Για τις ενέργειες της Τράπεζας της Ελλάδος οι οποίες προστάτευσαν τον εγχώριο τραπεζικό σύστημα, αναφέρεται αυτήν την ώρα ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Α. Προβόπουλος κατά τη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, αναλύοντας βήμα βήμα το τι έχει πραγματοποιηθεί από το ξέσπασμα της κρίσης στον τραπεζικό κλάδο. Ο ίδιος ανέφερε ότι η μεταφορά των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού των εν Ελλάδι υποκαταστημάτων των κυπριακών τραπεζών επέτρεψε να εξαιρεθούν οι καταθέσεις στην Ελλάδας από το haircut που επηβλήθηκε στην Κύπρο και να εκμηδενιστεί η πιθανότητα μετάδοσης της κρίσης.

Αναλυτικά η εισαγωγική τοποθέτηση του Διοικητή:

«Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,

Θα ήθελα κατ’ αρχάς να σας ενημερώσω συνοπτικά, πρώτον, για τη στάση της Τράπεζας της Ελλάδος στη διαδικασία μεταφοράς του ενεργητικού και του παθητικού των εν Ελλάδι υποκαταστημάτων των Κυπριακών Τραπεζών σε εγχώρια τράπεζα και, δεύτερον, για τις ενέργειες στις οποίες έχει προβεί η Τράπεζα της Ελλάδος για την προστασία του εγχώριου τραπεζικού συστήματος.

1. Χρηματοδότηση των Καταστημάτων των Κυπριακών Τραπεζών στην Ελλάδα

Σε συνάντηση που είχα στην Αθήνα στις 24 Μαΐου 2012 με τον Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου κ. Παν. Δημητριάδη και τον Υποδιοικητή κ. Σπυρ. Σταυρινάκη μου ετέθη το θέμα της θυγατρικοποίησης των δραστηριοτήτων των εν Ελλάδι καταστημάτων της Τράπεζας Κύπρου και της Λαϊκής Τράπεζας.

Είχα τότε αποδεχθεί κατ αρχήν το αίτημα, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι θα γινόταν προηγουμένως διαγνωστική άσκηση για τα χαρτοφυλάκια δανείων των καταστημάτων, αντίστοιχη με αυτή που είχε διεξαχθεί για τις ελληνικές τράπεζες από τη BlackRock, θα σχηματίζονταν οι αναγκαίες προβλέψεις και θα τοποθετούνταν τα αναγκαία κεφάλαια.

Στη συνάντηση εκείνη, ερωτηθείς αν η ανακεφαλαιοποίηση των θυγατρικών θα μπορούσε να γίνει με πόρους από το πακέτο των 50 δις ευρώ, είχα απαντήσει ότι το ελληνικό πρόγραμμα είχε περιλάβει μόνο τράπεζες της Ελλάδος και όχι καταστήματα ξένων τραπεζών. Εάν επρόκειτο να αλλάξει κάτι, εν προκειμένω να διευρυνθεί το πακέτο των 50 δις ευρώ, θα έπρεπε να συναινέσει η τρόικα, ουσιαστικά να το εγκρίνουν το Eurogroup και το ΔΝΤ, δεδομένου ότι οι διατιθέμενοι πόροι ήταν αυστηρά προσδιορισμένοι.

Θα προσθέσω εδώ ότι μετά το Μάϊο του 2012, η διοίκηση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου δεν επανήλθε. Όπως όμως γνωρίζουμε σήμερα, η μεταβίβαση στην Τράπεζα Πειραιώς των εν Ελλάδι δραστηριοτήτων των Κυπριακών υποκαταστημάτων θα χρηματοδοτηθεί εν μέρει με συμβολή του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Η συμβολή όμως αυτή θα «ουδετεροποιηθεί», δηλαδή δεν θα επιβαρύνει το λόγο δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδος, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Eurogroup.

Όσον αφορά κάποια ατυχή σχόλια για την μη παροχή έκτακτης χρηματοδότησης (Emergency Liquidity Assistance – ELA) από την Τράπεζα της Ελλάδος στις Κυπριακές τράπεζες, διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

α. Η έκτακτη χρηματοδότηση παρέχεται, σύμφωνα με πάγια πρακτική του Ευρωσυστήματος, από την κεντρική τράπεζα κάθε χώρας σε τράπεζες που έχουν την έδρα τους στη χώρα αυτή.

