Στις φυλακές οδηγήθηκε η 30χρονη από τη Βάρκιζα, η οποία κατηγορείται πως άφησε μόνο του το 13 μηνών κοριτσάκι της στο διαμέρισμα που διατηρούσε στην περιοχή, με αποτέλεσμα να καεί ζωντανό μέσα σε αυτό. Εκείνη, τη στιγμή που το σπίτι τυλίχθηκε στις φλόγες βρισκόταν έξω, μαζί με τον φίλο της.

Η ίδια μίλησε σε μεσημεριανή εκπομπή του ΣΚΑΪ και περιέγραψε τα όσα έγιναν εκείνες τις ώρες που ξέσπασε η πυρκαγιά, αλλά και τα παιδικά της χρόνια, τα οποία περιέγραψε ως ιδιαίτερα δύσκολα.

«Από την παιδική μου ηλικία μέχρι τώρα έχω περάσει πολύ δύσκολα. Δεν είχα καμία βοήθεια γενικότερα. Όλα αυτά τα βιώματά που δεν μπορούσα να τα αντέξω, γι’ αυτό και εκείνην την ημέρα ήθελα να βγω έξω οπωσδήποτε», ανέφερε.

«Εκείνο το βράδυ που έγινε το συμβάν, είχα πάρει τον άνθρωπο με τον οποίο συγκατοικούσα, να έρθει να προσέξει το παιδί για να βγω έξω, επειδή δεν μπορούσα άλλο, θέλω να πάρω λίγο αέρα. Του είχα εμπιστοσύνη, γιατί όταν τον φώναζα να έρθει να φυλάξει το παιδί, εκείνος πάντα το έκανε. Αυτό δεν συνέβαινε συχνά. Άντε, να είχε συμβεί μια με δύο φορές ακόμα…», ανέφερε στην εκπομπή «Μαζί σου».

Και πρόσθεσε: «Του είχα εμπιστοσύνη, γιατί αυτόν τον άνθρωπο τον ξέρω 8 χρόνια. Δεν είχα κάτι με αυτόν τον άνθρωπο τα τελευταία χρόνια, απλά συγκατοικούσαμε. Δεν είχε κάπου να μείνει… Το μόνο που υπήρχε, είναι ότι ήθελε να φροντίσει το παιδί. Τίποτα παραπέρα», τόνισε, για να διευκρινίσει ότι «δεν ήταν ο πατέρας του παιδιού αυτού, αλλά του δεύτερου παιδιού μου».

«Βρίσκομαι σε μια απελπιστική κατάσταση… Δεν έχω ούτε πατέρα, ούτε μητέρα, ούτε συγγενείς για να με βοηθήσουν. Όταν βρισκόμουν με τον σύντροφό μου, το μωρό το άφηνα στον συγκάτοικό μου. Είναι πραγματικά ένας άγγελος για μένα, στήριγμα (ο τελευταίος της σύντροφος). Καταλαβαίνουμε και νιώθουμε ο ένας τον άλλον. Μπορεί να είναι μικρό χρονικό διάστημα ο ένας μήνας, αλλά ήρθαμε πολύ κοντά», τόνισε στη συνέχεια.

Ωστόσο, επισήμανε πως παρόλο που είχε πει τα πάντα στον νέο της σύντροφο, «δεν του είχα πει όμως ότι συγκατοικούσα με έναν άνθρωπο, γιατί δεν ήθελα να δημιουργήσω θέμα. Τι να του έλεγα; Ότι συγκατοικώ με έναν άνθρωπο αναγκαστικά; Δεν ξέρω αν θα το καταλάβαινε…».

«Όταν ήμουν 11 ετών με βίασε ο φίλος της μάνας μου»

Ακόμα, αναφερόμενη στα παιδικά της χρόνια, εξομολογήθηκε: «Ήμουν υιοθετημένη Το έμαθα μόλις πέθανε η μητέρα μου, όταν ήμουν 17,5. Πατέρας δεν υπήρχε. Ζούσα με τη μάνα και τη γιαγιά. Δεν υπήρχε κάποιο αντρικό πρότυπο μέσα στο σπίτι. Η γιαγιά μου με τη μητέρα μου τσακώνονταν συνεχώς. Μιλάμε για ένα μαρτύριο, μια τρέλα. Δεν μπορούσαμε να καθίσουμε σε ένα τραπέζι σαν άνθρωποι να φάμε».

Και συνέχισε: «Η μητέρα μου φιλοξενούσε έναν άνθρωπο στο σπίτι, που έλεγε ότι ήταν οικογενειακός φίλος. Όταν ήμουν 11 ετών μου επιδείκνυε τα γενετικά του όργανα και με βίασε. Το είχα πει στη μητέρα μου, αλλά δεν την ενδιέφερε. Δεν έδωσε σημασία, μου είπε να φύγω εγώ από το σπίτι. Με έδιωξε για να μείνει εκείνος. Η γιαγιά μου δεν είχε καμία άποψη. Γινόταν ένας χαμός. Όλοι ήξεραν τι τραβάω και δεν έκαναν τίποτα… Η μητέρα μου προσπαθούσε με τα υλικά να μου δώσει αγάπη. Έτσι το ένιωθα εγώ σαν παιδί, αυτό καταλάβαινα. Δεν την ενδιέφερε ιδιαίτερα, για να με διώξει από το σπίτι».

Για το γεγονός ότι τελικά δεν έφυγε από το σπίτι, απάντησε: «Δεν μπορούσα να φύγω από το σπίτι, γιατί ήμουν 11 χρονών. Εν τω μεταξύ στο σχολείο με είχαν κάνει ρεζίλι. Είχα γίνει θέαμα. Δεν είχα φίλους, δεν είχα παρέες, τα παιδιά με κορόιδευαν. Περίμενα πώς και πώς να πάω σπίτι, αλλά και εκεί δεν ήξερα τι να κάνω. Η γιαγιά μου πέθανε όταν ήμουν 13. Τρία με τέσσερα χρόνια αργότερα πέθανε και η μητέρα μου. Στα 17,5 πήγα σε ορφανοτροφείο και έκατσα μέχρι τα 18 μου. Για εμένα αυτό ήταν σωτηρία. Είχα μια οικογένεια, κάποιους ανθρώπους να μιλήσω».

Για τον πρώτο της σύντροφο, είπε: «Από την περίοδο που ήμουν μέσα στο ίδρυμα και μέχρι που βγήκα, είχα μια σχέση. Ήμασταν μαζί τέσσερα χρόνια. Ήθελα ένα στήριγμα, γιατί δεν είχα κάποιον. Έκανα το πρώτο μου παιδί στα 22. Έκανα κάποια σχέση, γιατί στα μάτια αυτών των ανθρώπων έβρισκα τον ιδανικό σύντροφο, αλλά στην πορεία φαινόταν ότι έκανα λάθος».

«Η σχέση μετά τη γέννηση δεν διατηρήθηκε. Μου είπε ότι ήθελε να κρατήσει το παιδί, του είπα ότι εγώ θέλω να το βλέπω. Με ενδιέφερε να είναι καλά το παιδί. Εάν το κρατούσα εγώ, δεν θα είχε να φάει», για να αποκαλύψει ότι η μητέρα της «μου άφησε πολλά χρέη».