Ο Στράτος Τζώρτζογλου έγινε 60 ετών στις 5 Αυγούστου και, με αφορμή τα γενέθλιά του, έκανε μια προσωπική ανάρτηση στα social media, εκφράζοντας σκέψεις για το πέρασμα του χρόνου και τη σχέση του με το θέατρο.

Ο ηθοποιός μοιράστηκε φωτογραφίες όπου ποζάρει με κοστούμι και ένα ποτήρι κρασί στο χέρι, έχοντας φόντο το ηλιοβασίλεμα της Σαντορίνης και τη θάλασσα, και δήλωσε πως αισθάνεται ότι κλείνει έξι ζωές. Στην ανάρτησή του δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει όλους όσοι τον έχουν στηρίξει στη διαδρομή του μέχρι σήμερα.

Η ανάρτηση του Στράτου Τζώρτζογλου στο Instagram

Σήμερα Γενέθλια – κλείνω 6 ζωές. Ένα βαθύ ευχαριστώ σε όσους μου στάθηκαν δίπλα μου. Η πρώτη αλήθεια είναι ο θάνατος. Απομένει να μάθουμε ποια είναι η τελευταία.

Να τι είναι αυτό που περιμένω κάθε χρόνο, με μια ρυτίδα περισσότερο στο μέτωπο. Ένας αμετανόητα ερωτευμένος που πηγαίνω πάντα νωρίτερα στο σημείο, το κρυφό της συνάντησης, με την ίδια λαχτάρα, το ίδιο σφίξιμο στο λαιμό, το ίδιο βημάτισμα επάνω – κάτω και περιμένω… Τι; Ίσως αυτό, θα έλεγα, που αν δεν ανέβει να γίνει δάκρυ, πήζει στο στήθος και βαραίνει και ο κόσμος όλος άξαφνα φαίνεται τόσο γλυκός και τόσο πικρός μαζί.

Κάποτε είναι μια κοπέλα, κάποτε, πάλι, δυο – τρεις στίχοι, πολλές φορές, απλά και μόνον το καλοκαίρι.

Να γιατί «παίζω». Γιατί το Θέατρο αρχίζει από κει που την τελευταία λέξη δεν την έχει ο Θάνατος.

Είναι η λήξη μιας ζωής και η έναρξη μιας άλλης, που είναι η ίδια με την πρώτη, άλλα που πάει πολύ βαθιά, ως το ακρότατο σημείο που μπόρεσε να ανιχνεύσει η ψυχή, στα σύνορα των αντιθέτων, εκεί που ο Ήλιος κι ο Άδης αγγίζονται.

Η ατελεύτητη φορά προς το φως το Φυσικό, που είναι ο Λόγος, και το φως το Άκτιστον, που είναι ο Θεός. Γι’ αυτό «παίζω». Γιατί με γοητεύει να υπακούω, σ’ αυτόν που δε γνωρίζω, που είναι ο εαυτός μου ολάκερος, είναι σωστό να δίνουμε στο άγνωστο, το μέρος που του ανήκει. Να γιατί πρέπει να «παίζουμε».

Γιατί το Θέατρο μας ξεμαθαίνει από τον κόσμο, τέτοιον που τον βρήκαμε: τον κόσμο της φθοράς, που έρχεται κάποια στιγμή να δούμε ότι είναι η μόνη οδός για να υπερβούμε τη φθορά, με την έννοια
που ο Θάνατος είναι η μόνη οδός για την Ανάσταση.

Μιλώ, το καταλαβαίνω, σα να μην έχω το δικαίωμα, σα να ντρέπομαι σχεδόν που αγαπώ τη ζωή. Κάποτε, είναι η αλήθεια, μ’ εξαναγκάσανε και σ’ αυτό. Κανείς δεν ξέρει, δεν ανακάλυψε ποτέ, από που κρατάει το πάθος του ανθρώπου, να μισεί τη δυνατότητα της ίδιας του της σωτηρίας.

Θέλουμε δε θέλουμε, είμαστε όλοι μας δέσμιοι μιας ευτυχίας, που από δικό μας λάθος αποστερούμαστε. Να από που ξεπηδά, η προαιώνια λύπη της αγάπης. Να τι είναι αυτό που περιμένω κάθε χρόνο, με μια ρυτίδα περισσότερο στο μέτωπο, μια ρυτίδα λιγότερο στην ψυχή: την πλήρη αντιστροφή, την απόλυτη διαφάνεια…