Την εξέχουσα σημασία της «ατομικής ευθύνης» για την πρόληψη της περαιτέρω εξάπλωσης του κορονοϊού, υπογράμμισε μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ, «Πρακτορείο 104,9 FM» η βιοπαθολόγος Γεωργία Γκιούλα, αναπληρώτρια καθηγήτρια Μικροβιολογίας, σημειώνοντας πως ενδεχομένως, «σε αυτή τη φάση στην οποία βρισκόμαστε», να είναι προτιμητέο όλοι οι πολίτες να είναι «κάπως πιο αυστηροί, σε ό,τι αφορά το σύνολο των μέτρων προσωπικής υγιεινής, τόσο με τον εαυτό τους, όσο και με τους δικούς τους ανθρώπους, πάντα χωρίς κανέναν πανικό».

«Είμαστε λίγο… πιο έξυπνοι από τον ιό. Σε γενικό πλαίσιο ισχύει αυτό που ακούμε να επαναλαμβάνεται συνέχεια και αφορά τη χρήση ακόμη και του κοινού σαπουνιού, καθώς ο ιός έχει ένα λεπτό περίβλημα, που ο καθαρισμός των χεριών διαλύει μέσα σε δευτερόλεπτα», τονίζει η ειδικός του Α’ Εργαστηρίου Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ και παρέχει συγκεκριμένες οδηγίες, προσαρμοσμένες στις κύριες ηλικιακές ομάδες του γενικού πληθυσμού.

Τι πρέπει να πράττουν οι τρεις μεγάλες ηλιακές ομάδες, οι πιο συχνές ερωτήσεις

«Αυτό που βλέπουμε -μέχρι σήμερα πάντα- είναι πως ο συγκεκριμένος ιός προσβάλει περισσότερο άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, με κάποια υποκείμενα νοσήματα, όπως είναι η υπέρταση και ο σακχαρώδης διαβήτης, λόγω της ανοσοκαταστολής που έχουν και της ιδιαιτερότητας των συγκεκριμένων νοσημάτων, και στη συνέχεια ανθρώπους με κάποια αναπνευστικά νοσήματα», εξηγεί η Ελληνίδα βιοπαθολόγος, αναφερόμενη στην ηλικιακή ομάδα, που απασχολεί περισσότερο την επιστημονική κοινότητα, τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας.

Η κα Γκιούλα εξηγεί δε πως οι ηλιακές ομάδες, που ανήκουν στην τελευταία ηλικιακή ομάδα, «θα πρέπει να είναι και οι πιο προσεκτικές» και να περιορίζονται όσο γίνεται περισσότερο αυτό το διάστημα στο σπίτι τους, μειώνοντας -αυτή την περίοδο- στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό, τις επαφές τους με άλλα, νεαρότερα άτομα «που κυκλοφορούν περισσότερο λόγω ηλικίας».

Σε ό,τι αφορά δε το πιο ενεργό τμήμα του γενικού πληθυσμού, τουτέστιν τις ηλικίες 18-55 ετών, την «πιο δραστήρια κοινωνικά και επαγγελματικά» πληθυσμιακή ομάδα, η κα Γκιούλα αναφέρει πως τα συγκεκριμένα άτομα θα πρέπει να λειτουργούν στην καθημερινότητά τους με «προσοχή, σοβαρότητα και σύνεση» και να ακούν προσεκτικά τις οδηγίες «για το τι πραγματικά θεωρείται ύποπτο κρούσμα», τουτέστιν να μην επικοινωνούν με τις αρχές χωρίς να υπάρχει σοβαρός λόγος «μόνο και μόνο επειδή κάπου άκουσαν πως ενδεχομένως κάποιος (σ.σ με τον οποίον ήρθαν σε επαφή) πήγε ενδεχομένως σε περιοχή όπου είχε θετικά κρούσματα κ.ο.κ».

Αντίθετα, εφόσον πληρούνται επιδημιολογικά κριτήρια (σ.σ., π.χ. επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα) θα πρέπει «οπωσδήποτε να απευθυνθεί κάποιος στα νοσοκομεία αναφοράς ή στον κλινικό του γιατρό”. Εάν όμως δεν υπάρχουν τέτοια επιδημιολογικά κριτήρια, που να συνδέουν το ζήτημα υγείας του ατόμου με κάτι άλλο από ελαφριά λοίμωξη του αναπνευστικού, αυτό συνιστάται απλά «να παραμείνει στο σπίτι του».

Σε ό,τι αφορά τέλος τις ηλικίες κάτω των 18 ετών, η αναπληρώτρια καθηγήτρια Μικροβιολογίας του ΑΠΘ εξηγεί πως «τα μικρά παιδιά ο ιός αυτός ευτυχώς δεν τα προτιμά». Για τα παιδιά οι πρακτικές παραμένουν παρόμοιες με όσες περιγράφηκαν παραπάνω. Έτσι, για μια μικρή λοίμωξη του αναπνευστικού, το νεαρότερο τμήμα του γενικού πληθυσμού «πάλι πρέπει να μείνει στο σπίτι του και οι γονείς να απευθυνθούν στον παιδίατρο».

Ερωτηθείσα τέλος για τα τρέχοντα δεδομένα που σχετίζονται με τη σχολική δραστηριότητα, η βιοπαθολόγος του ΑΠΘ τόνισε πως κάθε ενέργεια πρέπει να συνδέεται και να συμβαδίζει «με τις επίσημες οδηγίες».