Το πρωί της 22ας Ιουλίου του 2011 ο ημι-παράφρων ακροδεξιός και εθνικιστής Αντερς Μπρέιβικ έβαλε σε πλήρη εφαρμογή το σχέδιο που οργάνωνε από το 2009 κιόλας.

Αρχικά πυροδότησε μια βόμβα έξω από το τετράγωνο που στέγαζε το γραφείο του τότε νορβηγού πρωθυπουργού Γενς Στόλτενμπεργκ στο Όσλο. Η έκρηξη ακούστηκε τουλάχιστον επτά χιλιόμετρα μακριά και άφησε πίσω οκτώ νεκρούς και περισσότερους από 200 τραυματίες.

Μετά από δυο ώρες από την έκρηξη, o Mπρέιβικ ταξίδεψε στο νησί Ουτόγια, στο χώρο μιας θερινής κατασκήνωσης της Νεολαίας του Εργατικού Κόμματος, όπου παρουσιάστηκε ως αστυνομικός που είχε έρθει για έλεγχο ρουτίνας μετά τη βομβιστική επίθεση στο Όσλο. Πήρε το πλοίο για το νησί και στη συνέχεια πυροβολούσε όποιον έβρισκε μπροστά του για περισσότερο από μία ώρα.

Πρώτα πυροβολούσε ανθρώπους πάνω στο νησί και αργότερα άρχισε να πυροβολεί εκείνους που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από το μακελειό, κολυμπώντας στη λίμνη. Πολλοί τραυματίες προσποιήθηκαν ότι ήταν νεκροί, όμως εκείνος επέστρεφε για να τους αποτελειώσει. «Θα πεθάνετε σήμερα, μαρξιστές!» φώναζε την ώρα που χτυπούσε τυφλά τα θύματά του.

Κάποιοι εκτελέστηκαν πισώπλατα, όντας ξαπλωμένοι με το κεφάλι στο έδαφος ή τρέχοντας για να ξεφύγουν. Οι περισσότεροι σκοτώθηκαν με μία σφαίρα στο κεφάλι, ενώ ένας πνίγηκε καθώς προσπάθησε να δραπετεύσει κολυμπώντας, ενώ ένα άλλο θύμα σκοτώθηκε όταν πήδηξε στον γκρεμό για να γλιτώσει τις σφαίρες. Συνολικά 69 άτομα βρήκαν τον θάνατο μέσα σε λιγότερο από δυο ώρες, με το νεότερο θύμα να είναι μόλις 14 ετών.

Ανάμεσα στους 564 ανθρώπους που βρίσκονταν στο νησί εκείνη την ημέρα, ήταν η 23χρονη τότε Τόνιε Μπρένα, υπεύθυνη οργάνωσης της κατασκήνωσης και ο 25χρονος Γιαν Κρίστιαν Βέστρε, μέλος της νεολαίας του Εργατικού Κόμματος. Αμφότεροι κατάφεραν και κρύφτηκαν καλά από τον Μπρέιβικ και αμφότεροι βγήκαν σώοι από την «τρομακτικότερη εμπειρία της ζωής τους», όπως την χαρακτήρισαν κατόπιν.

Ακριβώς, δέκα χρόνια αργότερα, και οι δύο τους, 33 και 35 ετών, αντίστοιχα, πολιτεύτηκαν και ορκίστηκαν υπουργοί στη νέα κυβέρνηση των Εργατικών, την οποία ανακοίνωσε ο νέος πρωθυπουργός της Νορβηγίας και επικεφαλής των Εργατικών, Γιόνας Γκαρ Στέρε.

