Στα σημαντικά βήματα, που έχουν γίνει στη χώρα τα τελευταία χρόνια στάθηκε ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, που συμμετείχε νωρίτερα σήμερα στο «2nd Deloitte ElevateRE: Α 360 view fot Real Estate» και συνομίλησε με τον CEO της Deloitte Δημήτρη Κουτσόπουλο για τις προοπτικές του κλάδου του Real Estate στην Ελλάδα και τις πρωτοβουλίες που λαμβάνει η Κυβέρνηση για την ενίσχυσή του.
Διευκρίνισε, ωστόσο, με νόημα πως «είναι δύο οι κίνδυνοι, που πρέπει να αποφύγουμε στον δημόσιο λόγο. Ο ένας είναι να πανηγυρίζουμε, γιατί έχουμε πάρα πολλά ακόμα να λύσουμε και ο άλλος είναι να μηδενίζουμε». Ο κ. Μαρινάκης δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει τους διοργανωτές για την τιμητική πρόσκληση σημειώνοντας ότι «η συμμετοχή σε τέτοιες συζητήσεις, το να έρθουμε κοντά με ανθρώπους της αγοράς είναι απαραίτητο στοιχείο, για να έχει αποτέλεσμα αυτό το οποίο κάνουμε».
Τόνισε δε ότι η Ελλάδα είναι σε μια διαδικασία συνεχούς μετατροπής -από μια χώρα αντι-παράδειγμα σε όλα τα επίπεδα, κάτι το οποίο αντανακλά πολύ στις θυσίες και τις προσπάθειες των ίδιων των πολιτών, μια χώρα που έδιωχνε τα δικά της παιδιά στο εξωτερικό, 650.000 νέοι έφυγαν μέσα σε λίγα χρόνια από την Ελλάδα- σε μια χώρα με μια κανονική λειτουργία, που πρωτοπορεί σε κάποιους τομείς. Αρχίζει δηλαδή και πρωταγωνιστεί σε μια σειρά από τομείς. Επιστρέφουν 420.000 από αυτούς που έφυγαν και αυτοί που υπέμειναν και έμειναν έχουν αρχίσει και αντιλαμβάνονται, ότι κάποια πράγματα αρχίζουν και λειτουργούν».
Αναφορικά με το Εθνικό Σχέδιο για την αξιοποίηση της Δημόσιας ακίνητης Περιουσίας, τα ζητήματα για τα οικιστικά ακίνητα και τις συμπράξεις ΣΔΙΤ για αξιοποίηση αδρανών ακινήτων ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε πως «η συζήτηση και όποια επιμέρους συζήτηση έχει να κάνει με το στεγαστικό είναι η πιο σοβαρή και σημαντική συζήτηση, κυρίως για τις νεότερες γενιές. Μεγαλώσαμε σε σπίτια που ήταν σχεδόν αυτονόητο και στη γενιά των γονιών μας και στην γενιά των παππούδων μας, ακόμα και σε δύσκολες περιόδους, ότι θα μείνει στο τέλος στην οικογένεια ένα σπίτι, θα κάνουμε το δικό μας σπίτι, θα αφήσουμε ένα τουλάχιστον σπίτι στα παιδιά μας. Αυτό τώρα δεν είναι δεδομένο ούτε στη δική μου τη γενιά και είναι μια από τις βασικές αιτίες που αυτό μεγαλώνει την απόσταση των νεότερων ανθρώπων και ειδικά αυτών που είναι από το πρωί μέχρι το βράδυ στη δουλειά τους, από το πολιτικό σύστημα, από τους θεσμούς, από μια σειρά από ριζωμένες αντιλήψεις.
