρια για το κέρμα, φτάνει να περνούσε τον έλεγχο από την υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών, όπως του είπε.

Ο 15χρονος δεν «μάσησε», του είπε να το στείλει. Και είδε πως το έκριναν αυθεντικό! «Αν το υπουργείο Οικονομικών τα χαρακτηρίζει γνήσια, τότε είναι γνήσια εξ ορισμού», φέρεται να είπε.

Ο Hofmann πήρε ένα πολύτιμο μάθημα εκείνη τη μέρα, ένα μάθημα που θα οδηγούσε πλέον τα βήματά του…

Ο τελευταίος πειρασμός του Hofmann

Για να κατανοήσουμε τι ακριβώς έκανε ο Mark Hofmann και πώς τη γλίτωσε για τόσο μεγάλο διάστημα, οφείλουμε να πούμε δύο πράγματα για τον μορμονισμό.

Με καταγωγή από τη Νέα Υόρκη στις αρχές του 19ου αιώνα, η Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών παραμένει εντελώς μοναδική στις θρησκευτικές πίστεις των ΗΠΑ, σε όρους δημοτικότητας, μεγέθους, αλλά και συζήτησης αν είναι ή όχι χριστιανικό δόγμα.

Σύμφωνα με την παράδοση των Μορμόνων, ένας άγγελος επισκέφτηκε τον ιδρυτή τους, έναν φτωχό αγρότη ονόματι Τζόζεφ Σμιθ, και του είπε να πάει και να ξεθάψει ένα μυστικό βιβλίο καμωμένο από πολύτιμο μέταλλο.

Ο Σμιθ ήταν προφήτης του Θεού και ανέλαβε το ιερό έργο της μετάφρασης του βιβλίου, σε αυτό που θα γινόταν το Βιβλίο του Μόρμον. Αυτό παραμένει το κεντρικό κείμενο των πιστεύω τους, πλάι στη συλλογή κειμένων Διδαχή και Διαθήκες, αλλά και στα γραπτά του Σμιθ «Πολύτιμο Μαργαριτάρι».

Ο Hofmann πήγε στην Αγγλία το 1973 για να αναλάβει ιεραποστολικό έργο, κάτι συνηθισμένο για τους νεαρούς Μορμόνους. Στο Μπρίστολ πέρασε ο 19χρονος τα δύο επόμενα χρόνια και όταν δεν κήρυττε τον λόγο του Θεού, αναζητούσε παλιά βιβλία του μορμονισμού.

Τον ενδιέφεραν κυρίως πονήματα που στρέφονταν κατά της θρησκείας, ακόμα και εκείνα που τη διακωμωδούσαν. Έφτανε απλώς να είναι παλιά. Σήμερα ξέρουμε ότι ο νεαρός είχε χάσει το ενδιαφέρον του για τον μορμονισμό από τα 14 του και ό,τι έκανε έκτοτε ήταν ένα καλοστημένο σχέδιο εξαπάτησης.

Ο Hofmann επέστρεψε στη Γιούτα το 1975 και γράφτηκε στο πανεπιστήμιο, χωρίς να έχει σκοπό ωστόσο να το παρακολουθήσει. Το 1979 παντρεύτηκε την Doralee Olds και πλέον ήταν έτοιμος να ασχοληθεί με το πρώτο πλαστογράφημά του.

Τον Απρίλιο του 1980, η σύζυγος επέστρεψε μια μέρα στο σπίτι και τον βρήκε να εξετάζει μια βίβλο της Εκκλησίας της Αγγλίας από το 1688. Εκεί υπήρχαν κάτι κολλημένες σελίδες και το ζευγάρι δεν μπορούσε να τις διαβάσει, η Doralee παρατήρησε ωστόσο μια υπογραφή που έμοιαζε πολύ με του Τζόζεφ Σμιθ!

Την επομένη, με την παρότρυνση της γυναίκας του, ο Hofmann πήγε το βιβλίο στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Γιούτα, όπου οι ακαδημαϊκοί ερευνητές δεν πίστευαν στα μάτια τους. Είχαν μπροστά τους μια αδιανόητη ανακάλυψη, ένα θρυλούμενο χειρόγραφο των Μορμόνων (Anthon Transcript), ανεκτίμητης αξίας για την Εκκλησία.

Δεν ήταν βέβαια το αυθεντικό κείμενο, παρά το πρώτο μεγάλο πλαστογράφημα του Hofmann που κατάφερε να ξεγελάσει τους πανεπιστημιακούς. Αργότερα θα έλεγε πως το χαρτί προερχόταν από βιβλίο της ίδιας εποχής που είχε κλέψει από τη βιβλιοθήκη του Μπρίστολ. Όσο για το μελάνι, ήταν δικό του χαρμάνι.

