Στις 21 Δεκεμβρίου του 2012 ο Χοσέ Σαλβαδόρ Αλβαρένγκα (Jose Salvador Alvarenga) και ένας έφηβος μπήκαν σε ένα σκάφος μήκους 7 μέτρων για να πάνε για ψάρεμα στα ανοιχτά των ακτών του Μεξικού.

Το σκάφος τους παρασύρθηκε εξαιτίας μιας καταιγίδας και οι δυο τους άρχισε να περιπλανείται στη θάλασσα.

Ο Αλβαρένγκα κατάφερε να επιζήσει επί 13 μήνες τρώγοντας ωμά ψάρια, πουλιά και χελώνες. Ο έφηβος πέθανε μετά από ένα μήνα.

Το σκάφος του τελικά βρέθηκε κοντά στα νησιά Marshall, 5.500 μίλια μακριά στο δυτικό Ειρηνικό, όπου και διεσώθη.

«Αυτά τουλάχιστον ισχυρίζεται ότι έζησε ο ίδιος», γράφει ο Max Fisher στη Washington Post.

Ή όπως το έθεσε το Associated Press: «Αν η ιστορία αυτή είναι πραγματική, η περιπέτεια του συγκεκριμένου ανθρώπου, θα είναι μία από τις συγκλονιστικότερες ιστορίες επιβίωσης του ανθρώπου στη θάλασσα».

Το πιο εκπληκτικό από την ιστορία του Αλβαρένγκα, συνεχίζει ο αρθρογράφος, είναι ότι… δεν είναι καθόλου καινούρια.

Πολλοί αρχαιολόγοι υποστηρίζουν, ότι οι αρχαίοι κάτοικοι των νησιών του Ειρηνικού ωκεανού μπορεί να είχαν κάνει το ίδιο ταξίδι μέχρι τις ακτές της Αμερικής πολλούς αιώνες νωρίτερα, ίσως και πάνω από 1.000 χρόνια πριν και μάλιστα, με πολύ πιο πρωτόγονη τεχνολογία.

Σύμφωνα με αυτό που πιστεύουν πολλοί, ο άνθρωπος έφτασε στην Αμερική, χιλιάδες χρόνια πριν διασχίζοντας μια παγωμένη «γέφυρα» από τη Σιβηρία στην Αλάσκα.

Πολύ αργότερα, μια μικρή ομάδα Νορβηγών εξερευνητών έφτασε στη «νέα χώρα» (Newfoundland) γύρω στο 1000 μ.Χ.
Πεντακόσια χρόνια περίπου μετά, ο Χριστόφορος Κολόμβος έφτασε στην Καραϊβική και… η ιστορία είναι κάπως γνωστή από εκεί και μετά!

Εν τω μεταξύ, στον ευρύτερο Ειρηνικό Ωκεανό, οι σχεδόν απίστευτα γενναίοι και ατρόμητοι εξερευνητές της σημερινής Πολυνησίας, μπορεί να ανακάλυπταν τη «δική τους Αμερική».

Οι επιστήμονες δεν έχουν καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα, όμως υπάρχουν θεωρίες, πολλές από τις οποίες αμφισβητούνται και καμία από τις οποίες δεν είναι 100% σίγουρη, συνεχίζει ο αρθρογράφος.

Ωστόσο, τα στοιχεία δείχνουν ότι ίσως ο Αλβαρένγκα, άθελά του, να ακολούθησε μία από τις συγκλονιστικότερες μεταναστευτικές διαδρομές στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Ένα από τα πιο πολυσυζητημένα αποδεικτικά στοιχεία, ότι οι αρχαίοι κάτοικοι των νησιών του Ειρηνικού μπορεί να είχαν πλεύσει όλη αυτή τη διαδρομή προς την Αμερική, δεν είναι άλλο από ένα σωρό από… κόκαλα κότας.

Οι επιστήμονες εντόπισαν τα κόκαλα στη νότια Χιλή και τα τοποθέτησαν χρονικά, χάρη σε μια ειδική μέθοδο ραδιοχρονολόγησης, πίσω στο 14ο αιώνα.

