Οι μετανάστες δεν ευθύνονται για την υποβάθμιση της Κυψέλης, αντιθέτως της δίνουν πλέον ζωή, αποδεικνύει πανεπιστημιακή έρευνα.

Η κοινωνιολόγος Ίρις Πολύζου και ο αρχιτέκτονας Δημήτρης Μπαλαμπανίδης, οι οποίοι ολοκλήρωσαν πρόσφατα την έρευνα με τίτλο «Η παρουσία των μεταναστών στο Κέντρο της Αθήνας- Στέγαση, εμπορικές δραστηριότητες και ελεύθεροι χώροι στην Κυψέλη», απάντησαν, μιλώντας στο Βήμα, στο ερώτημα κατά πόσο η παρουσία μεταναστών στην Κυψέλη και η υποβάθμιση της περιοχής συνδέονται.

Όπως λέει η κ. Πολύζου, η εικόνα της γκετοποίησης και της ακραίας υποβάθμισης της Κυψέλης, όπως παρουσιάζεται στις δημόσιες συζητήσεις, αποδεικνύεται λανθασμένη και, ακόμη χειρότερα, απολύτως κατασκευασμένη, προκειμένου να αποπροσανατολιστεί η κοινή γνώμη από τα πραγματικά αστικά προβλήματα της περιοχής.
«Αντίθετα, οι μετανάστες φαίνεται ότι συντηρούν μια ζωηρή ανθ7ρώπινη παρουσία στη γειτονιά που μειώνει την αίσθηση της εγκατάλειψης», συμπληρώνει ο κ. Μπαλαμπανίδης, επισημαίνοντας ότι η περιοχή άρχισε να εγκαταλείπεται από τους έλληνες κατοίκους της ήδη από τη δεκαετία του ’80, πολύ πριν από τη μαζική έλευση των μεταναστών.

Καταστήματα και επενδύσεις

Είναι κυριώς οι εμπορικές δραστηριότητες των μεταναστών που συμβάλλουν όχι μόνο στην αναγέννηση της τοπικής οικονομίας, αλλά και στη διατήρηση μιας ζωηρής ανθρώπινης παρουσίας,  καθώς τα καταστήματά τους μένουν ανοικτά έως αργά το βράδυ, ακόμα και τις αργίες.

Συνολικά καταγράφηκαν 191 καταστήματα μεταναστών, τα οποία συγκεντρώνονται κατά μήκος κυρίως των εμπορικών δρόμων, αλλά και στο βορειοανατολικό τμήμα της Κυψέλης, λόγω της εγγύτητας με την πλατεία Αμερικής και την εμπορική λεωφόρο Πατησίων.

Οι μετανάστες της Κυψέλης επενδύουν σε παντοπωλεία, τηλεφωνικά κέντρα, εμπορικά καταστήματα (ρούχων, ηλεκτρονικών κλπ), φούρνους, παροχή υπηρεσιών (υδραυλικοί, ράφτες κ.α.), κομμωτήρια και διασκέδαση (καφέ, εστιατόρια, μπαρ).

Ο «ένοχος» της υποβάθμισης

Στη «στιγματισμένη» γειτονιά της Κυψέλης οι μελετητές αναζήτησαν τα χωρικά προτερήματα και μειονεκτήματα της περιοχής και τα αίτια της αστικής και κοινωνικής αποσύνθεσης.

«Παρατηρήσαμε σοβαρά αστικά προβλήματα αλλά διαφορετικά από όσα καταγράφονται στον Τύπο ή αναφέρονται στις δημόσιες πολιτικές ομιλίες» λέει η κυρία Πολύζου. Τα αίτια της υποβάθμισης, σύμφωνα με την ίδια, εστιάζονται στην υψηλή πυκνότητα του δομημένου περιβάλλοντος, στα μεγάλα ύψη των κτιρίων κατά μήκος ιδιαίτερα στενών δρόμων, στην έλλειψη ανοιχτών πράσινων δημόσιων χώρων, στην κατάληψη των πεζοδρομίων από οχήματα, μηχανές και σκουπίδια. «Φυσικά, καμία πρόληψη δεν υπάρχει για συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, όπως είναι οι ηλικιωμένοι ή άτομα με κινητικά προβλήματα» δηλώνει ο κ. Μπαλαμπανίδης.

Την εικόνα εγκατάλειψης της περιοχής συμπληρώνουν τα πολλά κενά ή κατεστραμμένα παλαιά κτίρια, τα περισσότερα μεγάλης αρχιτεκτονικής αξίας, καθώς και οι σοβαρές καταστροφές στις δημόσιες υποδομές (δρόμοι, πεζοδρόμια κτλ.).
«Ολα αυτά τα αστικά προβλήματα δεν συσχετίζονται πραγματικά με την παρούσα κρίση αλλά αφορούν την Κυψέλη, όπως και πολλές άλλες γειτονιές στην Αθήνα, διαχρονικά, ακόμα κι αν εξαιτίας της οικονομικής ύφεσης πιθανώς παίρνουν μεγαλύτερες διαστάσεις» τονίζει ο κ. Μπαλαμπανίδης.

Πάντως, όπως αναφέρουν οι ερευνητές, υπάρχει σημαντική δυναμική στο αστικό περιβάλλον της Κυψέλης, η οποία «πηγάζει» κυρίως από τους πεζοδρόμους της Φωκίωνος Νέγρη και της Αγίας Ζώνης, τις τρεις πλατείες αλλά και το Πεδίον του Αρεως. «Σε αυτούς τους ελεύθερους χώρους, κάθε ημέρα, συχνάζουν όλες τις κοινωνικές ομάδες, ακόμη και μέχρι αργά τη νύχτα. Οι ηλικιωμένοι αναπαύονται στα παγκάκια, τα παιδιά παίζουν, μετανάστες και Ελληνες κάνουν βόλτες και χαλαρώνουν» σημειώνει η κυρία Πολύζου.

Σπεύδει ωστόσο να προσθέσει ότι «δεν υποστηρίζουμε ότι η Κυψέλη είναι ένας αστικός παράδεισος. Παρατηρήσαμε σοβαρά προβλήματα αστικής υποβάθμισης αλλά ανακαλύψαμε και σημαντικές αρετές στη δυναμική του χώρου στο αστικό και κοινωνικό περιβάλλον, οι οποίες συστηματικά αποσιωπούνται».

Όσον αφορά τους μετανάστες που ζουν και εργάζονται στην Κυψέλη, αυτοί σύμφωνα με την ερευνήτρια «δεν φαίνεται να είναι υπεύθυνοι για τα αστικά προβλήματα που παρατηρήσαμε». Αντίθετα, όπως υποστηρίζει, η παρουσία τους «αποδεικνύεται να είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την αστική, κοινωνική και οικονομική ανάκαμψη της γειτονιάς».