Ο δρ Ρέιμοντ Μούντι καθόταν στο κρεβάτι θανάτου της 74χρονης μητέρας του. Μετά από μια καθυστερημένη διάγνωση λεμφώματος non Hodgkin, οι γιατροί ανέφεραν ότι η ασθένεια είχε προχωρήσει τόσο πολύ, που η χημειοθεραπεία θα είχε μικρή επίδραση και ότι η μητέρα του είχε λιγότερο από δύο εβδομάδες ζωής. Σοκαρισμένοι οι συγγενείς του, συγκεντρώθηκαν για να την αποχαιρετήσουν, αλλά, όταν εκείνη πέθανε ήρεμα, κανείς τους δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα συμμετείχε σε αυτό που ο Μούντι αποκαλεί «κοινή εμπειρία θανάτου».
Το φαινόμενο, σύμφωνα με τον Μούντι, έναν γνωστό φιλόσοφο και ψυχίατρο, προσφέρει μια απάντηση στο μεγαλύτερο μυστήριο της ζωής: Τι συμβαίνει όταν πεθαίνουμε; «Η μητέρα μου ήταν η κολόνα της οικογένειάς μας και τότε έπρεπε εμείς να γίνουμε η δική της κολόνα», γράφει στο βιβλίο του «Απόδειξη ζωής μετά τον θάνατο». «Όλοι μας συγκεντρωθήκαμε στη Μάκον της Τζόρτζια, όπου διέμενε, για να είμαστε κοντά της κατά τις τελευταίες της ημέρες. Προσπαθούσαμε να της προσφέρουμε όσο το δυνατόν περισσότερη φροντίδα και αγάπη».
Την τελευταία της ημέρα, ήταν συγκεντρωμένοι γύρω από το κρεβάτι της, όταν έγινε σαφές ότι η στιγμή του θανάτου ήταν πολύ κοντά. «Όλοι κρατούσαμε τα χέρια μας σε κύκλο γύρω από το κρεβάτι της και περιμέναμε να πεθάνει», γράφει. «Καθώς το κάναμε, το δωμάτιο άλλαξε ξαφνικά σχήμα για όλους μας».
«Για μένα, το δωμάτιο πήρε το σχήμα μιας κλεψύδρας», λέει. «Τέσσερις από τους έξι από εμάς αισθανθήκαμε σαν να σηκωνόμαστε από το έδαφος σε έναν γυάλινο ανελκυστήρα. Εγώ αισθάνθηκα ένα δυνατό τράβηγμα προς τα πάνω, όπως και άλλοι δύο». Πολλοί από τους συγγενείς ανέφεραν επίσης ότι είδαν τον πατέρα τους, ο οποίος είχε πεθάνει ενάμιση χρόνο νωρίτερα, να στέκεται στην άκρη του κρεβατιού. «Και όταν λέω “τον είδαμε”, εννοώ ότι τον είδαμε σαν να στεκόταν μπροστά μας με σάρκα και οστά».
Όλοι όσοι ήταν παρόντες ανέφεραν ότι το δωμάτιο απέκτησε «μια μαλακή και θολή υφή και ήταν διάφανο, σαν το φως σε μια πισίνα τη νύχτα». Ο πεθερός του Μούντι, ένας ιερέας, το περιέγραψε ως εξής: «Ήταν σαν να άφησα το φυσικό μου σώμα και να μπήκα σε άλλο επίπεδο μαζί της. Ήταν κάτι που δεν έχει συμβεί ποτέ ξανά στη ζωή μου».
Αφού η μητέρα του Μούντι πέθανε, όλοι συγκέντρωσαν τις εντυπώσεις τους και συμφώνησαν ότι συνόδευσαν τη γυναίκα «τουλάχιστον σε ένα κομμάτι της διαδρομής της προς τον ουρανό». Όμως, αντί να είναι τρομακτικό ή ακόμα και ανατριχιαστικό, ανέφεραν ότι ήταν μία από τις πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής τους.
Ο Μούντι γράφει ότι «η επικοινωνία από έναν άλλον κόσμο έκανε τη θλίψη να αφήσει το δωμάτιο και να αντικατασταθεί με μεγάλη χαρά».
Ο Μούντι, ως πρώην ψυχίατρος που εργάστηκε σε νοσοκομείο υψίστης ασφαλείας, δεν είχε μεγαλώσει με θρησκευτικές πεποιθήσεις. Πίστευε μάλιστα ότι οι συζητήσεις για το τι γίνεται μετά τον θάνατον ήταν αστείες. Ωστόσο, οι μελέτες του με χιλιάδες ανθρώπους που ισχυρίστηκαν ότι πέθαναν και «είδαν» τι υπάρχει πέρα από τον θάνατο τον οδήγησαν να καθιερώσει τον όρο «εμπειρία κοντά στον θάνατο» (NDE) και τον έπεισαν ότι υπάρχει ζωή μετά από αυτόν.
«Ωστόσο, οι NDE από μόνες τους δεν αποτελούν αδιάσειστη απόδειξη της μετά θάνατον ζωής», λέει, «διότι είναι υποκειμενικές και δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν». Γι’ αυτό, όταν άκουσε για την «κοινή εμπειρία θανάτου» (SDE), πρώτα από μια καθηγήτρια ιατρικής σχολής που παρακολούθησε τον θάνατο της μητέρας της, ο Μούντι ήταν περίεργος. Θα μπορούσαν οι SDE να είναι το στοιχείο της αντικειμενικότητας, αποδεικνύοντας την ύπαρξη της μετά θάνατον ζωής;
Είχε μελετήσει το φαινόμενο για αρκετό καιρό προτού το ζήσει ο ίδιος και υποστηρίζει ότι οι SDE είναι πολύ πιο κοινές από ό,τι φαντάζονται οι περισσότεροι άνθρωποι. «Τα πράγματα που ακούω πιο συχνά είναι η αίσθηση ότι το δωμάτιο γεμίζει με φως και η συνείδηση της παρουσίας ή των φαντασμάτων των εκλιπόντων αγαπημένων του θανόντος που μπαίνουν στο δωμάτιο», λέει στην Daily Mail. «Άλλο ένα πράγμα που λένε είναι ότι αφήνουν το σώμα τους… και συνοδεύουν τον θανόντα στο μετά θάνατον», αναφέρει ο Μούντι.
Αυτές οι περιγραφές ταιριάζουν και με τη μαρτυρία της συγγραφέως, Λουίζα Μέι Άλκοτ, η οποία κατέγραψε τον θάνατο της αδελφής της, Ελίζαμπεθ, στο ημερολόγιό της. Συγκεκριμένα, περιέγραψε το φαινόμενο ενός «μικρού φωτεινού νέφους» που ανέβαινε από το σώμα της Ελίζαμπεθ και εξαφανιζόταν στον αέρα.
Η έρευνα του Μούντι στον τομέα της κοινής εμπειρίας θανάτου (SDE) τον έχει οδηγήσει σε μια ανακάλυψη που υποστηρίζει ότι αποδεικνύει την επιβίωση της ψυχής μετά το σώμα, αποκαλώντας την «πρωτοπορία στην αναζήτηση της μετά θάνατον ζωής».