Η δουλειά του ήταν εξαιρετικής ποιότητας, καθώς είχε μιμηθεί ακόμα και τον γραφικό χαρακτήρα του Σμιθ. Η Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών πλήρωσε τον Hofmann περισσότερα από 20.000 δολάρια για να αποκτήσει το ιερό ντοκουμέντο…

Επαγγελματίας παραχαράκτης

Μετά τη δημοσιότητα και τα λεφτά που πήρε για τη σημαντικότατη «ανακάλυψή» του, ο Hofmann εγκατέλειψε τις σπουδές του για να γίνει επαγγελματίας παραχαράκτης. Παντρεύοντας και την αγάπη του για τα σπάνια νομίσματα, τώρα άρχισε να φτιάχνει παλιά κέρματα των Μορμόνων από τις διαθέσιμες εκκλησιαστικές περιγραφές.

Ο Hofmann αποσπούσε μεγάλα ποσά από την εκκλησία των Μορμόνων για τις ανακαλύψεις του. Μεταξύ 1980-1985, πούλησε εκατοντάδες πλαστά έγγραφα σε δημοπρασίες και ιδιώτες συλλέκτες, αν και ο μεγαλύτερος πελάτης του ήταν πάντα η Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών.

Κατάφερε να τους πουλήσει και άλλα χαμένα ντοκουμέντα του Τζόζεφ Σμιθ, γράμματα της μητέρας του, ακόμα και σελίδες από το αυθεντικό Βιβλίο του Μόρμον. Όταν δεν ασχολιόταν με την εκκλησία, έκανε άλλες παραχαράξεις, γράφοντας με το χέρι της Έμιλι Ντίκινσον, του Μάρκ Τουέιν, του Αβραάμ Λίνκολν κ.ά.

Πώς είναι δυνατόν όμως ένας άνθρωπος να είναι τόσο τυχερός που να σκοντάφτει όλη την ώρα σε σπουδαία χαμένα κείμενα; Αυτή ήταν η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου που κανείς δεν σκέφτηκε να κάνει.

Σήμερα γνωρίζουμε πως κάποιοι είχαν καταλάβει την απάτη, το έκαναν όμως κατόπιν εορτής και δεν ήταν διατεθειμένοι να την αποκαλύψουν για να μη ζημιωθούν οικονομικά.

Το μοιραίο λάθος

Τίποτα δεν μπορούσε να τον σταματήσει και τίποτα δεν τον σταματούσε δηλαδή. Ο Hofmann έφτιαχνε το ένα πλαστό πίσω από το άλλο. Τώρα είχε βρει μια ακόμα πιο επικερδή δουλειά.

Παραχάρασσε έγγραφα που έθεταν εν αμφιβόλω τα μεγαλύτερα πιστεύω των Μορμόνων και έβλεπε την Εκκλησία να τα αγοράζει πανάκριβα για να τα κρατήσει μακριά από δημόσια θέα. Τέτοιο ήταν και το ανεκδιήγητο «Salamander Letter» που σκάρωσε ο Hofmann, ένα σκανδαλώδες έγγραφο που τίναζε στον αέρα την ίδια την ιστορία του μορμονισμού.

Το πούλησε αρχικά στον Steven Christensen, τον επίσκοπο των Μορμόνων που θα δολοφονούσε λίγο αργότερα. Το γράμμα, με χρονολογία το 1830, έλεγε κάτι αδιανόητο: πώς ο προφήτης Σμιθ βρήκε το ιερότερο κείμενο της πίστης με τη βοήθεια μιας σαλαμάνδρας.

Ο Hofmann είχε γίνει ωστόσο τέτοια αυθεντία στον μορμονισμό που έκανε ακόμα και αυτούς τους τρελούς ισχυρισμούς να φαντάζουν πιστευτοί. Ο Christensen είχε πληρώσει το ντοκουμέντο 40.000 δολάρια, ήθελε όμως να το ελέγξουν για τη γνησιότητά του.

Και τότε οι γνώμες των ειδικών διχάστηκαν. Για κάποιους ήταν η μεγαλύτερη ανακάλυψη στους κόλπους του μορμονισμού εδώ και 150 χρόνια. Για άλλους όμως το περιεχόμενό του δεν εναρμονιζόταν με τις θρησκευτικές διδαχές.

Ειδικά δύο σκεπτικιστές ερευνητές της Γιούτα, οι Jerald και Sandra Tanner, όχι μόνο δεν πείθονταν με τίποτα, αλλά θα προσυπέγραφαν και την πτώση του Hofmann. Παρά το γεγονός ότι είχαν μπροστά τους άλλο ένα εξαίσιο πλαστογράφημα, κάτι δεν τους κολλούσε στη γλώσσα.

Ήταν ένα μικρό, αλλά μοιραίο λάθος του Hofmann…

Πώς κατέρρευσαν όλα

Λίγο πριν ξεκινήσει το μπαράζ των βομβιστικών επιθέσεων, ο Hofmann βρέθηκε αντιμέτωπος με τις δύο μεγαλύτερες ευκαιρίες της ζωής του. Αμφότερες κατέληξαν όμως αρνητικά για τον ίδιο και τώρα είχε έναν νέο πονοκέφαλο να διαχειριστεί: να συγκαλύψει τα ίχνη του.

