Η υγειονομική διάταξη που φέρει τη σφραγίδα του πρώην υπουργού Υγείας, Ανδρέα Λοβέρδου, ήρθε να ταράξει για μία ακόμα φορά τα νερά της δημόσιας υγείας. Μία διάταξη, που ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα, προκαλώντας αρκετές αντιδράσεις, καθώς – παρά το γεγονός ότι είχε παγώσει προσωρινά από την πρώην υφυπουργό Υγείας, Φωτεινή Σκοπούλη – επανήλθε με απόφαση του νεόκοπου υπουργού, Άδωνι Γεωργιάδη.

Θυμίζουμε ότι η συγκεκριμένη διάταξη επιβάλλει την προσαγωγή και υποχρεωτική εξέταση ατόμων, τα οποία είναι πιθανοί φορείς του ιού του AIDS. Ανάμεσά τους ιερόδουλες, τοξικομανείς και άλλοι.

Παρά το γεγονός, μάλιστα, ότι – όπως ανέφερε ο ίδιος ο υπουργός – επανήλθε προσωρινά μέχρι την κατάθεση νέου προσχεδίου την ερχόμενη εβδομάδα και την αντικατάστασή της από άλλη, οι αντιδράσεις δεν παύουν να είναι δριμείες και έντονα επικριτικές.

Το news.gr συνομίλησε με το νευρολόγο – ψυχίατρο, διδάκτορα Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θάνο Ασκητή, ο οποίος προέταξε την υγιεινή ως προτεραιότητα των εκδιδομένων γυναικών. «Πρέπει η πολιτεία να ορίσει προϋποθέσεις διαφύλαξης της δημόσιας υγείας τόσο για τις ιερόδουλες, αλλά και για τους πελάτες τους. Είναι απόλυτα σωστό και είναι υποχρεωμένες να διαθέτουν ατομικό βιβλιάριο υγείας και να υποβάλλονται κάθε τρεις μήνες σε εξετάσεις. Παρόλ’ αυτά, η μέθοδος της προσαγωγής σε μία πολιτεία, που θέλει να είναι δημοκρατική, δεν δικαιολογείται. Το κοινωνικό αγαθό της σεξουαλικότητας είναι σημάδι κοινωνικής ωρίμανσης, ο αυτοσεβασμός και ο ετεροσεβασμός ορίζονται από την υγιή σεξουαλική ζωή», σημειώνει ο κύριος Ασκητής.

«Αυτοί οι άνθρωποι, που τις επισκέπτονται, δεν πρέπει να αντιμετωπίζουν φορείς θανάτου, οι οποίοι ενδεχομένως θα σημαδέψουν τη ζωή τους. Ο τρόπος και οι συνθήκες είναι ζήτημα της πολιτείας. Πρέπει να υπάρχουν ψυχολόγοι, που να αντιμετωπίζουν αυτά τα άτομα. Σας θυμίζω, πάντως, ότι δεν κουβαλάς ένα ζώο για να του κάνεις εξετάσεις», αναφέρει μεταξύ άλλων.

Σημαντικό είναι, όπως υποστηρίζει, να υπάρχει σεβασμός στην προσωπικότητα. Επισημαίνει τη σημασία λειτουργίας ενός οργανωμένου συστήματος με ψυχολόγο, κοινωνικό λειτουργό. Τονίζει ότι τα αστυνομικά όργανα φέρονται διαφορετικά και απευθύνονται σε διαφορετικό κόσμο, όπως εγκληματίες. «Οι γυναίκες αυτές χρειάζονται ευαισθησία, αλλά και έλεγχο. Δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κοινοί εγκληματίες», καταλήγει.

«Η στοχοποίηση απομακρύνει την πρόληψη»

Τη δική της άποψη, η οποία είναι παντελώς αντίθετη με τον τρόπο που προσπαθεί να εφαρμοστεί η υγειονομική διάταξη, όσο και με την ουσία της, εκφράζει η πρόεδρος των Γιατρών του Κόσμου, Άννα Μαΐλη. «Η πράξη έχει δείξει ότι, όταν εφαρμόστηκε επί Λοβέρδου, δεν λειτούργησε προληπτικά. Αντίθετα, έδωσε διάσταση κοινωνικής στοχοποίησης ομάδων ανθρώπων. Αυτό ποτέ δεν έχει καλό αποτέλεσμα και από την πλευρά της δημόσιας υγείας. Όταν στοχοποιούμε ανθρώπους, τους απομονώνουμε από το κοινωνικό σύνολο, αρχίζουν να απομακρύνονται από τέτοια πιθανά συμβάντα στη ζωή τους, με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζονται τα κρούσματα, λόγω έλλειψης πρόληψης».