Άρα είναι εθνικής σημασίας η μείωση των συνεπειών της στεγαστικής κρίσης και υπάρχει εθνικό σχέδιο για την αξιοποίηση της δημόσιας ακίνητης περιουσίας. Ήδη έχει ξεκινήσει και εκπονείται. Ο στόχος ποιος είναι; Αναξιοποίητα κτίρια του δημοσίου να αποδοθούν για ανέγερση νέων κατοικιών. Βάζουμε έναν όρο 30% κοινωνικές κατοικίες, δηλαδή να δοθούν σε ανθρώπους, οι οποίοι έχουν μείζον ζήτημα στέγης. Δεν έχουν, δηλαδή, τη δυνατότητα να νοικιάσουν ένα αξιοπρεπές σπίτι και το υπόλοιπο -και εδώ είναι οι παρεμβάσεις που αυτή τη στιγμή θέλει να εκπονήσει τους επόμενους μήνες, για να μην πω επόμενες εβδομάδες, το αρμόδιο υπουργείο- να μπορεί να δοθεί ακόμα και για αγορά, για να είναι πολύ πιο ελκυστική αυτή η επέμβαση.
Μια δεύτερη παρέμβαση είναι ότι δεν πρέπει να μιλάμε μόνο για ανέγερση νέων κατοικιών, αλλά και για ανακατασκευή, προσαρμογή υπαρχουσών υποδομών, γιατί υπάρχουν αναξιοποίητες εκτάσεις, υπάρχουν, όμως, και περιπτώσεις όπου μπορεί με την προσαρμογή ή ανακατασκευή υφιστάμενων κτιρίων η κατάσταση να βελτιωθεί. Για να μπορέσει αυτό να λειτουργήσει και αυτή είναι η τρίτη παρέμβαση που δρομολογείται, χρειάζεται και η σύσταση ενός Ενιαίου Εθνικού Φορέα Διαχείρισης όλων αυτών των ακινήτων, προτεραιοποίηση επενδύσεων, παρακολούθηση της υλοποίησής τους για να υπάρχει αποτέλεσμα. Έχουμε μια στεγαστική πολιτική, η οποία εκτείνεται σε 40 επιμέρους πολιτικές και ξεπερνούν με βάση τα όσα έχουμε σχεδόν ήδη εφαρμόσει, τα 6 δισ. ευρώ. Μια πτυχή της είναι η αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου. Να σας πω, επίσης, δύο δεδομένα που για κάποιους μπορεί να είναι και είδηση. ΕΤΑΔ, Υπερταμείο: 6.500 ακίνητα, τα οποία θέλουμε να πέσουν στην αγορά 1.000 άμεσα, δηλαδή τους επόμενους μήνες. Επιπλέον, 25.000 κατοικίες ή κτίσματα προς χρήση κατοικίας, εκ των οποίων 10.000 άμεσα και το 60% σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Αυτή είναι η εθνική μας στρατηγική είτε για την κοινωνική στέγη είτε για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας».
Ο Παύλος Μαρινάκης επέμεινε ότι η συζήτηση για την αξιοποίηση των εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης από την Πολιτεία αφορά στο παρόν και επεσήμανε ότι «είμαστε από τις κυβερνήσεις που προσαρμοστήκαμε σε αυτά τα δεδομένα, θεωρώ αρκετά γρήγορα. Έχουμε μια Ειδική Γραμματεία Foresight που μέσα σε αυτήν υπάρχει ο σχεδιασμός της τεχνητής νοημοσύνης. Υπάρχει ειδική ομάδα, η οποία τρέχει τα θέματα αυτά στην Προεδρία της Κυβέρνησης, δηλαδή υπάγεται απευθείας στον Πρωθυπουργό. Έχει μπει η τεχνητή νοημοσύνη σε κάποιες λειτουργίες του Δημοσίου, όπως ο ψηφιακός βοηθός.
Χρησιμοποιείται ήδη σε συστήματα αξιολόγησης πολιτικών, αλλά και υπηρεσιών. Έχει μπει δυναμικά στον τουρισμό. To mAiGreece. Να σας πω ότι, έχοντας την ευθύνη του χαρτοφυλακίου των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, εντυπωσιάστηκα όταν προσεκλήθη από την ΠΟΕΣΥ, η οποία ήταν η πρώτη ένωση, η οποία έβαλε την τεχνητή νοημοσύνη στο χαρτί. Δηλαδή έφτιαξε κώδικα δεοντολογίας για τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης».
