Από ένα λάθος των αρμοδίων κρατικών φορέων, κινδυνεύει τη Δευτέρα να υποστεί τεράστια οικονομική ζημία ο κλάδος των ακοοπροθετιστών στη χώρα μας, των επιχειρήσεων δηλαδή που ασχολούνται με την αποκατάσταση της ακοής σε βαρήκοα και κωφά άτομα με την εφαρμογή ακουστικών βαρηκοΐας και κοχλιακών εμφυτευμάτων. Εκτός εάν την τελευταία στιγμή υπάρξει κάποια καταλυτική παρέμβαση από το Υπουργείο Υγείας, κάτι όμως που μέχρι στιγμής δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα, παρά το γεγονός ότι άπαντες παραδέχονται πως θα πρέπει να αποκατασταθεί το πρόβλημα που ταλανίζει εδώ και χρόνια τις 200 και πλέον επιχειρήσεις του εν λόγω σημαντικού κλάδου υγείας.

Εντάχθηκαν στο σύστημα χωρίς την απαραίτηση μέριμνα

Όλα ξεκίνησαν το 2017 όταν οι πάροχοι ακουστικών βαρηκοΐας υποχρεώθηκαν να συνάψουν σύμβαση με τον ΕΟΠΥΥ (Εθνικό Οργανισμό Παροχής Υπηρεσιών Υγείας), προκειμένου να ενταχθούν στο νέο σύστημα αποζημίωσης των ασθενών, χωρίς να υπάρχει καμία απολύτως υποδομή. Από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε να λειτουργεί το νέο σύστημα, έγινε ξεκάθαρο ότι οι ασθενείς που αντιμετώπιζαν πρόβλημα ακοής, θα έπρεπε να περιμένουν αρκετό καιρό μέχρι να τους δοθεί η δυνατότητα να εκμεταλλευτούν την επιδότηση που δικαιούνται από το κράτος για να αγοράσουν ακουστικά βαρηκοΐας.

Αποτέλεσμα ήταν το εν λόγω έτος να μειωθεί σημαντικά η χρήση ακουστικών από ασθενείς, όχι όμως γιατί μειώθηκαν οι ανάγκες τους αλλά επειδή υπήρχε πρόβλημα με το νέο σύστημα και προφανώς αρκετοί συμπολίτες μας αναγκάστηκαν να βάλουν το χέρι στην τσέπη ώστε να μπορέσουν να αγοράσουν τα ακουστικά.

Από τα 9 εκατ. ευρώ ο προϋπολογισμός έπεσε στα 5,6!

Γνωρίζοντας τη μειωμένη κρατική δαπάνη για το έτος 2017, που οφείλεται στον παραπάνω λόγο, ο Σύλλογος Ακοοπροθετιστών Ελλάδας έστειλε επιστολή στον τότε πρόεδρο του ΕΟΠΥΥ Σωτήρη Μπερσίμη, ζητώντας να παραμείνει ο προϋπολογισμός του επόμενου έτους (2018) που αφορά τον κλάδο τους, στο ύψος των προηγούμενων ετών, ήτοι γύρω στα 9 εκατομμύρια ευρώ, καθώς η μειωμένη εικόνα των δαπανών για το 2017 ήταν πλασματική μιας και οφειλόταν στις ελλείψεις του νέου συστήματος του δημόσιου Οργανισμού. Ο ΕΟΠΥΥ όμως όχι μόνο δεν εισάκουσε την έκκληση των ακοοπροθετιστών αλλά προχώρησε και στη… μείωση του προϋπολογισμού τους για το έτος 2018 σχεδόν στο μισό! Από τα 9 εκατομμύρια ευρώ έπεσε στα 5,6 εκ. συμπεριλαμβάνοντας μέσα σε αυτό το ποσό και τις δαπάνες για κοχλιακούς επεξεργαστές και μπαταρίες κοχλιακών εμφυτευμάτων.

Επιβάρυνση και στο clawback

Και σαν να μην φθάνει αυτό, ο Οργανισμός ανακοίνωσε ότι το όποιο clawback θα υπήρχε το 2018 (δηλαδή η επιστροφή χρηματικού ποσού από τις εταιρείες προς το Δημόσιο, που είναι ίση με την ετήσια υπέρβαση του προκαταβολικά συμπεφωνημένου ορίου) θα το επιβαρύνονταν οι εισαγωγείς των προϊόντων βαρηκοΐας και όχι οι πάροχοι όπως συνέβαινε έως το 2017. Η κατάσταση έφθασε σε τέτοιο σημείο που το 2018 το clawback (η επιστροφή χρημάτων) που ζητούνταν από τις επιχειρήσεις του κλάδου, να είναι πολλές φορές μεγαλύτερο ακόμη και από τον τζίρο τους ολόκληρη τη χρονιά. 

