Η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που υπεγράφη στις 14 Ιουλίου 2015, αποτέλεσε θρίαμβο για την αμερικανική διπλωματία και τη διεθνή συνεργασία με στόχο τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων. Δύο χρόνια αργότερα, Ουάσινγκτον και Τεχεράνη έχουν αρχίσει να έχουν επιφυλάξεις για τα οφέλη της σύμφωνα με δημοσίευμα του AFP, που αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Η συμφωνία της Βιένης, που έγινε γνωστή με το ακρωνύμιο JCPOA (Joint Comprehensive Plan for Action- Κοινό ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης), αποτέλεσε αδιαμφισβήτητη επιτυχία του Αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα και του υπουργού του των Εξωτερικών Τζον Κέρι, όπως επίσης του Ιρανού προέδρου Χασάν Ροχανί και του υπουργού Εξωτερικών Μοχαμάντ Τζαβάντ Ζαρίφ.

Η συμφωνία, που υπεγράφη επίσης από την Κίνα, τη Ρωσία, τη Γαλλία, τη Βρετανία και τη Γερμανία, τέθηκε σε ισχύ στις 16 Ιανουαρίου 2016 και προβλέπει τον διεθνή έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν με αντάλλαγμα τη σταδιακή άρση των διεθνών κυρώσεων εναντίον του.

Ωστόσο στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας ο Ντόναλντ Τραμπ είχε υποσχεθεί «να σκίσει» τη «χειρότερη» συμφωνία που έχουν υπογράψει ποτέ οι ΗΠΑ. Όταν ανέλαβε την προεδρία της χώρας όμως δεν εφάρμοσε τις απειλές του.

Τον Μάιο ο Τραμπ ακολούθησε την πολιτική του προκατόχου του σχετικά με την άρση των κυρώσεων που συνδέονται με το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Η κυβέρνησή του έχει ξεκινήσει να επανεξετάζει τη θέση της αναφορικά με τη συμφωνία και αναμένεται να αποφασίσει εκ νέου, θεωρητικά τη Δευτέρα, αν θα συνεχίσει ή όχι την άρση των κυρώσεων εις βάρος της Τεχεράνης.

Μετά την απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού και την υποχώρηση στο άνοιγμα που είχε κάνει ο Ομπάμα στην Κούβα, ο Τραμπ θα έφερε ένα μεγάλο πλήγμα στην κληρονομιά του προκατόχου του αν η Ουάσινγκτον αποσυρόταν από τη JCPOA.

Ήδη ο πρώην επιχειρηματίας έχει κρατήσει αντίθετη στάση από αυτή του Ομπάμα, συσφίγγοντας τις σχέσεις του με τη Σαουδική Αραβία και ζητώντας να «απομονωθεί» το Ιράν. Η Ουάσινγκτον κατηγορεί την Τεχεράνη ότι αποτελεί «απειλή» για την περιφέρεια, η οποία «αποσταθεροποιεί» άμεσα ή μέσω «τρομοκρατικών» οργανώσεων στη Συρία, το Ιράκ, την Υεμένη και τον Λίβανο. Εξάλλου η Γερουσία ψήφισε τον Ιούνιο ένα νομοσχέδιο υπέρ της επιβολής νέων κυρώσεων εναντίον του Ιράν για τους βαλλιστικούς του πυραύλους.

Παρόλα αυτά η JCPOA έχει πολλούς συμμάχους στην Ουάσινγκτον. Η συμφωνία επέτρεψε να «αρθεί μια απειλή εναντίον των ΗΠΑ και των συμμάχων τους», εκτιμά η Diplomacy Works, που ιδρύθηκε από τον Κέρι και τους πρώην συμβούλους του. Το λόμπι αυτό «ενθαρρύνει την κυβέρνηση να επαναβεβαιώσει ότι το Ιράν σέβεται τη συμφωνία ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε την άρση των κυρώσεων τη Δευτέρα».

Σύμφωνα με τον πρώην προσωπάρχη του Κέρι, τον Τζόναθαν Φάινερ, «η πυρηνική συμφωνία λειτουργεί». «Είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς για ποιο λόγο η κυβέρνηση θα επιθυμούσε να δημιουργήσει μια κρίση», επεσήμανε. Σε επιστολή τους προς τον Τραμπ 38 στρατηγοί και ναύαρχοι εν αποστρατεία υπογραμμίζουν ότι «αυτή η διεθνής συμφωνία επέτρεψε να εμποδιστεί το Ιράν να αποκτήσει πρόσβαση σε πυρηνικό όπλο».

Πάντως οι Ευρωπαίοι ανησυχούν για τις πιέσεις των ΗΠΑ. «Λέμε στους Αμερικανούς ότι η JCPOA δεν είναι τέλεια, όμως είναι η καλύτερη επιλογή», προειδοποιεί υψηλόβαθμος Ευρωπαίος αξιωματούχος στην Ουάσινγκτον. «Θα ήταν λάθος να τη χάσουμε», τόνισε.

Αλλά και στην Τεχεράνη η ευφορία του Ιουλίου του 2015 έδωσε τη θέση της στην απογοήτευση. Αν και η επιθυμία των Ιρανών να προσεγγίσουν τη Δύση παραμένει ισχυρή, όπως το απέδειξε η επανεκλογή του μετριοπαθούς Ροχανί, δεν έχουν δει ακόμη τους οικονομικούς καρπούς της συμφωνίας.

Η διατήρηση των αμερικανικών κυρώσεων εγείρει εμπόδια στις διεθνείς τράπεζες και επιχειρήσεις. Ωστόσο η γαλλική Total επιθυμεί να υπογράψει συμφωνία ύψους 4,8 δισεκ. δολαρίων για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων αερίου του Ιράν. Οι ξένες επενδύσεις στη χώρα περιορίστηκαν στα 3,4 δισεκ. δολάρια το 2016, πολύ μακριά από τα 50 δισεκ. που είχε υποσχεθεί ο Ροχανί.