Όσον αφορά στην πρόοδο για τη ψηφιοποίηση του Κτηματολογίου ο Υφυπουργός τόνισε: «Είναι δύο έργα που τρέχουν παράλληλα: το έργο της κτηματογράφησης και το έργο της ψηφιοποίησης των αρχείων των υποθηκοφυλακείων. Η κτηματογράφηση είναι μία από τις πιο φιλόδοξες υποχρεώσεις του Δημοσίου. Όσοι δικηγόροι φίλοι μου άκουσαν αρχικά το σχέδιο της κυβέρνησης για το Κτηματολόγιο, μου είπαν “καλύτερα να μην βγάλετε αυτά τα πράγματα, δεν πρόκειται να γίνουν”. Έχει κάποια “σημεία χάους” το ελληνικό δημόσιο, ίσως είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά. Που είμαστε σήμερα; Είμαστε στο 65%. Για την ακρίβεια θα φτάσουμε στο 65% στο τέλος αυτού του μήνα, για το Κτηματολόγιο μιλάω. Το 75% είναι ένας στόχος που θα πιαστεί τον Σεπτέμβριο, δηλαδή σε τρεις μήνες και η εκτίμηση ολοκλήρωσης το 2025, που είναι ένας στρατηγικός στόχος, είναι στο 90% – 95%. Στα αρχεία των υποθηκοφυλακείων η κατάσταση ήταν πολύ πιο προβληματική, γιατί έπρεπε να γίνει μία ψηφιοποίηση δεκαετιών ή και αιώνων, αναλόγως την περίπτωση. Τώρα είμαστε στο 62% και υπάρχει αυτή τη στιγμή μια γεωμετρική αύξηση παραδοτέων, για να πιάσουμε τον στόχο του πάνω από το 90% εντός του 2025. Αυτό το ξαναλέω, είναι εθνικοί στόχοι λόγω και των πηγών χρηματοδότησης και από ευρωπαϊκούς πόρους».
Για την στρατηγική της κυβέρνησης για την ενίσχυση της προσέλκυσης των ξένων επενδυτών στο Real estate και τυχόν νέα φορολογικά ή θεσμικά κίνητρα ο κ. Μαρινάκης δήλωσε: «Το 2024 ήταν η χρονιά ρεκόρ στις άμεσες ξένες επενδύσεις real estate, 2 δισ. ευρώ εισροή κεφαλαίων. Και κάποιοι μπορεί πολιτικά να τα ειρωνεύονται όλα αυτά, αλλά σίγουρα όταν πρέπει να δώσεις συνεχώς παραπάνω λεφτά σε αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη, στη μεσαία τάξη, σε ανθρώπους οι οποίοι έχουν ζήτημα, ακόμα και το ένα ενοίκιο -το οποίο όντως δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα, αλλά όλα αυτά είναι λεφτά τα οποία προκύπτουν από κάπου, δεν φυτρώνουν από κάπου. Η χώρα έχει καταφέρει και έχει τρεις πηγές εσόδων. Η πρώτη και κυριότερη είναι η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Η δεύτερη είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας, οι οποίες όμως και αυτές δεν φυτρώνουν – πρέπει να υπάρχουν επενδύσεις, για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας- και η τρίτη είναι η ανάπτυξη, δηλαδή η αύξηση του ΑΕΠ, που είναι αποτέλεσμα ενδεχομένως και του πρώτου και του δεύτερου πυλώνα. Το real estate έχει κυρίαρχη θέση και σημειώνει αύξηση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Νομίζω ότι υπάρχουν καίριες παρεμβάσεις που θα δώσουν ακόμα μεγαλύτερη ώθηση. Αρχικά είναι η διευθέτηση των ζητημάτων του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού.
