Μείζον θέμα κρίνεται για όλες τις κυβερνήσεις χωρών η προστασία των ευάλωτων ομάδων από τον κορονοϊό, με τους ηλικιωμένους να είναι στην πιο δεινή θέση. Ωστόσο, φαίνεται πως δεν είναι και τόσο εύκολο να γίνει κάτι τέτοιο, με μια κυνική παραδοχή να έρχεται από τη Γερμανία.

Ο επικεφαλής της καγκελαρίας, Χέγκε Μπράουν, εκτιμά ότι είναι μη ρεαλιστικό να προστατευθούν όλοι οι ηλικιωμένοι των οίκων ευγηρίας σε περίπτωση υψηλού αριθμού κρουσμάτων.

«Στη Γερμανία, στην ευάλωτη ομάδα των ηλικιωμένων ανήκουν περίπου 30 εκατομμύρια άτομα, στα οποία διανέμονται αυτή τη στιγμή μάσκες τύπου FFP2. Απλώς δεν είναι ρεαλιστικό (όμως) να προστατεύουμε τέλεια όλους αυτούς τους ανθρώπους σε περίπτωση υψηλών επιπέδων μόλυνσης», δήλωσε ο χριστιανοδημοκράτης (CDU) πολιτικός στο Spiegel.

Ο Μπράουν αντέκρουσε τον ισχυρισμό ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απέτυχε να προστατεύσει τους οίκους ευγηρίας. «Συζητήσαμε εγκαίρως με τα ομοσπονδιακά κρατίδια για τα σχέδια υγιεινής, στείλαμε μάσκες FFP2 στους οίκους ευγηρίας και προβλέψαμε να γίνονται γρήγορα διαγνωστικά τεστ. Ωστόσο, προφανώς και δεν μπορούμε να τους προστατεύσουμε με τέτοιο τρόπο ώστε ο ιός να μην μπορεί να μεταφερθεί σε αυτούς», σημείωσε.

«Ήδη από τον Απρίλιο, συμφωνήθηκε με τα ομοσπονδιακά κρατίδια ότι κάθε τέτοια εγκατάσταση πρέπει να εφαρμόζει ένα επαγγελματικό σχέδιο υγιεινής. Το καλοκαίρι φαινόταν ότι ο αριθμός των κρουσμάτων -και στους οίκους ευγηρίας – θα σταθεροποιηθεί σε χαμηλά επίπεδα. Τον Οκτώβριο (όμως) διαπιστώσαμε ότι κανένα σχέδιο δεν επαρκεί εάν ο αριθμός των λοιμώξεων στο γενικό πληθυσμό αυξάνεται πάρα πολύ», συμπλήρωσε.

«Η (δε) έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού ήταν πρόβλημα ακόμη και πριν από τον κορονοϊό. Νομοθετήσαμε πολλά για να αντιμετωπίσουμε τα θέματα αυτά, αλλά πολλά δεν λειτουργούν εν μία νυκτί. Έπρεπε να γίνουν πάρα πολλά σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα λόγω του κορονοϊού», τόνισε ο ομοσπονδιακός υπουργός Υγείας, βάσει των όσων μεταφέρει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

«Η αυστηροποίηση των μέτρων για τον κορονοϊό δεν είναι καθόλου αποτελεσματική»

Οι επιστημονικοί σύμβουλοι της Άνγκελα Μέρκελ εκτιμούν ότι η αυστηροποίηση των κανόνων για τον περιορισμό του κορονοϊού η οποία αποφασίστηκε την περασμένη Τρίτη, επί παραδείγματι για την τηλεργασία ή την υποχρεωτική χρήση μάσκας στις δημόσιες συγκοινωνίες, φαίνεται ότι έχουν μικρότερη επίδραση στο ποσοστό μόλυνσης από ό,τι ελπιζόταν.

Αυτό αναφέρει το οικονομικό περιοδικό Business Insider στην αυριανή του έκδοση, επικαλούμενο εσωτερικά έγγραφα από την ακρόαση των εμπειρογνωμόνων πριν από την διάσκεψη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και των κυβερνήσεων των κρατιδίων το απόγευμα της περασμένης Δευτέρας.

Όπως προκύπτει από αυτά τα έγγραφα, επιστήμονες του Πολυτεχνείου του Βερολίνου παρουσίασαν στην καγκελάριο Μέρκελ και στους πρωθυπουργούς των κρατιδίων προσομοιώσεις σύμφωνα με τις οποίες τα υφιστάμενα μέτρα από τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο είναι επαρκή για να ξαναπέσουν τα κρούσματα στις αρχές Φεβρουαρίου στο κατώτατο όριο (των 50 νέων λοιμώξεων ανά 100.000 κατοίκους σε μια εβδομάδα).

Εάν ληφθεί υπόψη η πιθανή εξάπλωση της βρετανικής μετάλλαξης του κορονοϊού στη Γερμανία, το όριο αυτό θα επιτευχθεί έως τις αρχές Μαρτίου. Σημαντική προϋπόθεση και στις δύο περιπτώσεις είναι να μην υπάρξει χαλάρωση των μέτρων μέχρι τότε και οι Γερμανοί να τηρούν τους υφιστάμενους περιορισμούς στις κοινωνικές επαφές.

Σύμφωνα με τα έγγραφα τα οποία επικαλείται το Business Insider, οι επιστήμονες αναφέρονται επίσης στα εξεταζόμενα από τους πολιτικούς πιθανά μέτρα με τα οποία ο αριθμός των λοιμώξεων μπορεί να μειωθεί ακόμη πιο γρήγορα. Υπολόγισαν, λοιπόν, ποια επίδραση θα είχε, για παράδειγμα, η πολυσυζητημένη σε ομοσπονδιακό επίπεδο και σε επίπεδο κρατιδίων υποχρεωτική τηλεργασία στην λεγόμενη τιμή R (η οποία περιγράφει πόσα άτομα μολύνει ένα άτομο με κορονοϊό και) η οποία πρέπει να είναι μικρότερη από ένα.

Το συμπέρασμα ήταν ότι η χρήση μάσκας τύπου FFP2 στην εργασία ή σε μεμονωμένα γραφεία δεν παίζει κανένα ρόλο στη διάδοση του κορονοϊού. Το ποσοστό στην τιμή R είναι μόλις 0,02. Το ίδιο ισχύει για την χρήση μάσκας FFP2 κατά τη διάρκεια των μαθημάτων στα σχολεία ή στις τάξεις που τα μαθήματα γίνονται εναλλάξ. Και εδώ, η επιρροή είναι 0,02.