Το Χονγκ Κονγκ βρίσκεται στο «μικροσκόπιο» της Διεθνούς Αμνηστίας, καθώς οι Αρχές της χώρας έχουν χρησιμοποιήσει έναν νέο εθνικό νόμο για να στοχοποιήσουν τους αντιφρονούντες και να δικαιολογήσουν «την λογοκρισία, την παρενόχληση, τις συλλήψεις και τις διώξεις που παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα», όπως ανέφερε σήμερα ο Οργανισμός, έναν χρόνο μετά την εφαρμογή του.

Το Πεκίνο επέβαλε έναν σαρωτικό νόμο εθνικής ασφαλείας τον Ιούνιο του περασμένου χρόνου, ο οποίος προβλέπει τιμωρία με ποινές έως και ισόβιας κάθειρξης για ό,τι εκλαμβάνεται ως υπονόμευση, αποσκίρτηση, συνωμοσία με ξένες δυνάμεις και τρομοκρατία.

Οι Αρχές του Χονγκ Κονγκ έχουν ήδη συλλάβει 117 ανθρώπους με βάση τον νέο νόμο εθνικής ασφαλείας από τότε που επιβλήθηκε και έχουν απαγγείλει κατηγορίες για πάνω από 60 ανθρώπους, κυρίως δημοκρατικούς πολιτικούς, ακτιβιστές, δημοσιογράφους και φοιτητές.

Η Αστυνομία ανέφερε ότι ανάμεσα στους 117, ο νεότερος ήταν 15 ετών όταν συνελήφθη, ενώ ο μεγαλύτερος 79.

Πάντως, οι Αρχές έχουν δηλώσει ότι ο νόμος θα επηρεάσει μια «υπερβολικά μικρή μερίδα» ανθρώπων και ότι έχει αποκαταστήσει τη σταθερότητα έπειτα από μήνες, συχνά βίαιων, διαδηλώσεων το 2019.

Έχουν επίσης υποστηρίξει ότι τα δικαιώματα και οι ελευθερίες στην πρώην βρετανική αποικία παραμένουν προστατευμένα αλλά δεν είναι απεριόριστα.

«Μέσα σε ένα χρόνο, ο Νόμος Εθνικής Ασφαλείας έχει θέσει το Χονγκ Κονγκ σε μια ραγδαία τροχιά μετατροπής σε αστυνομοκρατία και έχει δημιουργήσει μια έκτακτη ανάγκη για τους ανθρώπους που ζουν εκεί», δήλωσε η Γιαμίνι Μίσρα, η περιφερειακή διευθύντρια του παραρτήματος Ασίας-Ειρηνικού της Διεθνούς Αμνηστίας.

Σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η ίδια σημείωσε: «Τελικά, αυτή η σαρωτική και καταπιεστική νομοθεσία απειλεί να μετατρέψει την πόλη σε άγονη γη για τα ανθρώπινα δικαιώματα που θα μοιάζει όλο και περισσότερο με την κινεζική ενδοχώρα».

Οι Αρχές της χώρας λένε ότι όλες οι συλλήψεις ήταν νόμιμες.

Στην έκθεσή της, που αριθμεί 47 σελίδες, η ΜΚΟ επικαλείται ανάλυση δικαστικών αποφάσεων, σημειώσεις από ακροαματικές διαδικασίες και συνεντεύξεις με ακτιβιστές και συμπεραίνει ότι η νομοθεσία χρησιμοποιήθηκε για «να πραγματοποιηθεί μια ευρεία γκάμα από παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Το Χονγκ Κονγκ επέστρεψε σε κινεζική κυριαρχία το 1997 με την υπόσχεση για παραχώρηση ενός υψηλού βαθμού αυτονομίας από το Πεκίνο και για προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών για τουλάχιστον 50 χρόνια.

Σύμφωνα με την Μίσρα, ο νόμος «έχει μολύνει κάθε τμήμα της κοινωνίας του Χονγκ Κονγκ και ένα καλλιεργήσει ένα κλίμα φόβου, το οποίο υποχρεώνει τους κατοίκους να σκέφτονται πολύ τι θα πουν, τι θα αναρτήσουν στο Twitter και πως θα ζήσουν».