Και εδώ λοιδορήθηκε η κυβέρνηση που έκανε το αυτονόητο, δηλαδή να προσαρμοστεί σε κάποιες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Είναι δεδομένο ότι πρέπει να σεβόμαστε τοπικές ιδιομορφίες, από την άλλη όμως είναι και επιτακτική ανάγκη να μην σταματάει η οικοδομή. ‘Αλλες είναι οι ανάγκες που έχει μια αστική περιοχή, άλλες είναι οι ανάγκες και τα όρια που πρέπει να έχει μια άλλη περιοχή, όπως είναι η Κηφισιά ή η Φιλοθέη ή ο ‘Αλιμος, δήμοι οι οποίοι έχουν εκφράσει κάποιες ενστάσεις. Το κοινό όμως όλων αυτών των περιοχών είναι ότι δεν πρέπει να σταματήσει η οικοδομή. Αυτός είναι και ο στόχος της κυβέρνησης. Επιπλέον, χρειάζονται μέτρα μόνιμης στήριξης και σε επίπεδο επιδομάτων που να έχουν μόνιμο χαρακτήρα, αλλά όλοι οι άνθρωποι οι οποίοι δουλεύουν, οι άνθρωποι της αγοράς, οι επαγγελματίες, ξέρουν ότι ο καλύτερος και ασφαλέστερος τρόπος να αυξηθεί το εισόδημα κάποιου ή να βοηθηθεί μια επένδυση για να αυξηθεί με αυτόν τον τρόπο στην συνέχεια το εισόδημα των εργαζόμενων, είναι οι φοροαπαλλαγές και φοροελαφρύνσεις. Στο ευρύτερο κομμάτι του real estate, στον ευρύτερο αυτό τομέα δραστηριότητας και επαγγελματικής δραστηριότητας, είμαστε η κυβέρνηση που μετά από δεκαετίες προχώρησε σε φοροελαφρύνσεις και φοροαπαλλαγές. Απαλλαγή από τον ΦΠΑ για νέες οικοδομές. Οι πρωτοβουλίες που πήραμε στον τελευταίο προϋπολογισμό, για φοροαπαλλαγές αν μετατρέψει κάποιος μια βραχυχρόνια σε μακροχρόνια μίσθωση ή αν ανοίξει ένα ακίνητο, το φτιάξει και του δώσει για μακροχρόνια μίσθωση. Και βέβαια τώρα ετοιμαζόμαστε για μια ΔΕΘ, που είναι ουσιαστικά όλα αυτά που θα ζήσουμε το 2026, η οποία θα έχει στον πυρήνα της φόρους λιγότερους ή και μακάρι ακόμη λιγότερους. Φοροελαφρύνσεις, δηλαδή φοροαπαλλαγές μόνο, με στόχο την περαιτέρω εκτόξευση της οικονομικής δραστηριότητας και τη στήριξη των εργαζομένων που ανήκουν στη μικρομεσαία – μεσαία οικονομική τάξη. Γιατί; Γιατί τώρα υπάρχει και ακόμα παραπάνω δυνατότητα. Oι 72 άμεσοι και έμμεσοι φόροι που έχουμε μειώσει είναι σημαντικοί, αλλά χρειάζονται και πολύ περισσότεροι. Και βέβαια κάποια στιγμή ελπίζω και οι πολιτικοί μας αντίπαλοι να μάθουν, ότι είναι άλλο πράγμα οι φορολογικοί συντελεστές, άλλο τα φορολογικά έσοδα. Εμείς θέλουμε να μειώνουμε φορολογικούς συντελεστές και να αυξάνουμε τα φορολογικά έσοδα».
Για την εθνική στρατηγική για την ανάπτυξη του τουριστικού Real Estate και την ενίσχυση των τοπικών κοινωνιών ο Υφυπουργός επεσήμανε πως η λέξη κλειδί είναι ισορροπία. «Πριν από κάποια χρόνια ήταν η εισροή κεφαλαίων πολύ μεγαλύτερη προτεραιότητα. Και τώρα παραμένει, αλλά φαίνεται ότι με τα επίσημα στοιχεία έχουμε πετύχει και με το παραπάνω τους στόχους. Και όταν μιλάμε για τουρισμό, εγώ θεωρώ ότι πρέπει να μιλάμε περισσότερο για έσοδα από τον τουρισμό, παρά για το πλήθος ανθρώπων που έρχεται. Βέβαια το ένα συνδέεται με το άλλο. Αλλά όσο πιο αποτελεσματική είναι η πολιτική σου, τόσο το ποσοστό υπέρ του δευτέρου είναι μεγαλύτερο. Δηλαδή, αν το σκεφτεί κανείς ως ένα κλάσμα, που ο αριθμητής είναι πόσα λεφτά κερδίζεις σε σχέση με το πόσοι έρχονται, πρέπει να αυξάνεις όσο γίνεται περισσότερο τα έσοδα. Πως γίνεται αυτό; Και είναι για μένα μία από τις προτεραιότητες της πολιτικής μας; Είναι πως μπορείς να κρατάς τους ανθρώπους αυτούς παραπάνω ημέρες να αφήνουν περισσότερα λεφτά, γιατί τους αρέσει αυτό το οποίο βλέπουν, θεωρούν ότι οι υπηρεσίες αξίζουν και το δεύτερο είναι η ισορροπία με τις τοπικές κοινωνίες. Πως προχωράει η συζήτηση αυτή; Έχουμε ένα νέο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον τουρισμό. Είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για όλα αυτά τα οποία συζητάμε. Υπάρχουν μεγάλα ζητήματα τα οποία δεν πρέπει να τα υποτιμούμε. Δηλαδή αντέχουν όλα τα νησιά, όλους αυτούς τους τουρίστες; Η απάντηση είναι κάποιες φορές ναι και κάποιες φορές όχι.
