Πριν από 22 χρόνια, η Ουάσινγκτον βρισκόταν σε αναβρασμό, καθώς ο τότε Αμερικανός πρόεδρος, Τζορτζ Μπους, ήταν έτοιμος να δώσει το πράσινο φως για μια εισβολή στη Βαγδάτη. Η προσδοκία ήταν ότι θα επρόκειτο για μια γρήγορη και θριαμβευτική αποστολή.

Ωστόσο, η Elisabeth Bumiller των New York Times γράφει πως, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποχώρησαν μετά από εννέα χρόνια και με περισσότερα από 4.000 θύματα για τους Αμερικανούς και 100.000 για τους Ιρακινούς, ο πόλεμος είχε μετατραπεί σε ένα ιστορικό δίδαγμα λάθος εκτιμήσεων και ανεπιθύμητων συνεπειών.

Το φάντασμα του Ιράκ, όπως το χαρακτηρίζει η Bumiller, τώρα πλανάται πάνω από μια βαθιά διχασμένη και ανήσυχη Ουάσινγκτον. Ο πρόεδρος Τραμπ, που έκανε εκστρατεία ενάντια στους «αιώνιους πολέμους» της Αμερικής, σκέφτεται μια γρήγορη ανάπτυξη αμερικανικής στρατιωτικής ισχύος στο Ιράν.

Ντόναλντ Τραμπ

Αυτή τη φορά η Bumiller εξηγεί πως μπορεί να μην υπάρχουν περίπου 200.000 αμερικανικά στρατεύματα συγκεντρωμένα στη Μέση Ανατολή ή αντιπολεμικές διαδηλώσεις σε όλο τον κόσμο. Όμως το αίσθημα του φόβου μοιάζει κατά πολλούς τρόπους το ίδιο.

«Πολλά σε αυτή την ιστορία είναι τα ίδια και επαναλαμβάνονται», είπε ο Vali R. Nasr, Ιρανοαμερικανός καθηγητής στο Johns Hopkins School of Advanced International Studies, αναφέροντας πως «Μια φορά και έναν καιρό, δεν ξέραμε και πιστέψαμε όλο τον ευχάριστο λόγο για το Ιράκ. Αλλά κάθε υπόθεση αποδείχτηκε λανθασμένη».

Υπάρχουν πολλές ομοιότητες. Η κυβέρνηση Μπους και οι σύμμαχοί της έβλεπαν την εισβολή στο Ιράκ ως μια «εύκολη υπόθεση» και υποσχέθηκαν ότι τα αμερικανικά στρατεύματα θα γίνονταν δεκτά ως απελευθερωτές. Υπήρχαν εσωτερικές διαφωνίες σχετικά με τις πληροφορίες των μυστικών υπηρεσιών που δικαιολογούσαν τον πόλεμο. Μια φάλαγγα νεοσυντηρητικών πίεζε σθεναρά για την ευκαιρία να απαλλαγούν από τον Σαντάμ Χουσεΐν, τον μακροχρόνιο δικτάτορα του Ιράκ.

Και η Αμερική κρατούσε την ανάσα της, περιμένοντας από τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους να ανακοινώσει την τελική του απόφαση.

Σήμερα, οι σύμμαχοι του Τραμπ υποστηρίζουν ότι η παροχή βοήθειας στο Ισραήλ μέσω της ρίψης μιας ειδικής βόμβας, γνωστής και σαν «Bunker Buster» στο Φορντό –την πιο οχυρωμένη πυρηνική εγκατάσταση του Ιράν– θα μπορούσε να είναι ένα μοναδικό χτύπημα που θα μεταμόρφωνε τη Μέση Ανατολή.

Υπάρχει διαφωνία σχετικά με τις πληροφορίες των υπηρεσιών πληροφοριών ανάμεσα στην Τούλσι Γκάμπαρντ, διευθύντρια των εθνικών υπηρεσιών πληροφοριών του Τραμπ, η οποία δήλωσε τον Μάρτιο ότι το Ιράν δεν κατασκευάζει ενεργά πυρηνικό όπλο, και στον κ. Τραμπ, ο οποίος απάντησε την Τρίτη: «Δεν με νοιάζει τι είπε». Πρόσθεσε μάλιστα ότι το Ιράν στην πραγματικότητα πλησιάζει στην απόκτηση πυρηνικού όπλου.

Ορισμένοι από τους ίδιους νεοσυντηρητικούς που πίεσαν για τον πόλεμο στο Ιράκ, γράφει η Bumiller, τώρα πιέζουν για πόλεμο με το Ιράν. «Πρέπει να πας σε πόλεμο με τον πρόεδρο που έχεις», δήλωσε ο Γουίλιαμ Κρίστολ, πολιτικός σχολιαστής που αντιτίθεται στον Τραμπ και είναι αρχισυντάκτης του The Bulwark, ο οποίος υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής του πολέμου στο Ιράκ. «Αν πραγματικά πιστεύεις ότι το Ιράν δεν μπορεί να έχει πυρηνικά όπλα, έχουμε μια ευκαιρία να τελειώσουμε τη δουλειά».

