Η αγορά ακινήτων σήμερα χαρακτηρίζεται από έντονη προτίμηση προς κατοικίες που έχουν κατασκευαστεί μετά το 2000, συγκεντρώνοντας σχεδόν το ήμισυ της συνολικής ζήτησης. Αυτό δεν είναι τυχαίο, καθώς τα νεότερα ακίνητα θεωρούνται πιο σύγχρονα, προσφέροντας βελτιωμένα δομικά χαρακτηριστικά, υψηλή ενεργειακή απόδοση και σύγχρονες ανέσεις, που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των σύγχρονων αγοραστών.

Αντιθέτως, η πλειονότητα των ακινήτων στην αγορά αφορά παλαιότερες κατασκευές, οι οποίες, παρά την πληθώρα τους, υστερούν συχνά σε ποιότητα και λειτουργικότητα. Η επιλεκτική ζήτηση για κατοικίες μετά το 2000 δημιουργεί σημαντική ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Εφόσον η διαθεσιμότητα νέων ακινήτων παραμένει περιορισμένη, οι τιμές σε αυτήν την κατηγορία συνεχίζουν να αυξάνονται, ξεπερνώντας ήδη τα προ κρίσης επίπεδα του 2008 σε πολλές περιοχές.

Συμβιβασμοί ή ακριβότερες επιλογές

Τα παλαιότερα ακίνητα, αν και πιο προσιτά οικονομικά, δεν ανταποκρίνονται στις σύγχρονες απαιτήσεις, αναγκάζοντας πολλούς αγοραστές είτε να προβούν σε σημαντικούς συμβιβασμούς είτε να επιλέξουν νεότερα ακίνητα, παρά το υψηλότερο κόστος. Η δυναμική αυτή καταδεικνύει τον καθοριστικό ρόλο της ποιότητας και της ηλικίας του ακινήτου στις επιλογές των αγοραστών.

Πρόσβαση σε δανεισμό με φρένα και διευκολύνσεις

ακίνητα Αττική

Η πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό παραμένει κρίσιμο ζήτημα για την πραγματοποίηση των αγορών. Η δυσπιστία προς το τραπεζικό σύστημα και η αυστηρότητα των ελέγχων δημιουργούν εμπόδια. Ωστόσο, σήμερα η πρόσβαση σε στεγαστικά δάνεια είναι ευκολότερη σε σχέση με το παρελθόν, διευκολύνοντας όσους διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς πόρους, παρά την αυξημένη επιφυλακτικότητα των τραπεζών.

Ανάγκη για διαφάνεια και ταχύτερες διαδικασίες

Ένα ακόμη κρίσιμο ζήτημα για την ομαλή λειτουργία της αγοράς είναι η διαφάνεια και η ταχύτητα στις μεταβιβάσεις ακινήτων. Η ύπαρξη ακριβών και επίσημων στοιχείων για τις τιμές και τις συναλλαγές κρίνεται απαραίτητη, ιδίως σε μια αγορά που συνεχίζει να εμφανίζει σημάδια ανάκαμψης. Τη δεκαετία που πέρασε, οι τιμές αυξήθηκαν μέχρι και το 2024, ξεπερνώντας τα προ κρίσης επίπεδα, ενώ το 2025 αναμένεται μια ομαλοποίηση και επιβράδυνση, χωρίς όμως να επηρεάσει ουσιαστικά τις οικονομικές δυνατότητες των νοικοκυριών.

Αυξημένο κόστος κατασκευής και περιορισμένη προσφορά

Ο κλάδος του real estate καλείται να διαχειριστεί το αυξημένο κόστος κατασκευής που προκάλεσε η πανδημία, αλλά και την ανάγκη αναπλήρωσης των ζημιών των προηγούμενων ετών. Αυτό επιβαρύνει περαιτέρω τις τιμές και περιορίζει την προσφορά, τη στιγμή που η ζήτηση συνεχίζει να υπερβαίνει κατά πολύ τα διαθέσιμα ακίνητα. Αν και δημιουργούνται ευκαιρίες για πιο ανταγωνιστικές τιμές, το γενικότερο κλίμα παραμένει απαιτητικό.

Υποτονικός δανεισμός και ανάγκη για δεδομένα

Ο όγκος των στεγαστικών δανείων παραμένει σημαντικά χαμηλότερος από τα προ κρίσης επίπεδα, γεγονός που αντανακλά τις οικονομικές δυσκολίες και τη συντηρητική στάση των τραπεζών. Για τη βελτίωση της αγοράς, είναι επιτακτική η ανάγκη για ανοικτή πρόσβαση σε επίσημα δεδομένα, τόσο για τις μεταβιβάσεις όσο και για τα μισθωτήρια ακίνητα, ώστε να διαμορφώνονται αξιόπιστες εικόνες των μέσων τιμών και των τάσεων.

Αγγελίες με διάρκεια και επιφυλακτικότητα πωλητών

Παρότι η ρευστότητα μεταξύ των πωλητών δεν αποτελεί σήμερα σημαντικό πρόβλημα, παρατηρείται ότι πολλές αγγελίες παραμένουν ενεργές για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Αυτό υποδηλώνει την επιφυλακτικότητα των πωλητών και την αναμονή για την εμφάνιση κατάλληλων αγοραστών που θα πληρούν τα ζητούμενα κριτήρια.