Η μη απογραφή ή η λάθος απογραφή περιουσιακών στοιχείων ή η νόθευση φορολογικών στοιχείων είναι δυο παραβάσεις που επιτρέπουν στην Εφορία να απορρίψει, τα βιβλία της επιχείρησης ή του ελεύθερου επαγγελματία.

Στην περίπτωση κατά την οποία, από τον φορολογικό έλεγχο τα βιβλία κριθούν ανακριβή ή ανεπαρκή, είτε δεν υπάρχουν, τότε τα έσοδα του ελεγχόμενου προσδιορίζονται εξωλογιστικά, δηλαδή με συγκεκριμένη μέθοδο, που εφαρμόζει η Εφορία και ο φόρος υπολογίζεται επί των συγκεκριμένων εσόδων.

Αν ο ελεγχόμενους επικαλεστεί απώλεια βιβλίων, αφενός θα γίνει εξωλογιστικός προσδιορισμός της φορολογητέας ύλης, ενώ σε περίπτωση που βρεθούν συμπληρωματικά στοιχεία ή οι ελεγκτές επικαλεστούν οτιδήποτε, χωρίς τα βιβλία, ο ελεγχόμενος επιτηδευματίας δεν μπορεί να τα αντικρούσει.

Δεδομένου ότι έχουν υπάρξει αλλαγές στην φορολογική νομοθεσία είτε με πρωτοβουλία του υπουργείου Οικονομικών είτε αναγκαστικά του Συμβουλίου της Επικρατείας, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων κωδικοποιεί  τους λόγους για τους οποίους τα βιβλία μιας επιχείρησης ή ελεύθερους επαγγελματία απορρίπτονται και κρίνονται ανακριβή ή ανεπαρκή. Ειδικότερα διευκρινίζει ότι τα βιβλία και τα στοιχεία της δεύτερης και τρίτης κατηγορίας κρίνονται ανακριβή όταν ο υπόχρεος διαζευκτικά ή αθροιστικά:

  1.  Δεν απογράφει περιουσιακά στοιχεία ή απογράφει αυτά ανακριβώς.
  2. Δεν εμφανίζει την πραγματική κατάσταση της επιχείρησής του.
  3. Νοθεύει τα φορολογικά στοιχεία.

Να σημειωθεί ότι δεν επηρεάζεται το κύρος των βιβλίων και στοιχείων για πράξεις ή παραλείψεις, όταν τα συνολικά οικονομικά μεγέθη μέχρι τα όρια των ποσοστών ακαθάριστων εσόδων και των αξιών που αναφέρονται κατωτέρω, ως εξής:

α) Ποσοστό 3% και για αξία μικρότερη ή ίση των 3.500 ευρώ, για ακαθάριστα έσοδα μέχρι και 150.000 ευρώ.

β) Ποσοστό 2% και για αξία μικρότερη ή ίση των 18.000 ευρώ, για ακαθάριστα έσοδα από 150.001 ευρώ έως και 1.500.000 ευρώ.

γ) Ποσοστό 1% και για αξία μικρότερη ή ίση των 45.000 ευρώ, για ακαθάριστα έσοδα από 1.500.001 ευρώ έως και 9.000.000 ευρώ.

δ) Ποσοστό 0,5% και για αξία μικρότερη ή ίση των 90.000 ευρώ, για ακαθάριστα έσοδα από 9.000.001 ευρώ έως και 30.000.000 ευρώ.

ε) Ποσοστό 0,3% για αξία μικρότερη ή ίση των 180.000 ευρώ, για ακαθάριστα έσοδα άνω των 30.000.000 ευρώ.

Ωστόσο, κατ’ εξαίρεση τα οριζόμενα παραπάνω όρια δεν εφαρμόζονται για τις περιπτώσεις σοβαρών φορολογικών παραβάσεων, όπως είναι:

–  Η μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση φορολογικών στοιχείων, τουλάχιστον για τρεις (3) συναλλαγές στην ίδια χρήση, που διαπιστώνονται από τον ίδιο έλεγχο.

– Η χρήση πλαστών, εικονικών ή νοθευμένων στοιχείων αξίας άνω των 880 ευρώ για κάθε στοιχείο ή μικρότερης αξίας εφόσον αθροιστικά λαμβανόμενα στην ίδια χρήση ξεπερνούν το όριο αυτό.