Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, οδηγείται εκ νέου στη Δικαιοσύνη με 37 κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα σε βάρος του, που σχετίζονται με τον χειρισμό απόρρητων εγγράφων και τις προσπάθειες του να παρεμποδίσει ομοσπονδιακή έρευνα για την υπόθεση. Όπως και στην υπόθεση της πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς, η οποία προφανώς ήταν πιο ασήμαντη, ο Ντόναλντ Τραμπ θα επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί τις επιθέσεις και τις διώξεις για επικοινωνιακούς σκοπούς. Ωστόσο αυτή τη φορά, όπως υπογραμμίζουν οι ειδικοί, ο υποψήφιος για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων ενδεχομένως να έχει μπλέξει πραγματικά.

Στο κατηγορητήριο περιλαμβάνονται παραβιάσεις του νόμου περί κατασκοπείας, που απαγορεύει τη μη εξουσιοδοτημένη κατοχή εγγράφων που σχετίζονται με ζητήματα εθνικής άμυνας. Ο Τραμπ είχε παράνομα στην κατοχή του πλήθος απόρρητων εγγράφων που μεταξύ άλλων σχετίζονταν με τα πυρηνικά όπλα των ΗΠΑ, τα πιθανά τρωτά σημεία της χώρας αλλά και των συμμάχων της, καθώς ακόμα και έγγραφα στα οποία αποτυπώνονταν τα σχέδια των Ηνωμένων Πολιτειών για στρατιωτικές επιθέσεις, που θα λειτουργούσαν ως αντίποινα.

Ο Τραμπ αρνείται όλες τις κατηγορίες και δηλώνει αθώος. «Ελπίζω όλη η χώρα να βλέπει τη κάνει η Αριστερά στην Αμερική», έγραψε σε ανάρτησή του στα social media και κατηγορεί τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν ότι ενορχηστρώνει την ομοσπονδιακή υπόθεση για να υπονομεύσει την προεκλογική του εκστρατεία.

Είναι γεγονός πως ο Τράμπ έχει ταλέντο να μετατρέπει τις εις βάρος του κατηγορίες σε «πολιτικό χαρτί» για τη δική του ενίσχυση προβάλλοντας το ρόλο του θύματος. Αυτή η τακτική φαίνεται πως αποδίδει στους οπαδούς του. Δημοσκόπηση του Reuters/Ipsos που δόθηκε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα δείχνει ότι το 81% των ψηφοφόρων των Ρεπουμπλικανών εκτιμά ότι οι κατηγορίες εναντίον του Τραμπ είναι πολιτικά υποκινούμενες και επιπλέον ο ίδιος εξακολουθεί να προηγείται κατά πολύ των άλλων υποψηφίων για το χρίσμα του κόμματος.

Όμως ειδικοί, νομικοί και εμπειρογνώμονες, επισημαίνουν πως δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα μπορέσει να αποδώσει και ενώπιον των δικαστικών αρχών. Πρόκειται για μια από τις σοβαρές υποθέσεις κατασκοπείας των τελευταίων δεκαετιών, όχι μόνο γιατί οι κατηγορίες είναι εις βάρος ενός πρώην προέδρου, αλλά και επειδή τα έγγραφα που φαίνεται πως είχε στην κατοχή του είναι άκρως απόρρητα με πληροφορίες ύψιστης εθνικής ασφάλειας.  

Ασφαλώς, το γεγονός πως διώκεται για παραβίαση του νόμου περί κατασκοπείας δεν σημαίνει ότι ο Τραμπ διώκεται ως κατάσκοπος, όμως το ότι είχε στην κατοχή παρανόμως τόσες ευαίσθητες πληροφορίες αποτελεί ένα πολύ σοβαρό αδίκημα. Πόσο μάλλον όταν αυτό επιβεβαιώνεται από φωτογραφίες ντοκουμέντα που δείχνουν τα απόρρητα έγγραφα να φυλάσσονται σε διάφορους χώρους στην έπαυλή του Mar-a-Lago, μεταξύ των οποίων και στην τουαλέτα.

Κανείς δεν γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους ο Τραμπ είχε αποσπάσει τα εν λόγω απόρρητα έγγραφα, αλλά οι ομοσπονδιακές αρχές δεν είναι υποχρεωμένες να αποδείξουν τα κίνητρα. Αυτό που πρέπει να αποδειχθεί είναι πως παραβιάστηκαν τα μέτρα για την προστασία των πληροφοριών, πως τα εν λόγω έγγραφα σχετίζονται με εθνική άμυνα και πως μια μη εξουσιοδοτημένη αποκάλυψή τους θα μπορούσε να βλάψει τις ΗΠΑ. Αυτό ενδεχομένως να είναι αρκετά περίπλοκο, καθώς το περιεχόμενο των εγγράφων, ως άκρως απόρρητο, δεν μπορεί να αποκαλυφθεί.