β. Δεδομένου ότι το ELA βαρύνει με κινδύνους την ίδια την κεντρική τράπεζα και το Δημόσιο της χώρας που το δίνει (στο βαθμό που καλύπτεται από κρατική εγγύηση), δεν θα μπορούσε να παρασχεθεί σε υποκαταστήματα ξένων τραπεζών (όπως ήταν η CPB, η Τράπεζα Κύπρου και η Ελληνική Τράπεζα, που λειτουργούσαν ως υποκαταστήματα των αντίστοιχων κυπριακών τραπεζών και εποπτεύονταν από την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου). Τα υποκαταστήματα των ξένων τραπεζών καλύπτουν τις χρηματοδοτικές τους ανάγκες από την κεντρική τράπεζα της χώρας προέλευσης (στη συγκεκριμένη περίπτωση από την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου), που τα εποπτεύει.

γ. Η Τράπεζα της Ελλάδος δεν είναι κατ’ αρχήν υποχρεωμένη να παράσχει ELA ούτε σε θυγατρικές ξένων τραπεζών. Στο παρελθόν με δυσκολία συγκατατέθηκε σε περιορισμένη χορήγηση ELA σε τέτοιες θυγατρικές, προκειμένου οι τελευταίες να αναζητήσουν χρηματοδότηση από τις μητρικές τους εταιρίες. Κι αυτό για να περιοριστούν οι κίνδυνοι για την Ελληνική Δημοκρατία, δηλαδή οι κίνδυνοι για τον Έλληνα φορολογούμενο.

δ. Η Τράπεζα της Ελλάδος έδωσε πάντως τη ζητηθείσα έκτακτη χρηματοδότηση σε θυγατρική κυπριακής τράπεζας (Επενδυτική Τράπεζα) που έχει έδρα στην Ελλάδα, όταν παρουσιάστηκε αδυναμία εύρεσης ρευστότητας από την μητρική της τράπεζα (CPB Κύπρου).

ε. Εν κατακλείδι, είναι σημαντικό να γίνει κατανοητή η διάκριση μεταξύ, πρώτον, θυγατρικής, η οποία είναι νομικό πρόσωπο με έδρα στη χώρα και μπορεί να λάβει έκτακτη χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα της χώρας υποδοχής, εφόσον αδυνατεί να τη χρηματοδοτήσει η μητρική της και, δεύτερον, υποκαταστήματος, το οποίο δεν αποτελεί νομικό πρόσωπο στη χώρα υποδοχής που δραστηριοποιείται και επομένως δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να λάβει έκτακτη χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα της χώρας αυτής.

Στη συνεδρίαση του Eurogroup που έλαβε τις αποφάσεις για τις κυπριακές τράπεζες, αναγνωρίστηκε το δικαίωμα της Ελλάδας να σχηματίσει ασπίδα προστασίας για τους καταθέτες των εν Ελλάδι κυπριακών υποκαταστημάτων και, γενικότερα, να προστατεύσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στη χώρα. Στην κατεύθυνση αυτή ο ρόλος της Τράπεζας της Ελλάδος υπήρξε καθοριστικός, αφού ένα εξαιρετικά σύνθετο και δύσκολο εγχείρημα ολοκληρώθηκε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα με επιτυχία.

Η αποκοπή των υποκαταστημάτων και η αναδοχή από ελληνική τράπεζα των στοιχείων τους ενεργητικού και παθητικού επέτρεψε πράγματι:

(α) να εξαιρεθούν πλήρως οι εν Ελλάδι καταθέτες από τις επιπτώσεις που υπέστησαν οι καταθέτες στην Κύπρο

(β) να συνεχιστεί ομαλά η εξυπηρέτηση των εν Ελλάδι πελατών των πρώην κυπριακών υποκαταστημάτων και, το σπουδαιότερο

(γ) να εκμηδενιστεί εν τη γενέσει της οποιαδήποτε πιθανότητα μετάδοσης κραδασμών από το κυπριακό στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.

2. Ενέργειες της Τράπεζας της Ελλάδος για την προστασία του εγχώριου τραπεζικού συστήματος

-Πέραν της προφανούς συμβολής της Τράπεζας της Ελλάδος στη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας σε περιόδους μεγάλης αβεβαιότητας, όταν με εκατοντάδες χρηματαποστολές καθημερινά μεριμνούσαμε να μη λείψει ρευστότητα από τα τραπεζικά υποκαταστήματα, θα ήθελα να κάνω μία σύντομη αναφορά στο πώς η Τράπεζα της Ελλάδος προστάτευσε το εγχώριο τραπεζικό σύστημα από γεγονότα αντίστοιχα με αυτά που συνέβησαν στην Κύπρο.

