Στον ανακριτή παρουσιάστηκε νωρίτερα η 32χρονη γυναίκα από την Αλγερία που κατηγορείται για τη δολοφονία της 3χρονης κόρης της, Τζένα, η οποία βρέθηκε από λουόμενο να επιπλέει νεκρή σε παραλία του Παλαιού Φαλήρου.

Η ίδια αντιμετωπίζει τις βαρύτατες κατηγορίες της ανθρωποκτονίας από πρόθεση και της ενδοοικογενειακής επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Η κατηγορούμενη δηλώνει πλήρη αθωότητα και απορρίπτει τις κατηγορίες σε βάρος της.

«Θα καταθέσουμε τα σχετικά αιτήματά μας, χωρίς απολογητικό υπόμνημα. Είναι διατεθειμένη να διαφωτίσει τις Αρχές και να βοηθήσει να διαλευκανθούν οι συνθήκες θανάτου του παιδιού», δήλωσε η Εβίτα Βαρελά, συνήγορος υπεράσπισης της 32χρονης.

Η ίδια επιμένει πως η κατηγορούμενη δεν ευθύνεται για τον θάνατο της μικρής Τζένα, ενώ οι Αρχές συνεχίζουν την έρευνα ώστε να συλλέξουν κρίσιμα στοιχεία που θα ενταχθούν στη δικογραφία. Η συνήγορός της είχε δηλώσει νωρίτερα στο ΑΠΕ ότι η 32χρονη «δεν αποδέχεται την εκδοχή της ανθρωποκτονίας».

Η κατηγορούμενη, που δεν γνωρίζει ελληνικά, ενημερώθηκε για τις κατηγορίες μόνο αφού της εξήγησε η ίδια στη γαλλική γλώσσα τη βαρύτητα των πράξεων που της αποδίδονται.

Ο Γιώργος Καλλιακμάνης, επίτιμος πρόεδρος των Αστυνομικών Υπαλλήλων Νοτιοανατολικής Αττικής, είχε δηλώσει νωρίτερα ότι «αυτή η γυναίκα φαίνεται ότι έπνιξε το παιδί. Σημασία έχει όμως και το τι έκανε μετά αυτή η γυναίκα. Προσπάθησε να κρύψει τα στοιχεία του εγκλήματος, έβαλε σε μία σακούλα τα ρούχα που φορούσε και τα ρούχα των παιδιών για να μην αναγνωριστεί, έβαλε στη σακούλα μια βούρτσα και μια καρτέλα φάρμακα που θεωρώ ότι έχουν σχέση με το έγκλημα».

«Το γεγονός επίσης ότι προσπάθησε μέσα από εφαρμογές να βρει τον τρόπο που θα φύγει από την Ελλάδα και πήρε και την πρεσβεία της για το πώς μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ) θα μπορέσει να ξαναγυρίσει στη χώρα της, να κάνει ραντεβού με τον ΔΟΜ για να το “τρέξει” αυτό και να φύγει γρήγορα. Αυτό εμένα μου δείχνει ότι κακοποιούσε η ίδια το παιδί της, μπορεί όμως να ενημέρωσε κάποιον για το τι ακριβώς έκανε και μετά να πήρε καθοδήγηση από αυτόν τι να κάνει», πρόσθεσε ο Γιώργος Καλλιακμάνης.

Στη συνέχεια, όπως τόνισε: «Όλοι οι δολοφόνοι και όλοι οι άνθρωποι που λειτουργούν με τέτοιο τρόπο και κάνουν τέτοια εγκλήματα τις περισσότερες φορές δεν παραδέχονται (σ.σ. τις πράξεις τους). Για τη συγκεκριμένη γυναίκα φαίνεται ο τρόπος που λειτούργησε. Δεν είναι κακοποίηση να πάρεις το παιδί σου και να το βάλεις μέσα στη θάλασσα και να το σπρώχνεις όλο και πιο μέσα για να πνιγεί; Άρα; Αυτή η γυναίκα κακοποιούσε έτσι και αλλιώς το παιδί. Και τα χτυπήματα (σ.σ. που βρέθηκαν στο σώμα του παιδιού); Η εικόνα της σορού του παιδιού δεν ήταν εικόνα ενός παιδιού που έπεσε μια φορά και χτύπησε, είχε σπασμένα δόντια, είχε μώλωπες στο κεφάλι (…) το έσπασε στο ξύλο το παιδί».