Αλλεπάλληλες συναντήσεις και επιστολές

Σε μια προσπάθεια να δοθεί λύση στο πρόβλημα που απειλούσε με οικονομικό αφανισμό τον κλάδο, ο Σύλλογος Ακοοπροθετιστών Ελλάδας απευθύνεται και πάλι στη διοίκηση του ΕΟΠΥΥ (με επιστολή στις 26 Ιουλίου 2018), ακολούθως στην τότε υφυπουργό Μακεδοίας – Θράκης κ. Κατερίνα Νοτοπούλου (με ημερομηνία 25 Σεπτεμβρίου 2018) και έπειτα στην ηγεσία του Υπουργείου Υγείας με παραλήπτες μεταξύ άλλων τον υπουργό κ. Ανδρέα Ξανθό και τον αναπληρωτή υπουργό Παύλο Πολάκη (με ημερομηνία 20 Νοεμβρίου 2018). Ακολουθούν νέες επιστολές στις 19 Απριλίου του 2019 με παραλήπτη αυτή τη φορά και τον νέο πρόεδρο του ΕΟΠΥΥ κ. Βασίλειο Πλαγιανάκο, ώστε να διορθωθεί ο λανθασμένος προϋπολογισμός του 2018.

Τι ζητά ο Σύλλογος Ακοοπροθετιστών Ελλάδας

Αντίστοιχη ενημέρωση γίνεται και προς τη νέα ηγεσία του υπουργείου Υγείας όταν αλλάζει η κυβέρνηση μετά τις εκλογές του περσινού Ιουλίου και αναλαμβάνει το χαρτοφυλάκιο ο κ. Βασίλης Κικίλιας με υφυπουργό τον κ. Βασίλη Κοντοζαμάνη. Άπαντες ομονοούν ότι είναι δίκαιο το αίτημα και θα πρέπει να υπάρξουν ο κατάλληλες διορθώσεις, αλλά επί της ουσίας κανείς δεν πράττει τα δέοντα ώστε να λυθεί το ζήτημα. Αυτό που κυρίως ζητά ο Σύλλογος των ακοοπροθετιστών είναι:

  • Να επανέλθει ο προϋπολογισμός του 2018, και αν δεν είναι εφικτό λόγω αλλαγής ημερολογιακού έτους, να ενισχυθεί από ανακατανομή μη χρησιμοποιούμενου προϋπολογισμού από άλλη κατηγορία, για τα ακουστικά βαρηκοΐας στα 9 εκατομμύρια ευρώ.
  • Να δημιουργηθεί ξεχωριστή κατηγορία για τους επεξεργαστές κοχλιακών εμφυτευμάτων και τα αναλώσιμά τους με προϋπολογισμό 1.200.000 ευρώ.
  • Σε περίπτωση που δεν γίνει ξεχωριστή κατηγορία για τους επεξεργαστές κοχλιακών εμφυτευμάτων, τότε ο προϋπολογισμός για τα ακουστικά βαρηκοΐας θα πρέπει να γίνει 10.200.000 ευρώ.

Θετική απάντηση από τον ΕΟΠΥΥ στα χαρτιά

Η μοναδική αξιομνημόνευτη κίνηση από πλευράς πολιτείας πραγματοποιείται πριν από ακριβώς ένα χρόνο, τον Νοέμβριο του 2019, όταν ο διευθυντής Στρατηγικού Σχεδιασμού του ΕΟΠΥΥ  κ. Θεοφάνης Ρηγάτος απαντά ότι έχει προβλεφθεί διόρθωση του προϋπολογισμού του 2018 (σύμφωνα με την παράγραφο 4 της Υπουργικής Απόφασης Αρ. ΕΑΛΕ/Η.Π 94193, ΦΕΚ 6140/Β’.31-12/2018.). Δηλαδή γίνεται παραδεκτό ότι υπήρχε λάθος στον προϋπολογισμό του 2018 και πως θα διορθωνόταν.

Παρ’ όλα αυτά, μόλις τον περασμένο Ιούνιο ο ΕΟΠΥΥ ζητάει από όλους τους εισαγωγείς ακουστικών βαρηκοΐας το συνολικό ποσό των 4 εκατομμυρίων ευρώ ως clawback, παρά το γεγονός ότι ο τζίρος των συγκεκριμένων επιχειρήσεων για το 2018 ήταν μικρότερος. Οι εταιρείες αδυνατούν να καταβάλλουν ένα τέτοιο ποσό και οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια σε οικονομική καταστροφή. Ακολουθούν δεκάδες συναντήσεις με τον υπουργό κ. Κικίλια τον υφυπουργό κ. Κοντοζαμάνη και την προσωρινή διοικήτρια του ΕΟΠΥΥ κ. Θεανώ Καρποδίνη με το ίδιο κάθε φορά αποτέλεσμα.

Κινδυνεύουν με οικονομικό αφανισμό

Άπαντες ομονοούν ότι οι ακοοπροθετιστές έχουν απόλυτο δίκιο, αλλά κανείς δεν κάνει ένα βήμα παραπάνω για την επίλυση του ζητήματος, με αποτέλεσμα να έχουμε φθάσει στο σημείο τα μέλη του κλάδου να καλούνται να καταβάλλουν στον ΕΟΠΥΥ τα 4 εκατομμύρια ευρώ που όμως δεν έχουν εισπράξει και προφανώς δεν έχουν και να τα δώσουν. Οπότε, εάν μέχρι την ερχόμενη Δευτέρα 30 Νοεμβρίου δεν διευθετηθεί το ζήτημα θα αναγκαστούν να μπουν στη ρύθμιση των 120 δόσεων, δεσμεύοντας επί της ουσίας της επιχειρήσεις τους για 10 χρόνια, όπως προβλέπει η νέα κείμενη νομοθεσία.