-Όπως είναι γνωστό, όλες οι καταθέσεις στην Ελλάδα είναι απολύτως προστατευμένες σύμφωνα με το Μνημόνιο, ανεξαρτήτως ύψους κατάθεσης ή τράπεζας στην οποία τηρούνται. Το ελληνικό Πρόγραμμα περιέλαβε 50 δισ. για την ανακεφαλαιοποίηση και την αναδιάρθρωση των ελληνικών τραπεζών. Το ποσό αυτό το υπολογίσαμε εμείς λαμβάνοντας υπόψη ότι, ακόμη και στις περιπτώσεις που σε μια μη συστημική τράπεζα χρειάζεται να εφαρμοστούν μέτρα εξυγίανσης, οι καταθέσεις στο σύνολό τους μεταβιβάζονται σε καλή τράπεζα, όπως άλλωστε έχει γίνει σε όλες τις έως τώρα εξυγιάνσεις. Αυτή είναι μια θεμελιώδης διαφορά με όσα συνέβησαν στην Κύπρο.

-Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης, τη συνέχιση της τάσης επιστροφής των καταθέσεων και τη σταδιακή επάνοδο των ελληνικών τραπεζών και επιχειρήσεων στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου και χρήματος, διαμορφώνονται ευνοϊκότερες συνθήκες για την οικονομία γενικότερα και για την πελατεία των τραπεζών ειδικότερα.

-Αλλά με την ευκαιρία αυτή, θα ήθελα να κάνω κάποια σχόλια γενικά για το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα και το ρόλο μας στη διατήρηση της σταθερότητάς του.

-Όπως είναι γνωστό, πριν από την κρίση, τα θεμελιώδη μεγέθη του εγχώριου τραπεζικού τομέα ήταν υγιή: οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας ήταν υψηλοί, οι δείκτες χορηγήσεων προς καταθέσεις ήταν χαμηλοί, ενώ οι τράπεζες δεν είχαν τοξικά στοιχεία ενεργητικού.

-Επιπλέον, ο λόγος του ιδιωτικού χρέους προς το ΑΕΠ ήταν χαμηλός. Συνακόλουθα, το ενεργητικό των ελληνικών τραπεζών ως ποσοστό του ΑΕΠ της χώρας ήταν από τα χαμηλότερα διεθνώς.

-Οι ελληνικές τράπεζες ήταν ανταγωνιστικές και είχαν επεκτείνει τις δραστηριότητές τους στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αποκτώντας σημαντικό μερίδιο στις αγορές της περιοχής.

-Επομένως, το τραπεζικό σύστημα δεν κατέστη πηγή των προβλημάτων στην Ελλάδα, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη σε κάποιες άλλες χώρες. Οι ελληνικές τράπεζες υπέστησαν δυστυχώς τις συνέπειες της δημοσιονομικής κρίσης.

Ειδικότερα:

– Ως προς τη ρευστότητα: Οι αλλεπάλληλες υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και οι συνακόλουθες υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας των τραπεζών είχαν ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των τελευταίων από τις διεθνείς αγορές.

-Η αβεβαιότητα οδήγησε επίσης σε μεγάλες εκροές καταθέσεων (περίπου το 1/3 της αρχικής καταθετικής βάσης διέρρευσε σε λιγότερο από τρία χρόνια).

-Οι τράπεζες χρειάστηκε να προσφύγουν στη χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα, αρχικά μέσω των πράξεων νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος. Σταδιακά όμως, λόγω της έλλειψης αποδεκτών εξασφαλίσεων, αναγκάστηκαν να προσφύγουν στο μηχανισμό έκτακτης χρηματοδότησης από την Τράπεζα της Ελλάδος, με υψηλότερο κόστος.

-Με την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους μέσω του PSI, τα χαρτοφυλάκια κρατικών ομολόγων των τραπεζών υπέστησαν τεράστιες ζημίες.

-Παράλληλα, η ύφεση οδήγησε σε συνεχή αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

-Η κρίση ρευστότητας εξελίχθηκε σε κρίση φερεγγυότητας.

-Χρειάστηκε επανειλημμένα να επέμβουμε ως Τράπεζα της Ελλάδος για να διαφυλάξουμε τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.

Η στρατηγική για τον τραπεζικό τομέα

-Το πρώτο βήμα ήταν να υπολογίσουμε τα αναγκαία κεφάλαια για την ανακεφαλαιοποίηση και την αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος.

-Όσον αφορά τις συνολικές ανάγκες του τραπεζικού συστήματος, αυτές προσδιορίστηκαν ως το άθροισμα: (1) των ποσών που απαιτούνται για την ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών και (2) των ποσών που χρειάζονται για την εξυγίανση των μη συστημικών τραπεζών.

-Ο προσδιορισμός των ζημιών των χαρτοφυλακίων κρατικών ομολόγων ήταν αρκετά απλός. Πιο δύσκολο ήταν να υπολογιστούν, σε συντηρητική βάση, όλες οι πιθανές ζημίες των χαρτοφυλακίων δανείων για τα επόμενα έτη.