Η 22α Ιουλίου που ακόμη κατατρέχει την Νορβηγία

Ο Γιαν Κρίστιαν Βέστρε, ο οποίος είναι διευθύνων σύμβουλος της, γνωστής στην Νορβηγία, οικογενειακής επιχείρησης επίπλων Vestre, ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο Εμπορίου και Βιομηχανίας. Ο ίδιος δήλωσε τις προάλλες ότι θυμάται χαρακτηριστικά από την αποφράδα εκείνη ημέρα το ότι κατάφερε και γλίτωσε από τις σφαίρες του Μπρέιβικ τρέχοντας ξυπόλητος πάνω σε κοφτερά βράχια δίπλα στη λίμνη για πάνω από μία ώρα, προσπαθώντας να αποφύγει τον παράφρονα δολοφόνο.

«Πάνω στον πανικό μου, δεν αισθανόμουν κανέναν πόνο ούτε έβλεπα το αίμα που έτρεχε από τις πληγές στα πόδια μου», επεσήμανε χαρακτηριστικά ο νεαρός Νορβηγός, ο οποίος το 2013 έγινε πρόεδρος της επιτροπής για την ανοικοδόμηση της Ουτόγια.

«Η Ουτόγια θα είναι πάντα ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Είναι ακόμα δύσκολο να περιγράψω τον απίστευτο φόβο που βιώσαμε και όλα όσα χάσαμε εκείνη την ημέρα. Γι’ αυτό το λόγο και είμαι βαθιά ευγνώμων επειδή μπόρεσα να συνεισφέρω όχι μόνο στην ανοικοδόμηση του νησιού, αλλά και στην καταπολέμηση του μίσους, της ξενοφοβίας, του εξτρεμισμού και της βίας. Για το λόγο αυτό και προσπαθούμε ώστε εκατοντάδες σχολεία, όχι μόνο από την Νορβηγία, να επισκέπτονται κάθε χρόνο την Ουτόγια για να μάθουν για τη Δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα», δήλωσε ο νέος υπουργός.

Αλλά και η Τόνια Μπρένα, η οποία ανέλαβε το υπουργείο Κοινωνικής Μόρφωσης, παραδέχεται ότι πάσχει ακόμη από Μετατραυματικό Σοκ λόγω της εμπειρίας της αυτής. Άλλωστε, είναι χαρακτηριστικό πως μόλις τον περασμένο Μάιο αποφάσισε να διηγηθεί με όλες τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες την προσωπική της εμπειρία παρουσιάζοντας το βιβλίο της με τίτλο «22 Ιουλίου».

Η 33χρονη θυμάται ότι όταν άκουσε τους πρώτους πυροβολισμούς, άρχισε να τρέχει μανιωδώς πέρα δώθε, προσπαθώντας να βρει ένα σημείο να κρυφτεί και είδε πεσμένη μία τραυματισμένη από σφαίρα έφηβη, με μία τρύπα που είχε προκαλέσει η σφαίρα στον ώμο της. Η Μπρένα σήκωσε το άτυχο κορίτσι και το κουβάλησε σε ένα σημείο στο νησί που ήλπιζε ότι ήταν πιο προστατευμένο. Εκεί προσπάθησε για τις επόμενες δυο ώρες να σταματήσει το αίμα με το δάχτυλό της, που το έβαλε μέσα στην τρύπα και δεν το έβγαλε επί ώρες, μέχρι που τις βρήκαν αμφότερες οι διασώστες που τις προσέγγισαν με βάρκα, αργά το απόγευμα του μακελειού.

«Τη στιγμή που αυτοί οι δύο ταλαντούχοι πολιτικοί κουβαλούν αυτό το παρελθόν, μας δείχνει ότι έχουμε καταφέρει πολλά και είμαι πολύ περήφανος για αυτό», κατέληξε με νόημα ο νέος πρωθυπουργός, παρουσιάζοντας τους δυο νέους στο υπουργικό συμβούλιο.

Οι δυο νέοι συγκατάνευσαν με ικανοποίηση στο άκουσμα των λόγων του Στέρε, αλλά βαθιά μέσα τους το φυλλοκάρδι τους είναι σίγουρο ότι τρεμόπαιξε για ακόμη μια φορά στην θύμηση της χειρότερης ημέρας της ζωής τους.