Γι’ αυτό και λάβαμε αποφάσεις για την κρουαζιέρα. Δεν ήταν ιδιαίτερα εύκολες για ένα συγκεκριμένο κλάδο, αλλά από την άλλη οι εικόνες που είδαμε φέτος από τη Σαντορίνη μας προβλημάτισαν και προχωρήσαμε σε κάποιες συγκεκριμένες αποφάσεις. Το ποσό μπήκε όχι για να διώξουμε τον κόσμο από την Σαντορίνη, ίσα ίσα, αλλά για να απλωθεί στο χρόνο. Να μπορεί δηλαδή ένα νησί, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα η Σαντορίνη, να αντέξει το συγκεκριμένο αριθμό ανθρώπων. Μια άλλη πολύ σοβαρή συζήτηση είναι το νερό, η λειψυδρία. Εδώ, υπήρξε μια πολιτική περισσότερο προληπτική από το υπουργείο, σε αντίστοιχη λογική με το ρεύμα, που εκεί έχουμε βγει μια φορά νικητές -να μην το ματιάσω- σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης. Χρειάζεται προσοχή όταν λες κάτι τέτοιο. Κοιτάξτε, ο τουρισμός πρέπει σε όλα τα επίπεδα να απενοχοποιηθεί. Απενοχοποίηση δε σημαίνει να γκρεμίσεις τα όρια. Οτιδήποτε δεν έχει όρια και είναι ασύδοτο, δεν είναι συμφέρον για τον κόσμο. ‘Αρα, το ξαναλέω, να έχουμε στο μυαλό μας, όχι μόνο πόσοι έρχονται, αλλά πόσα αφήνουν στη χώρα μας, δηλαδή πόσο θέλουν να αφήσουν τα χρήματά τους στη χώρα μας. Αυτό έχει να κάνει με τις υποδομές, με τις συμπεριφορές, με τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν.
Να πω ένα άλλο παράδειγμα: η πολιτική για την εργασία. Μην έχετε καμία αμφιβολία, αυτό αντανακλά και στο εξωτερικό. Η Ελλάδα είχε μία λογική, σε κάποια νησιά, ασύδοτη. Αυτό σε κάποιους ανθρώπους που είχαν μάθει να έχουν άλλη λογική απέναντι στους εργαζόμενους ήταν ιδιαιτέρως αποκρουστικό. Και όλο αυτό το πράγμα μειώνεται πολύ. Έχουμε υπέρ – πολλαπλασιασμό των δηλωθεισών υπερωριών, έχουμε εφαρμογή της κάρτας εργασίας -με πολιτικό κόστος θα πω εγώ- για τον τουρισμό. ‘Αρα είναι σύνθετη άσκηση. Είναι χρονιές ρεκόρ για το Real Estate και τον τουρισμό και σε έσοδα και σε αφίξεις, αλλά αυτό δεν πρέπει να μας κάνει να εφησυχάζουμε».