«Για αυτήν προφανώς το παιδί αυτό ήταν βάρος. Και θα μου πείτε, γιατί χτύπησε το μικρό παιδί και όχι τα άλλα; Δεν ξέρουμε τι έκανε με τα άλλα, είναι σίγουρα κακοποιημένα ψυχολογικά, αλλά θεωρώ ως μικρότερο παιδί αυτό, έκλαιγε, είχε και τα θέματα υγείας, όσο πιο μικρό είναι ένα παιδί τόσο μεγαλύτερες είναι και οι απαιτήσεις», σημείωσε.

«Είναι η αρχή του κουβαριού της υπόθεσης»

Από την πλευρά του, ο ποινικολόγος Λουκάς Προυσανίδης δήλωσε: «Να πούμε ότι σε κάθε περίπτωση είναι μία υπόθεση η οποία έχει πολλά σκιερά σημεία και αν πραγματικά είναι δολοφόνος ή όχι δεν θα το κρίνουμε εμείς, αλλά θα το κρίνει το δικαστήριο. Όλοι έχουμε το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι την αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου».

Ο ίδιος εξήγησε, ότι «σήμερα στο στάδιο που βρισκόμαστε, η κατηγορία είναι ανθρωποκτονία από πρόθεση, οπότε περνάει από το στάδιο της ανάκρισης. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι ακόμα και το στάδιο της ανάκρισης, η απόφαση του ανακριτή και του εισαγγελέα σήμερα, είναι η αρχή του κουβαριού της υπόθεσης. Θα ξεκινήσει μια διαδικασία σήμερα η οποία θα είναι πλέον στο πλαίσιο της ανάκρισης και τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία θα συλλεχθούν θα “δέσουν” την υπόθεση αργότερα για το ακροατήριο».

«Είναι πιθανό σήμερα -κατά τη δική μου κρίση- ενδεχομένως να επιβληθεί το δυσμενέστερο μέτρο της προδικασίας που είναι η προσωρινή κράτηση».

«Φυσικά και παίζουν ρόλο οι μαρτυρίες των άλλων δύο παιδιών, σαφέστατα όμως θα πρέπει να υπάρχει και ο ρόλος των παιδοψυχολόγων, ώστε πράγματι αυτά τα παιδιά να πουν την αλήθεια, το τι ακριβώς έχει συμβεί. Είναι μία υπόθεση που δεν έχει αμιγώς νομικό χαρακτήρα, πρέπει και άλλες επιστήμες να συνδράμουν για να δούμε τι ακριβώς έχει συμβεί».

Το παιδί ήταν ζωντανό όταν μπήκε στο νερό, αυτό είναι ξεκάθαρο

«Το συμπέρασμα εκ μέρους της ιατροδικαστικής είναι ξεκάθαρο, το παιδί ήταν όντως ζωντανό όταν μπήκε στο νερό», ήταν η εκτίμηση του ιατροδικαστή, Δημήτρη Γαλεντέρη.

«Η απάντηση είναι σαφέστατη, έχει δοθεί ήδη. Δεν μπορεί ο ιατροδικαστής να αναγνωρίσει ευρήματα πνιγμού, εάν το παιδί δεν είναι ζωντανό όσο βρίσκεται εντός του νερού. Επίσης, το στοιχείο που έχει αναφερθεί, ότι βρέθηκε και άμμος εντός του κατώτερου αναπνευστικού, δηλαδή εντός του πνεύμονα, συνάδει με το στοιχείο ότι το παιδί βρισκόταν σε ρηχά νερά», εξήγησε ο Δημήτρης Γαλεντέρης, μιλώντας στον ΑNT1.

«Έγινε ένα πρώτο πόρισμα, αλλά αυτό θα ολοκληρωθεί όταν είναι γνωστά τα αποτελέσματα της τοξικολογικής και ιστοπαθολογικής εξέτασης. Δεν νομίζω ότι μπορεί να ανατραπεί. Αυτό που μπορεί να γίνει είναι να συμπληρωθούν στοιχεία στην ιατροδικαστική έκθεση, όπως ποια ήταν αυτή η χρόνια παθολογία που είχε το παιδί και αναγνωρίστηκε κατά τη νεκροψία και τη νεκροτομή. (…) Δυστυχώς, νομίζω ότι θέλει ένα εξάμηνο τουλάχιστον για να έχουμε τα αποτελέσματα από αυτές τις εξετάσεις, δεν είναι κάτι το οποίο θα τελειώσει σήμερα ή αύριο. Πρέπει να βγει ένα πιστοποιητικό θανάτου, να προχωρήσουμε στην ταφή της σορού – είναι και διαδικαστικό το θέμα, δεν είναι μόνο ιατρικό, επιστημονικό».