Ο Hofmann ισχυρίστηκε ότι βρήκε τον αυθεντικό «Όρκο του Ελεύθερου Άντρα» (δεκαετία του 1630), το παλιότερο τυπωμένο έγγραφο των Ηνωμένων Πολιτειών! Είπε ότι τον βρήκε καταχωνιασμένο σε ένα παλαιοβιβλιοπωλείο της Νέας Υόρκης, ήταν όμως και πάλι δικό του έργο.

Ο Hofmann έφτασε να διαπραγματεύεται την πώλησή του με τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου έναντι 1,5 εκατ. δολαρίων. Θέλοντας λες να προκαλέσει ακόμα περισσότερο την τύχη του, όσο γίνονταν οι διαπραγματεύσεις βγήκε και είπε πως βρήκε και δεύτερο αντίτυπο του «Όρκου».

Ο πλαστογράφος ζούσε πια μια υπερπολυτελή ζωή και χρειαζόταν ολοένα και περισσότερα έσοδα. Και παρά το γεγονός ότι έβγαζε πολλά, τα δάνεια και τα χρέη του τον είχαν προλάβει. Κάπου 1 εκατ. δολάρια είχε πάρει ως προκαταβολή από την εκκλησία των Μορμόνων για μια σημαντική συλλογή θρησκευτικών εγγράφων που είχε υποτίθεται εντοπίσει, αλλά καθυστερούσε διαρκώς να παρουσιάσει.

Το φθινόπωρο του 1985 κάποια μέλη της εκκλησίας άρχισαν να υποπτεύονται πως κάτι συνέβαινε. Μέσα σε όλα, στις αρχές Οκτωβρίου έμαθε πως η δουλειά με τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου είχε ναυαγήσει.

Στις 11 του μήνα δεν πήγε στο ραντεβού με τον επίσκοπο Christensen, ο οποίος τον απείλησε με αφορισμό. Του διαμήνυσε μάλιστα πως θα μιλούσε στα υψηλόβαθμα μέλη του μορμονισμού για την ύποπτη κωλυσιεργία του να παρουσιάσει τα νέα ντοκουμέντα.

Τέσσερις μέρες μετά, μια βόμβα θα έσκαγε στο γραφείο του επισκόπου, σκοτώνοντάς τον επιτόπου. Ο Hofmann ντύθηκε ταχυδρόμος και παρέδωσε το πακέτο προσωπικά. Το μεγαλύτερό του λάθος, καθώς θα τον αναγνώριζαν αργότερα κάποιοι αυτόπτες.

Η δεύτερη βόμβα εξερράγη αργότερα την ίδια μέρα. Σκότωσε την Kathy Sheets. Δεν ήταν εκείνη ο στόχος, αλλά ο σύζυγός της και συνέταιρος του Christensen, Gary Sheets.

Η τρίτη βόμβα παραλίγο να σκοτώσει τον ίδιο τον Hofmann, καθώς έσκασε από λάθος μέσα στο αυτοκίνητό του. Ο ίδιος είπε μετά πως σκόπευε να αυτοκτονήσει, κανείς δεν τον πίστεψε ωστόσο, είχε πιθανότατα στόχο το ζευγάρι των ερευνητών (Jerald και Sandra Tanner).

Η εισαγγελία τον έδεσε με τη διπλή βομβιστική επίθεση και στο υπόγειο του σπιτιού του βρήκαν το μυστικό εργαστήριό του. Ο ίδιος ομολόγησε το 1987 τους δύο φόνους και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη.

Μετά την καταδίκη του, η σύζυγος τού έστειλε στη φυλακή την αίτηση διαζυγίου. Εκείνος υποδέχτηκε τα νέα κάνοντας απόπειρα αυτοκτονίας μέσα στο κελί του.

Ο Mark Hofmann είναι παροπλισμένος εδώ και δεκαετίες, η ζοφερή κληρονομιά του παραμένει ωστόσο παρούσα σε κάθε δημοπρασία που λαμβάνει χώρα στις ΗΠΑ. Μουσεία, βιβλιοθήκες και ιδιώτες συλλέκτες ξέρουν καλά το όνομά του και προσέχουν πάντα για την υπογραφή του σε ό,τι είναι να αγοράσουν.

Πρόκειται για έναν από τους καλύτερους πλαστογράφους των τελευταίων δεκαετιών. Ένα πλαστογράφημά του της Έμιλι Ντίκινσον, που χαρακτηρίστηκε αυθεντικό από το πανεπιστημιακό εργαστήριο του Yale, πουλήθηκε από τον οίκο Sotheby’s έναντι 24.150 δολαρίων.

Η εκκλησία των Μορμόνων αναγνώρισε 446 αντικείμενα στα αρχεία της που προέρχονταν από τα χέρια του Hofmann.

Το ερώτημα όμως επιμένει και είναι άβολο: πόσες ακόμα δημιουργίες του κοσμούν προθήκες μουσείων και ιδρυμάτων; Και τι κομμάτια της Ιστορίας τού ανήκουν;