Τα κόκαλα ανήκαν σε ένα ζώο, σχεδόν πανομοιότυπο με τη σημερινή κότα, που σε εκείνη την εποχή υπήρχε μόνο στα νησιά του Ειρηνικού.

Ίσως αυτό να ήταν το πρώτο κοτόπουλο της αμερικανικής ηπείρου, το οποίο προήλθε από τη σύγχρονη Πολυνησία.
Επιπλέον, οι Mapuche, μια φυλή ιθαγενών της νότιας Χιλής, έχουν «ύποπτα» πολλές κοινές λέξεις με τη μακρινή Πολυνησία.

Φορούσαν παρόμοια κοσμήματα, είχαν παρόμοια σκάφη ενώ έφτιαχναν και κάτι ασυνήθιστα ρόπαλα σε σχήμα μισοφέγγαρου, που έμοιαζαν με πουλιά και έπαιζαν παρόμοια παιχνίδια.

Αρκετά πιο βόρεια από τη Χιλή, στη σημερινή νότια Καλιφόρνια, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν ότι δύο ιθαγενείς φυλές το 700 μ.Χ. χρησιμοποιούσαν κάποια πολύ ιδιαίτερα (από κατασκευαστικής άποψης) κανό.

Εκείνη την εποχή, αυτό θεωρούνταν τεχνολογία εξαιρετικά υψηλού επιπέδου.

Ο ίδιος τύπος βάρκας χρησιμοποιούνταν από τους Πολυνήσιους, στην άλλη άκρη του Ειρηνικού… και από κανέναν άλλον.

Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν κι άλλα κοινά χαρακτηριστικά, όπως για παράδειγμα κάποια πολύ εξειδικευμένα αγκίστρια, που χρονολογούνται πίσω στο 1300 μ.Χ.

Υπάρχουν ακόμη «σημάδια» για πιθανά ταξίδια-«επιστροφής»: οι γλυκοπατάτες φυτεύτηκαν στα Cook Islands της Πολυνησίας γύρω στο 1000 μ.Χ.

Αν οι κάτοικοι των νησιών του Ειρηνικού όντως έκαναν αυτά τα τεράστια ταξίδια, σαν αυτό που υποστηρίζει ότι έκανε ο Αλβαρένγκα –με πολύ πιο εξελιγμένο εξοπλισμό- ανακύπτουν δύο ερωτήματα: πώς το κατάφεραν και γιατί το έκαναν;
Η απάντηση στο «γιατί» είναι σχετικά εύκολη: Οι κάτοικοι της σημερινής Πολυνησίας σκορπίστηκαν στα πέρατα του κόσμου, επί πολλούς αιώνες, εν μέρει επειδή τα νησιά τους ήταν ανέγγιχτα και εν μέρει επειδή οι εξερευνητές είχαν την τάση να εξαντλούν τους πόρους των «νέων κόσμων» που ανακάλυπταν πολύ γρήγορα, γράφει ο Fisher.

Το «πώς» έχει να κάνει με την αξιοθαύμαστη γενναιότητα των αρχαίων Πολυνησίων, τις κατασκευαστικές τους ικανότητες σε ό,τι αφορά τις βάρκες και την πλοήγηση, καθώς επίσης και σε ένα έμφυτο «ταλέντο».

Όπως είχε δηλώσει ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Ώκλαντ, Geoff Irwin, το 2008 στο National Geographic: «Μπορούσαν να ταξιδεύουν στη θάλασσα επί μέρες, στο άγνωστο, έχοντας την ασφάλεια ότι αν δεν έβρισκαν τίποτα, μπορούσαν να επιστρέψουν στον τόπο τους».

Φυσικά, αυτό που τους διαφοροποιούσε από τον Αλβαρένγκα, ήταν ότι όχι μόνο δε διέθεταν την ίδια τεχνολογία που υπάρχει σήμερα, αλλά δεν είχαν ούτε καν τη γνώση ότι όντως υπάρχει γη κάπου στην άλλη πλευρά του ωκεανού.

Κι αυτό κάνει την ιστορία τους ακόμη πιο συγκλονιστική.