-Το έργο αυτό ανέθεσε η Τράπεζα της Ελλάδος στη διεθνούς εμβέλειας εταιρία BlackRock Solutions. Με την ολοκλήρωση των εργασιών της, είχαμε στη διάθεσή μας τα απαραίτητα στοιχεία για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών αναγκών των τραπεζών.

-Το δεύτερο σκέλος της στρατηγικής μας ήταν να αξιολογήσουμε ποιες τράπεζες πληρούσαν τις προϋποθέσεις, ώστε να ανακεφαλαιοποιηθούν από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

-Η Τράπεζα της Ελλάδος, με τη συνδρομή της διεθνούς εταιρίας Bain, διεξήγαγε “αξιολόγηση βιωσιμότητας”.

-Με βάση την αξιολόγηση αυτή, οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες, αποκαλούμενες πλέον “συστημικές”, κρίθηκε ότι πληρούν τις προϋποθέσεις για να ανακεφαλαιοποιηθούν με κεφάλαια του δημόσιου τομέα. Οι εν λόγω τράπεζες θεωρήθηκε δηλαδή ότι έχουν περισσότερες πιθανότητες να αποπληρώσουν τα κεφάλαια αυτά μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα.

-Οι μη συστημικές τράπεζες θα έχουν περιθώριο να αντλήσουν ιδιωτικά κεφάλαια μέχρι το τέλος Απριλίου. Εάν αυτή η προσπάθεια δεν ευοδωθεί, θα τεθούν σε διαδικασία εξυγίανσης μέχρι το τέλος Ιουνίου του 2013.

-Κατά την έναρξη της κρίσης βρίσκονταν σε λειτουργία 18 τράπεζες: τέσσερις συστημικές και δεκατέσσερις μη συστημικές. Υπήρχαν επίσης 16 συνεταιριστικές τράπεζες, το μερίδιο αγοράς των οποίων αντιπροσώπευε αθροιστικά μόλις το 1% του τραπεζικού συστήματος.

-Μέχρι σήμερα, το πλαίσιο εξυγίανσης έχει χρησιμοποιηθεί για την εξυγίανση 7 τραπεζών: τεσσάρων εμπορικών τραπεζών (δύο από τις οποίες ήταν αρκετά μεγάλες και ανήκαν στο κράτος) και τριών συνεταιριστικών.

-Η υλοποίηση της στρατηγικής για τον τραπεζικό τομέα έχει προχωρήσει χωρίς καθυστερήσεις, δηλαδή εντός των χρονοδιαγραμμάτων που είχαν εξαρχής προβλεφθεί. Αυτό εξάλλου μαρτυρούν και οι πρόσφατες εξελίξεις στις τράπεζες Εθνική και Eurobank.

Οι δύο τράπεζες, με επιστολή τους προς την Τράπεζα της Ελλάδος, γνωστοποίησαν ότι δεν είναι πιθανό να αντλήσουν από ιδιώτες επενδυτές το 10% των κεφαλαίων που απαιτούνται για την ανακεφαλαιοποίησή τους. Κατόπιν αυτού, προκειμένου να τηρηθούν τα τεθέντα χρονοδιαγράμματα, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα καλύψει – σε όποιο βαθμό απαιτηθεί – τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.

Τα απαιτούμενα για το σκοπό αυτό κεφάλαια αποτελούν τμήμα των 50 δισ. ευρώ που έχουν εγκριθεί, στο πλαίσιο του προγράμματος χρηματοπιστωτικής βοήθειας, ειδικά για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα. Στη συνέχεια, το ΤΧΣ, ως ο νέος κύριος μέτοχος των δύο τραπεζών, θα αποφασίσει, στη βάση του δημοσίου συμφέροντος, για την πορεία της συγχώνευσης των δύο τραπεζών.

-Η διαδικασία αναδιάταξης προχωρεί. Σε μερικούς μήνες, το τραπεζικό σύστημα θα αποτελείται από ένα μικρότερο – σε σχέση με το σημείο έναρξης της κρίσης – αριθμό τραπεζών, ισχυρών και καλά κεφαλαιοποιημένων.

-Ως εκ τούτου, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αναδιατάσσεται και γίνεται πιο αποτελεσματικό, καθώς εξαλείφεται η πλεονάζουσα δυναμικότητα και αξιοποιούνται οι συνέργειες και οι οικονομίες κλίμακας. Ισχυροποιείται και αποκτά ικανοποιητική κεφαλαιακή επάρκεια.

-Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αφού επιβίωσε από αυτή τη φοβερή θύελλα, αναδύεται ισχυρότερο και, ως εκ τούτου, θα είναι ικανό να χρηματοδοτήσει την ανάκαμψη της χώρας.