Αν υπάρχει κάτι που μπορεί να μας διδάξει η πλούσια ιστορία των αυτοδημιούργητων κροίσων, είναι η απίθανη επιμονή τους.

Ο Μπιλ Γκέιτς είδε την πρώτη εταιρία του να καταρρέει και ο Γουόλτ Ντίσνεϊ αναγκάστηκε να κλείσει τη δικιά του, γιατί του έλεγαν ότι δεν ήταν αρκετά δημιουργικός.

Ο Στιβ Τζομπς πήρε πόδι από την Apple και ο King Camp Gillette δεν πούλησε παρά μόλις 51 ξυραφάκια στον πρώτο χρόνο λειτουργίας της επιχείρησής του.

Η ιστορία του επιχειρείν είναι γεμάτη από τέτοια επεισόδια, που δείχνουν ότι οι αποφασισμένοι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν από αποτυχίες.

Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους έχει ο Milton Hershey, που έκανε το όνομά του συνώνυμο της σοκολάτας. Αυτή βέβαια είναι η κατάληξη της περιπετειώδους ιστορίας του, ένα απίθανο success story που γεννήθηκε μέσα στις στάχτες της ολοκληρωτικής οικονομικής καταστροφής!

Μέχρι τα 26 του, ο Milton Snavely Hershey ήταν πρακτικά στον άσο. Με τρεις αποτυχημένες εταιρίες στο ενεργητικό του, δεν φάνταζε ακριβώς ιδανικός υποψήφιος για πλούτη.

Κι όμως, με όχημα το ακλόνητο όραμα και την ακόρεστη περιέργειά του, έφτιαξε μια ιστορία που παραμένει η επιτομή της επιτυχίας.

Τα φτωχικά παιδικά χρόνια

Ο Milton Hershey γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1857 σε μια επαρχιακή πόλη της Πενσιλβάνια. Αγρότης ήταν ο μπαμπάς του, κι έτσι μεγάλωσε ο Milton, μέσα στα χωράφια για τον επιούσιο.

Και εκείνος βέβαια είχε το μάτι του στραμμένο στο επιχειρείν, αποτύγχανε όμως σε ό,τι κι αν έκανε. Μέχρι το 1867, ο Henry Hershey ήταν εκτός οικογενειακού κάδρου.

Οι λόγοι για τον χωρισμό των γονιών του δεν είναι γνωστοί, οι βιογράφοι του Milton υποθέτουν πάντως ότι η μαμά του κουράστηκε κάποια στιγμή από τις συνεχείς αποτυχίες του συζύγου της. Ο Henry είχε ασχοληθεί με μια φάρμα, έναν παιδικό σταθμό και πολλά ακόμα πράγματα, δεν βρήκε ωστόσο πουθενά την επιτυχία που τόσο έψαχνε.

Ο μικρός εγκατέλειψε το σχολείο στα 13 του για να βγει στη βιοπάλη. Τα χρόνια της φτώχειας που πέρασε στα μικράτα του θα τον ακολουθούσαν πάντα, διαμορφώνοντας ένα σημαντικό κομμάτι του χαρακτήρα του, την ασταμάτητη φιλανθρωπία του.

Πήγε να δουλέψει σε μια εκδοτική εταιρία, ήταν όμως πολύ αδέξιος και τον έδιωξαν σύντομα από το μικρό πιεστήριο. Την επόμενη χρονιά, στα 14 του, εξέφρασε την επιθυμία να μαθητεύσει δίπλα σε έναν ζαχαροπλάστη, όπως και έγινε.

Οι πρώτες αποτυχίες

Το 1876, ο 19χρονος και πάντα φιλόδοξος Milton αποφάσισε πως είχε μάθει όλα τα μυστικά της ζαχαροπλαστικής και τώρα ήταν ώρα να δοκιμάσει την τύχη του. Είπε να μετακομίσει στη Φιλαδέλφεια, πάνω στην ώρα για τους λαμπρούς εορτασμούς της πρώτης εκατονταετηρίδας από τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας.