Σε κάθε περίπτωση οι ομοσπονδιακές κατηγορίες είναι πάντα πολύ πιο σοβαρές. Δεν πρόκειται για τη αντιδικία δύο ιδιωτών, είναι οι ΗΠΑ εναντίον ενός ατόμου. Ειδικοί σε θέματα εθνικής ασφάλειας υπογραμμίζουν ότι εάν στη θέση του Ντόναλντ Τραμπ ήταν οποιοσδήποτε άλλος πολίτης, δεν θα του είχε δοθεί καν η δυνατότητα να εμφανιστεί στη δικαιοσύνη για την απαγγελία των κατηγοριών. Απλώς θα είχε συλληφθεί με συνοπτικές διαδικασίες από μια ισχυρή ένοπλη ομάδα ομοσπονδιακών πρακτόρων και θα βρισκόταν ήδη υπό κράτηση.

Στην περίπτωση του Τραμπ θα πρέπει πάντα να συνυπολογίζεται και η ανησυχία των αρχών για πυροδότηση άγριων επεισοδίων από τους υποστηρικτές του με ανεξέλεγκτες διαστάσεις σε μια ήδη διχασμένη αμερικανική κοινωνία. Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Σικάγο, περίπου 12 εκατομμύρια Αμερικανοί ενήλικες, το 4,4% του ενήλικου πληθυσμού, πιστεύουν ότι η βία δικαιολογείται για την επαναφορά του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.

Εάν ο Τραμπ καταδικαστεί και για τις 37 κατηγορίες που τον βαραίνουν, με βάση τις ανώτατες ποινές για κάθε κατηγορία, τότε θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπος με φυλάκιση έως και 400 ετών. Ειδικοί υπογραμμίζουν πως υπάρχουν ισχυρά στοιχεία για την καταδίκη του πρώην αμερικανού προέδρου, ωστόσο εκτιμούν πως αυτή δεν πρόκειται να πλησιάσει τη μέγιστη ποινή. Θα μπορούσε για παράδειγμα στην καλύτερη περίπτωση να είναι έως 6 χρόνια και στη χειρότερη έως 21 χρόνια.

Ενδεικτική της κρισιμότητας των κατηγοριών είναι η δήλωση του Τζόζεφ Φέργκιουσον, πρώην εισαγγελέα εθνικής ασφάλειας στην Βόρεια Περιφέρεια του Ιλινόις και καθηγητή δικαίου εθνικής ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο Loyola του Σικάγο, ο οποίος μιλώντας στο Conversation, ανέφερε πως εάν ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν πελάτης του θα τον συμβούλευε να σταματήσει να μιλάει. «Θα του έλεγα: Αν θέλεις να πεθάνεις στη φυλακή, συνέχισε να μιλάς».

Βάσει του ομοσπονδιακού νόμου, που προβλέπει ταχεία εκδίκαση αυτών των υποθέσεων, η δίκη θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί εντός 70 ημερών. Βέβαια οι συνήγοροι υπεράσπισης πάντα βρίσκουν τρόπο να καθυστερήσουν τη διαδικασία και ο Ντόναλντ Τραμπ έχει μακρά ιστορία στην τακτική καθυστερήσεων.

Εμπειρογνώμονες αναφέρουν πως αν κριθεί επωφελές, η δίκη – με διάφορες καθυστερήσεις – θα μπορούσε να μεταφερθεί ακόμη και μετά τις εκλογές. Ή τουλάχιστον οι δικηγόροι του Τραμπ θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να την αναβάλουν για τότε. Εξάλλου εάν κερδίσει την επανεκλογή του πριν από την έναρξη της δίκης, τότε θα μπορούσε απλώς να καλέσει τον γενικό εισαγγελέα να αποσύρει τις κατηγορίες.

Ορισμένοι πιστεύουν πως επί της ουσίας ο Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται σε ένα κρίσιμο δίστρατο: Ο ένας δρόμος οδηγεί στον Λευκό Οίκο και ο άλλος στη φυλακή. Όμως η αλήθεια είναι πως ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας έχει επιδείξει παροιμιώδη ικανότητα να «ξεγλιστράει» από εγλωβισμούς που δημιουργούν οι αλλοπρόσαλλες κινήσεις του. Μένει να φανεί εάν θα το καταφέρει και αυτή τη φορά.