Η ελληνική αγορά εργασίας βρίσκεται σε φάση έντονης κινητικότητας, με σχεδόν έναν στους δύο εργαζομένους να δηλώνει ότι αναζητά νέα θέση. Οι βασικές αιτίες που τροφοδοτούν αυτήν την τάση σχετίζονται με την επιδίωξη υψηλότερων αμοιβών, καλύτερων συνθηκών εργασίας και μεγαλύτερων δυνατοτήτων επαγγελματικής εξέλιξης. Η εικόνα αυτή αποτυπώνεται με σαφήνεια στην πρόσφατη έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία αναδεικνύει τα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται στην απασχόληση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 47% των εργαζομένων δηλώνει ότι βρίσκεται σε διαδικασία αναζήτησης νέας θέσης εργασίας, ποσοστό που καταδεικνύει μια αξιοσημείωτη κινητικότητα. Αντίθετα, μόλις το 20,5% αναφέρει ότι δεν ενδιαφέρεται για κάποια αλλαγή στο άμεσο μέλλον. Η τάση αυτή συνδέεται αφενός με την οικονομική ανάπτυξη που δημιουργεί περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες, αφετέρου με την αυξανόμενη δυσαρέσκεια για τις υφιστάμενες συνθήκες εργασίας.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι οι γυναίκες και οι νεότερες ηλικιακές ομάδες εμφανίζονται πιο δραστήριες στην αναζήτηση νέων ευκαιριών, γεγονός που αποδίδεται τόσο στις υψηλότερες φιλοδοξίες καριέρας όσο και στην ανάγκη καλύτερης ισορροπίας ανάμεσα στην εργασία και την προσωπική ζωή.
Οι θέσεις υπαλλήλων γραφείου συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον (46%), ακολουθούμενες από τον τομέα του Ανθρώπινου Δυναμικού (22%) και τις Πωλήσεις (19%). Η κατανομή αυτή αντανακλά μια στροφή προς επαγγέλματα με πιο ξεκάθαρη προοπτική εξέλιξης και σταθερότητας, σε μια εποχή που η αβεβαιότητα εξακολουθεί να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην αγορά εργασίας.
Η βασική αιτία που ωθεί τους εργαζομένους σε επαγγελματική μετακίνηση είναι οι καλύτερες οικονομικές προσφορές από άλλες εταιρείες, τις οποίες επικαλείται το 66% των συμμετεχόντων στην έρευνα. Ακολουθούν η εργασιακή πίεση και το άγχος (56%), οι δυσλειτουργικές σχέσεις με την προϊσταμένη αρχή (55%), η έλλειψη αναγνώρισης (48%) και η ανάγκη για ισορροπία προσωπικής και επαγγελματικής ζωής (43%).
Η εικόνα αυτή αποκαλύπτει ότι η μισθολογική ανταμοιβή παραμένει καθοριστικός παράγοντας, ωστόσο η ποιότητα του εργασιακού περιβάλλοντος και η διαχείριση των ανθρώπινων σχέσεων αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία.
Τι κρατά τους εργαζομένους

Αντίστοιχα, οι λόγοι παραμονής σε έναν οργανισμό εστιάζουν σε θετικά χαρακτηριστικά: το ανταγωνιστικό πακέτο αποδοχών (60%), την ισορροπία επαγγελματικής και προσωπικής ζωής (59%), την εργασιακή ασφάλεια (56%), την οικονομική σταθερότητα της εταιρείας (41%) και τις ευκαιρίες εξέλιξης (38%). Η καταγραφή αυτή δείχνει ότι η εργασιακή ικανοποίηση δεν περιορίζεται στις υλικές απολαβές, αλλά επεκτείνεται και σε ποιοτικά χαρακτηριστικά όπως η αξιοκρατία, η συνεργατική κουλτούρα και η καλή επικοινωνία με τη διοίκηση.
Η έρευνα αναδεικνύει, επίσης, τον τρόπο με τον οποίο οι εργαζόμενοι αναζητούν νέες ευκαιρίες. Το LinkedIn προηγείται με ποσοστό 65%, ενώ ακολουθούν οι εταιρικές ιστοσελίδες καριέρας (63%) και τα εξειδικευμένα job boards (61%). Σημαντικό παραμένει και το ανεπίσημο δίκτυο επαφών, καθώς οι προσωπικές συστάσεις εξακολουθούν να αποτελούν κρίσιμο δίαυλο πρόσβασης στην αγορά.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το 56% των συμμετεχόντων δήλωσε πως βρήκε νέα εργασία εντός τριών μηνών, ενώ ένα επιπλέον 34% χρειάστηκε από τέσσερις έως δώδεκα μήνες. Το εύρημα αυτό αποκαλύπτει ότι, παρά τις δυσκολίες, η ελληνική αγορά εργασίας διατηρεί έναν βαθμό απορροφητικότητας, ιδίως σε τομείς με αυξημένη ζήτηση.
Η εικόνα που προκύπτει είναι μια αγορά εργασίας πιο δυναμική, αλλά και πιο απαιτητική. Οι εργαζόμενοι δεν αναζητούν απλώς υψηλότερες αποδοχές, αλλά και περιβάλλοντα που προσφέρουν επαγγελματική αναγνώριση, σεβασμό και προοπτικές εξέλιξης. Η πρόκληση για τις επιχειρήσεις είναι να ανταποκριθούν σε αυτές τις αυξημένες προσδοκίες, ώστε να συγκρατήσουν το ανθρώπινο δυναμικό τους και να ενισχύσουν τη δέσμευση των εργαζομένων τους.