Στο ερώτημα πώς διαμορφώνεται το όραμα της κυβέρνησης για την Ελλάδα του 2030 ως επενδυτικό προορισμό και ποια είναι τα τρία θεμελιώδη στοιχεία στα οποία θα πρέπει να εστιάσουμε, ώστε η σημερινή δυναμική να μετατραπεί σε σταθερή και διεθνώς αναγνωρίσιμη επενδυτική ταυτότητα, ο κ. Μαρινάκης σημείωσε: «Η Ελλάδα είναι μια χώρα που κατάφερε να ανέβει ένα πολύ μεγάλο μέρος, το μισό τουλάχιστον ενός ανηφορικού δρόμου. Έχει ακόμα, λοιπόν, άλλο τόσο να ανέβει. Και όσο ανεβαίνεις μια ανηφόρα, τόσο περισσότερο είναι συσσωρευμένη και η κόπωση και αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να το παραβλέψουμε. Δηλαδή μπορεί για κάποιον ο οποίος έχει αναλάβει ένα υπουργείο μια συγκεκριμένη περίοδο, μια κρίση όπως είναι η πανδημία ή όπως είναι η διαχείριση των συνεπειών της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, σε συνέχεια της πανδημίας, να ήταν μια “νέα” κρίση. Αλλά για τον μέσο πολίτη ήταν μια ακόμα κρίση. ‘Αρα, νομίζω το πρώτο έχει να κάνει με το να μιλάμε για μια δίκαιη ανάπτυξη. Ο στόχος βέβαια είναι να έχουμε ανάπτυξη γιατί δεν είχαμε. Στην Ευρώπη “έβρεχε ανάπτυξη” και στην Ελλάδα “κρατούσαμε ομπρέλα” τα προηγούμενα χρόνια. Αντιθέτως, τα τελευταία χρόνια που η Ευρώπη είναι στα όρια της ύφεσης στην ανάπτυξη, η Ελλάδα είναι στις τρεις πρώτες θέσεις αύξησης του ΑΕΠ και μείωσης αντιστοίχως και του χρέους ως προς το ΑΕΠ. ‘Αρα το πρώτο, η επόμενη πίστα είναι να μιλάμε για δίκαιη ανάπτυξη, για να μην μιλάμε με “ξύλινα” συνθήματα.
Να μετράμε, πολύ περισσότερο, αν αυτό φτάνει στην τσέπη των πολιτών. Αν αυτό πηγαίνει σε όλες τις επιχειρήσεις και στις μεγάλες, αλλά και στις μικρομεσαίες. Το δεύτερο είναι η ισόρροπη ανάπτυξη. Δηλαδή όχι μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά σε όλη την Ελλάδα. Και όταν μιλάμε για ισόρροπη ανάπτυξη, να μιλάμε και για την ίδια την Αττική ή την Θεσσαλονίκη, δηλαδή για όλους τους δήμους. Σίγουρα δήμους οι οποίοι έχουν μια “παράδοση” στο να προσελκύουν τις μεγάλες επιχειρήσεις, όπως είναι το Μαρούσι. Σας δίνω ένα παράδειγμα στα νότια, το Ελληνικό, αλλά και δήμοι που είναι κοντά σε αυτές τις περιοχές και πολύ παραπάνω βέβαια στην ελληνική περιφέρεια. Και γιατί είναι κρίσιμο αυτό; Το κρίσιμο είναι γιατί λύνεις, άμα πετύχεις ουσιαστικά την αποκέντρωση εν μέρει και άλλα μεγάλα θέματα, όπως είναι η κίνηση στους δρόμους ή και το στεγαστικό. Όταν ψάχνουν 100 άνθρωποι ένα σπίτι σε μια περιοχή, προφανώς σε αυτό το σπίτι δύσκολα θα πέσει και η τιμή του. Αν οι 20 – 30 από αυτούς πάνε σε δύο – τρεις νομούς πέριξ των Αθηνών, τότε αυτό είναι εντελώς διαφορετικό. Και ο τρίτος στόχος είναι όλο αυτό το οποίο συζητάμε να δώσει μια προοπτική, μια κουλτούρα, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση της στέγης. Η στέγη είναι δικαίωμα. Δεν είναι κάτι το οποίο είναι μια πολυτέλεια ή κάτι το οποίο κάποιοι από εμάς μπορούμε να το καταφέρουμε. Με την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που γίνονται τώρα μπορεί η πλειοψηφία των νέων ανθρώπων να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι».
Πηγή: ΑΠΕ