Την τελευταία πενταετία, περισσότεροι από 1,9 εκατομμύρια άνθρωποι διαγιγνώσκονται κάθε χρόνο παγκοσμίως με καρκίνο του παχέος εντέρου, καθιστώντας τον την τρίτη πιο κοινή μορφή καρκίνου.

Ο συγκεκριμένος καρκίνος αντιμετωπίζεται σήμερα με διάφορους τρόπους, όπως χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία, ανοσοθεραπεία και χημειοθεραπεία. Ωστόσο, δεν ανταποκρίνονται όλοι οι τύποι καρκίνου του παχέος εντέρου με τον ίδιο τρόπο σε αυτές τις θεραπείες. Για παράδειγμα, ο καρκίνος του παχέος εντέρου με ανεπάρκεια επιδιόρθωσης ασυμφωνιών (dMMR), που προκαλείται από μεταλλάξεις σε γονίδια που διορθώνουν λάθη κατά την αντιγραφή του DNA, αφορά το 5–15% των περιπτώσεων και συχνά ανταποκρίνεται λιγότερο στη χημειοθεραπεία.

Τώρα, όπως αναφέρει το Medical News Today, μια νέα μελέτη που παρουσιάστηκε στο τελευταίο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας (ASCO) δείχνει ότι η προσθήκη ανοσοθεραπείας με τη χρήση ατεζολιζουμάμπης (atezolizumab)στη χημειοθεραπεία, μετά από χειρουργείο για καρκίνο σταδίου 3, μπορεί να μειώσει στο μισό την πιθανότητα υποτροπής και θανάτου.

Τι είναι η atezolizumab;

Στην κλινική δοκιμή φάσης III συμμετείχαν 712 άτομα, με μέση ηλικία τα 64 έτη, που είχαν καρκίνο του παχέος εντέρου dMMR σταδίου 3. Σε αυτό το στάδιο, ο καρκίνος έχει επεκταθεί στους λεμφαδένες, αλλά όχι σε άλλα μέρη του σώματος.

Όλοι οι συμμετέχοντες είχαν ήδη υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση για αφαίρεση του καρκίνου, αλλά εξακολουθούσαν να έχουν καρκινικά κύτταρα στους λεμφαδένες τους. Χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες: η μία έλαβε μόνο χημειοθεραπεία mFOLFOX6 και η άλλη έλαβε mFOLFOX6 σε συνδυασμό με τον αναστολέα ανοσολογικών σημείων ελέγχου atezolizumab.

Η ατεζολιζουμάμπη στοχεύει την πρωτεΐνη PD-L1 στα καρκινικά κύτταρα, η οποία τα βοηθά να «κρύβονται» από το ανοσοποιητικό σύστημα. Μπλοκάροντάς την, κάνει τα κύτταρα «ορατά» στο ανοσοποιητικό ώστε να τους επιτεθεί.

Μείωση του κινδύνου κατά 50%

Στο τέλος της μελέτης, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς που έλαβαν συνδυαστική θεραπεία είχαν 50% λιγότερες πιθανότητες υποτροπής και θανάτου σε σχέση με εκείνους που έλαβαν μόνο χημειοθεραπεία.

«Τα ευρήματά μας συνιστούν σημαντική πρόοδο στη θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου dMMR σταδίου 3 και αλλάζουν τον τρόπο αντιμετώπισης αυτής της μορφής καρκίνου», δήλωσε ο Dr. Frank Sinicrope, ογκολόγος στην Mayo Clinic και επικεφαλής της μελέτης.

«Είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικό να μπορούμε να προσφέρουμε στους ασθενείς μια θεραπεία που μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής και αυξάνει την πιθανότητα επιβίωσης. Αλλάζουμε το πρότυπο θεραπείας — με την εφαρμογή της ανοσοθεραπείας σε πρώιμα στάδια, έχουμε ουσιαστικά οφέλη».

Προοπτικές για εξατομικευμένη θεραπεία

Ο Dr. Glenn S. Parker, επικεφαλής χειρουργός παχέος εντέρου στο Hackensack Meridian Jersey Shore University Medical Center, χαρακτήρισε τα αποτελέσματα της μελέτης «ελπιδοφόρα». Όπως είπε, οι ασθενείς με dMMR έχουν συχνά διαφορετική βιολογία όγκου που επηρεάζει την ανταπόκριση στη θεραπεία. Αν και γενικά έχουν καλύτερη πρόγνωση, η υποτροπή παραμένει υπαρκτός κίνδυνος.

Ο Parker τονίζει ότι θεραπείες που ενισχύουν την ανοσολογική απόκριση, όπως με τη χρήση atezolizumab, μπορούν να μειώσουν σημαντικά τις πιθανότητες υποτροπής και να προσφέρουν καλύτερη μακροχρόνια έκβαση. Πρόσθεσε επίσης πως είναι σημαντικό να υπάρξει παρακολούθηση των συμμετεχόντων για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ώστε να επιβεβαιωθεί η διάρκεια του οφέλους και να εξεταστεί η ασφάλεια της θεραπείας.

Ο Dr. Wael Harb, αιματολόγος και ογκολόγος στην Καλιφόρνια, εξέφρασε τον ενθουσιασμό του για τα αποτελέσματα, λέγοντας ότι «ο καρκίνος του παχέος εντέρου παραμένει ένας από τους πιο θανατηφόρους και συχνούς καρκίνους». Παρά τη χειρουργική επέμβαση, πολλοί ασθενείς κινδυνεύουν από υποτροπή, ειδικά στο στάδιο 3. Για τους ασθενείς με dMMR, η παραδοσιακή χημειοθεραπεία δεν είναι πάντα αποτελεσματική, αλλά η ανοσοθεραπεία φαίνεται να αποδίδει πολύ καλύτερα.

«Ο συνδυασμός της κλασικής χημειοθεραπείας με το atezolizumab μείωσε τον κίνδυνο υποτροπής και θανάτου κατά 50%. Αυτό είναι ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα που μπορεί να αλλάξει την καθημερινή πρακτική στην ογκολογία. Το επόμενο βήμα είναι να ενταχθεί αυτή η προσέγγιση στις επίσημες κατευθυντήριες γραμμές και να διατεθεί ευρέως στους κατάλληλους ασθενείς.»

Τέλος, ο Harb σημείωσε πως στο μέλλον η ανοσοθεραπεία ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί ακόμα και σε πρώιμα στάδια ή να αντικαταστήσει εντελώς τη χημειοθεραπεία σε ορισμένες περιπτώσεις, ανοίγοντας το δρόμο για πιο στοχευμένες και αποτελεσματικές θεραπείες.