Έτσι για μια ακόμα φορά το έθνος περιμένει με κομμένη την ανάσα την απόφαση του προέδρου.

«Ίσως το κάνω, ίσως όχι, κανείς δεν ξέρει τι θα κάνω», είπε ο κ. Τραμπ την Τετάρτη όταν ρωτήθηκε σχετικά με την πρόθεσή του να πλήξει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.

Υπάρχουν και πάλι τα γνώριμα ερωτήματα για το τι θα ακολουθήσει. Ο κ. Μπους είχε προσγειωθεί στο αεροπλανοφόρο Abraham Lincoln, και κάτω από ένα πανό με τη φράση «Mission Accomplished» (Αποστολή Ολοκληρώθηκε) είχε δηλώσει θριαμβευτικά ότι οι μάχες στο Ιράκ είχαν τελειώσει. «Όμως τη στιγμή που μιλούσε, η χώρα βυθιζόταν στο χάος», γράφει η Bumiller.

Σήμερα, πολλοί Αμερικανοί αξιωματούχοι φοβούνται ότι θα υπάρξει ευρύτερος πόλεμος εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες βομβαρδίσουν το Φορντό, με πιθανά αντίποινα σε βάσεις των ΗΠΑ στην περιοχή από φιλοϊρανικές πολιτοφυλακές, καθώς και επιθέσεις σε πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα από τους Χούθι, που υποστηρίζονται από το Ιράν.

Ο ναύαρχος William F. Fallon, ο οποίος το 2007 και 2008 είχε την ευθύνη όλων των αμερικανικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Μέση Ανατολή ως επικεφαλής της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ (CENTCOM), δήλωσε την Τετάρτη ότι ανησυχεί για την πιθανότητα η κατάσταση στο Ιράν να ξεφύγει εκτός ελέγχου μετά από ένα αμερικανικό πλήγμα.

«Ποιο είναι το σχέδιο;» είπε χαρακτηριστικά. «Ποια είναι η στρατηγική; Ποιος είναι ο επιθυμητός τελικός στόχος; Το να μην έχει το Ιράν πυρηνικό όπλο είναι κάτι με το οποίο ελάχιστοι θα διαφωνούσαν. Αλλά ποια σχέση θα έχουμε με το Ιράν στο ευρύτερο πλαίσιο της Μέσης Ανατολής; Απλώς αντιδρούμε παρορμητικά».

Ένα πρόσωπο που σύμφωνα με την Bumiller βλέπει λίγες ομοιότητες ανάμεσα στην πορεία προς τον πόλεμο στο Ιράκ και τη σημερινή κατάσταση είναι ο David H. Petraeus, ο στρατηγός που διοικούσε τις αμερικανικές δυνάμεις στο Ιράκ και το Αφγανιστάν και ηγήθηκε της 101ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας κατά την αρχική εισβολή στη Βαγδάτη.

«Πρόκειται σαφώς για πιθανή προετοιμασία στρατιωτικής δράσης, αλλά δεν είναι εισβολή σε μια χώρα», δήλωσε ο ίδιος την Τετάρτη.

Ο κ. Petraeus είπε ότι ο Τραμπ θα πρέπει να δώσει τελεσίγραφο στον Ανώτατο Ηγέτη του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, και να τον διατάξει να συμφωνήσει με την πλήρη αποσυναρμολόγηση του πυρηνικού του προγράμματος, αλλιώς θα αντιμετωπίσει «την πλήρη καταστροφή της χώρας του, του καθεστώτος του και του λαού του». Αν ο Ανώτατος Ηγέτης απορρίψει το τελεσίγραφο, πρόσθεσε ο Petraeus, «τότε ενισχύεται η νομιμότητά μας και μετά, με λύπη, τους ισοπεδώνουμε».

Σύμφωνα όμως με τον καθηγητή Nasr, ένα αισιόδοξο σενάριο μετά από ένα πλήγμα θα ήταν η πλήρης καταστροφή του Φορντό και ένα Ιράν που θα προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και θα συμφωνήσει σε ένα τέλος του πυρηνικού του προγράμματος.

Αλλά, αν οι Ιρανοί ανταποκριθούν στρατιωτικά, όπως δηλώνουν ότι θα κάνουν, ο κ. Nasr είπε ότι ο Τραμπ θα αναγκαστεί να απαντήσει με αντίποινα, ιδιαίτερα αν υπάρξουν Αμερικανοί νεκροί σε βάσεις των ΗΠΑ στην περιοχή.

«Και τότε δεν ξέρεις πού θα σταματήσει αυτό – και ο Τραμπ ρισκάρει πραγματικά μια επανάληψη του πολέμου στο Ιράκ», δήλωσε. «Το Ιράν είναι μεγαλύτερο από το Ιράκ», σημείωσε, «με πληθυσμό περίπου 90 εκατομμύρια και έναν πολύ πιο ικανό και εθνικιστικό στρατό από τον ιρακινό».