«Η Ελλάδα θα συνεχίσει να στηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας παρά το γεγονός ότι η γειτονική χώρα ακολουθεί διαφορετική πορεία», δήλωσε ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, στις Βρυξέλλες, όπου μίλησε, μεταξύ άλλων, για την τουρκική προκλητικότητα, τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς, την ΠΓΔΜ και άλλα ζητήματα. «Η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα έναντι οποίων απειλών και ειδικότερα στην πρόασπιση των συνόρων της που είναι και τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης», διαμήνυσε ο κ. Τσίπρας και επισήμανε πως ζήτησε ξεκάθαρες εγγυήσεις προκειμένου να προχωρήσει οποιοσδήποτε ευρωτουρκικός διάλογος. Πρέπει να γίνει σαφές στην Τουρκία ότι οφείλει το ταχύτερο δυνατόν να εγκαταλείψει τις λογικές διαρκώς προκλητικότητας καθώς από αυτές δεν έχει να κερδίσει, υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας και προσέθεσε: «Δεν έχει να κερδίσει απολύτως τίποτα παρά μόνο να χάσει στο πλαίσιο αυτό και λαμβάνοντας αυτές τις εγγυήσεις από τους εταίρους μας, υποστήριξα την πραγματοποίηση της συνόδου της Βάρνας». «Ζήτησα εγγυήσεις από τους εταίρους μας για τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς και ότι το θέμα θα τεθεί στη Βάρνα» υπογράμμισε ο πρωθυπουργός και είπε επίσης ότι τον διαβεβαίωσαν ότι το θέμα θα τεθεί στον Τούρκο Πρόεδρο. «Καταβάλαμε κάθε προσπάθεια να λυθεί το θέμα αυτό σε διμερές επίπεδο με την υποστήριξη των εταίρων μας, αυτό δεν κατέστη δυνατό», τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας. «Θα συνεχίσουμε τις προσπάθειες μας μέσω των διμερών σχέσεων αλλά στηριζόμαστε πλεον και στην επίσημη και ανοιχτή πρόθεση των εταίρων μας και συμμάχων μας για το ζήτημα» σημείωσε μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός. Σε ερώτηση για το δεσμευτικό χαρακτήρα του κειμένου των Ευρωπαίων εταίρων, ο πρωθυπουργός επανέλαβε πως ελπίζει η Τουρκία θα άλλαξε τακτική και να επανέρθει σε όρους καλής γειτονίας. Έχουμε το χέρι τεταμένο στη φιλιά και στο διάλογο, είπε ο πρωθυπουργός απαντώντας για τις σχέσεις μας με τη γειτονική χώρα. «Θέλουμε το διάλογο, θέλουμε τη συνεργασία, θέλουμε την ειρήνη, αλλά ξέρουμε να διεκδικούμε και το δίκιο μας» τόνισε ο πρωθυπουργός. Για τους Έλληνες στρατιωτικούς και τα τουρκικά δημοσιεύματα, είπε: «Όποιος επιχειρήσει να αξιοποιήσει ένα γεγονός, που είναι προφανές σε όλους ότι συνέβη εκ παραδρομής, να το χρησιμοποιήσει σε βάρος δύο χωρών, θα κάνει τεράστιο λάθος, θεωρώ ότι αυτά τα δημοσιεύματα δεν έχουν τίποτα να προσθέσουν». Για τον φόβο θερμού επεισοδίου ο κ. Τσίπρας ανέφερε: «Δεν φοβόμαστε και δεν πρέπει και ελληνικός λαός να έχει αυτή την αίσθηση του φόβου. Μία τέτοια ενέργεια είναι σαφές ότι όποιος την προκαλούσε ουσιαστικά θα ήταν σαν να πυροβολεί τα πόδια του», απάντησε ο πρωθυπουργός. «Απευθύνουμε έκκληση στην απέναντι πλευρά να σοβαρευτούν» είπε ο Αλέξης Τσίπρας, σημειώνοντας ότι σήμερα θα έπρεπε να συζητάμε με την Τουρκία για τον τουρισμό και για την οικονομική ανάπτυξη και τις επενδύσεις και όχι για θερμό επεισόδιο. «Μέσα σε μία κυβέρνηση δεν είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούν όλοι την ίδια ορολογία, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν συμφωνούν» είπε ερωτηθείς για τις τοποθετήσεις του Πάνου Καμμένου. «Εάν ένα γεγονός προσπαθεί να χρησιμοποιηθεί από τη μία ή από την άλλη πλευρά ως γεγονός ομηρίας, θα πρέπει να το ξανά σκεφτεί γιατί θα δημιουργούσε αρνητική επίδραση και στις ευρώ-τουρκικές σχέσεις. Θέλω να πιστεύω ότι δεν υπάρχει τέτοια πρόθεση και σύντομα θα υπάρξει θετική εξέλιξη», είπε ο πρωθυπουργός. Για την επίθεση με το νευροπαραλυτικό παράγοντα εναντίον ενός Ρώσου στην Αγγλία, ο πρωθυπουργός εξέφρασε την αλληλεγγύη του στη Μεγάλη Βρετανία και επισήμανε την ανάγκη διαλόγου και συμμετοχής και της Ρωσίας στη διαλεύκανση της υπόθεσης. Αναφέροντας ως παράδειγμα μάλιστα την προκλητικότητα της Τουρκίας που είναι δεδομένη προς τη χώρα μας, σημείωσε ότι η Ελλάδα ακόμα και κάτω από αυτό το πρίσμα επιμένει στο διάλογο αυτό, και αυτό προέκρινε ο πρωθυπουργός στους Ευρωπαίους εταίρους και για την υπόθεση του Ρώσου που δηλητηριάστηκε στη Μεγάλη Βρετανία. Ο πρωθυπουργός ενημέρωσε και για τις διαπραγματεύσεις με την ΠΓΔΜ για το ονοματολογικό, λέγοντας ότι «αναζητούμε έναν έντιμο συμβιβασμό που θα είναι επωφελής όχι μόνο για τις δύο χώρες, αλλά για την Ευρώπη συνολικά, στο πλαίσιο πάντα των αρχών και των θέσεων που έχουμε περιγράψει».