Όπως λέει, με τον τρόπο αυτό, το μόνο που επιτυγχάνει κανείς είναι να προσδώσει μεγαλύτερες διαστάσεις στο πρόβλημα. «Σε όλες τις χώρες υπάρχουν επίσημα στοιχεία, ενώ στην Ελλάδα δεν υπάρχουν τέτοια στοιχεία. Το φυσιολογικό θα ήταν αυτοί οι άνθρωποι να ελέγχονται εάν είναι νόμιμοι και να υπάρχουν κέντρα ανοιχτά, όπου οποιοσδήποτε άνθρωπος θα μπορεί να κάνει τις εξετάσεις του και να μάθει αν είναι οροθετικός, να πάρει τα φάρμακά του», συμπληρώνει η κυρία Μαΐλη.

Κάνει λόγο για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς – όπως υποστηρίζει – είναι δικαίωμα του καθενός να αποφασίσει για το αν θα ανακοινώσει τα στοιχεία του ή όχι, κάτι που – όπως λέει – δεν έγινε ούτε όταν εφαρμόστηκε η διάταξη επί Λοβέρδου.

«Την προηγούμενη φορά διασύρθηκαν με τη δημοσίευση των στοιχείων. Όλο αυτό ακούγεται πολύ υποκριτικό. Μέσα στη διάταξη αναφέρεται ότι πρέπει να γίνονται υποχρεωτικά εμβόλια. Πώς όμως θα γίνει κάτι τέτοιο όταν το ελληνικό Δημόσιο δεν έχει ούτε παιδικό εμβόλιο στη διάθεσή του λόγω της οικονομικής κρίσης ;», αναρωτιέται η πρόεδρος των Γιατρών του Κόσμου.

Προτείνει ως μόνη λύση να κατέβει η πολιτεία στους δρόμους, να μιλήσει με τους χρήστες και τις ιερόδουλες, όχι η ίδια βέβαια, αλλά με τη συγκρότηση ειδικών ομάδων γιατρών, κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων.

«Είναι μια απαράδεκτη τακτική»

Ο λοιμωξιολόγος, καθηγητής Παθολογίας της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Παύλος Νικολαΐδης, χαρακτηρίζει «απαράδεκτη τακτική» το συγκεκριμένο μέτρο.

Αποδοκιμάζει κάθε σκέψη για αντιμετώπιση του ζητήματος με αυτόν τον τρόπο, καθώς – όπως λέει – παραβιάζεται η συγκατάθεση του απορρήτου, ενώ σημειώνει ότι ο τρόπος, εκτός από αντιδεοντολογικός, είναι και αναποτελεσματικός.

«Aντίκειται σε κάθε ιατρική δεοντολογία και χειρισμό των οροθετικών. Το κέρδος θα είναι πολύ μικρό σε σχέση με τα αρνητικά. Δεν μπορεί να γίνει πρόληψη με αστυνομικά μέτρα», αναφέρει ο κύριος Νικολαΐδης.

«Είναι μία αισχρή εφαρμογή. Πρέπει να καλύπτει τη δημόσια υγεία και να μην προσβάλλει τους οροθετικούς».

Ένας ακόμα γιατρός και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Λοιμώξεων και διευθυντής της Γ’ Παθολογικής Μονάδας του Ερυθρού Σταυρού, Μάριος Λαζανάς, αντιπροτείνει ότι θα πρέπει να υπάρχει μία υγειονομική διάταξη, η οποία να προστατεύει τους πολίτες της χώρας και τη δημόσια υγεία, χωρίς να προσβάλλει την ελευθερία και τα δικαιώματα των ατόμων.

«Είναι μία αισχρή εφαρμογή. Πρέπει να καλύπτει τη δημόσια υγεία και να μην προσβάλλει τους οροθετικούς», υποστηρίζει με τη σειρά του ο κύριος Λαζανάς.