Ο Milton σκέφτηκε πως οι μεγάλες εθνικές εκδηλώσεις θα του έφερναν ζεστό χρήμα, κι έτσι είπε να φτιάξει το δικό του ζαχαροπλαστείο. Δανείστηκε λοιπόν ένα σημαντικό ποσό από έναν θείο του για να στήσει το μαγαζί του στην καρδιά της Φιλαδέλφειας, αλλά και να το διαφημίσει σε όλη την επικράτεια.

Έφερε στην πόλη ακόμα και τη μαμά και τη θεία του για να τον βοηθήσουν στο ζαχαροπλαστείο. Παρά τη σκληρή δουλειά όλων τους όμως, ο νεαρός δεν έβγαζε λεφτά. Τα χρέη και τα δάνεια τον πρόλαβαν, κι έτσι αναγκάστηκε να βάλει λουκέτο έπειτα από 5 δύσκολα χρόνια.

Επίμονος καθώς ήταν, δεν συμβιβάστηκε με την αποτυχία. Μετακόμισε στο Ντένβερ, για να βρει τον πατέρα του, ο οποίος είχε διατηρήσει κάποια επαφή με τον μοναχογιό του. Εκεί έπιασε δουλειά σε ζαχαροπλαστείο, μόνο που δεν θα στέριωνε.

Ο επιχειρηματίας μέσα του δεν τον άφηνε να παραμένει υπάλληλος στη δούλεψη άλλων. Κι έτσι αναζήτησε ξανά την τύχη του ως αφεντικό του εαυτού του, πρώτα στο Σικάγο και μετά στη Νέα Υόρκη. Και στις δύο περιπτώσεις όμως, απέτυχε και μάλιστα οικτρά.

Παρά τις τρεις παταγώδεις αποτυχίες που είχε στο ενεργητικό του και τους δανειστές που τον κυνηγούσαν, δεν έλεγε να εγκαταλείψει. Ακόμα και στη Νέα Ορλεάνη βρέθηκε να προσπαθεί να πιάσει την καλή, διείδε ωστόσο την τέταρτη αποτυχία νωρίς νωρίς και τα μάζεψε για να επιστρέψει στη γενέτειρά του.

Όλα αυτά δεν θα πήγαιναν όμως ολότελα χαμένα…

Επιχειρηματίας γίνεσαι, δεν γεννιέσαι

Επιστρέφοντας στην Πενσιλβάνια, το μόνο που φαινόταν να έχει αποκομίσει ως τώρα στη ζωή του ήταν η γνώση των γλυκών. Και ειδικά ένα πράγμα, το πολύτιμο μάθημα που πήρε από τον ζαχαροπλάστη του Ντένβερ: πώς φτιάχνεις καραμέλα από φρέσκο γάλα.

Τώρα ήταν 26 ετών (1883) και κυριολεκτικά χωρίς μία στην τσέπη. Ήταν τόσο φτωχός που δεν μπορούσε να φέρει στο Λάνκαστερ της Πενσιλβάνια ούτε τα υπάρχοντά του από τη Φιλαδέλφεια.

Η οικογένειά του τον θεωρούσε καιροσκόπο και ο θείος του τον κυνηγούσε μπας και του επιστρέψει το δάνειο. Μόνο που ο Milton ήταν πεπεισμένος πως παρά τις αποτυχίες, μπορούσε να φτιάξει μια κερδοφόρα εταιρία γλυκισμάτων.

Και είδε για πρώτη φορά στη ζωή του την τύχη να του χαμογελά. Ένας παλιός υπάλληλός του από το μαγαζί της Φιλαδέλφειας πλήρωσε για να έρθουν τα υπάρχοντά του στην Πενσιλβάνια και τον βοήθησε να σταθεί στα πόδια του.

Επιστρατεύοντας ξανά μαμά και θεία στη νέα επιχειρηματική προσπάθεια, ο Milton άρχισε να πειραματίζεται με την καραμέλα και σύντομα είχε έτοιμη τη συνταγή αυτού που θα γινόταν γνωστό ως Hershey’s Crystal A, ένα γλύκισμα καραμέλας από φρέσκο γάλα που «έλιωνε στο στόμα», όπως τόνιζε η ρεκλάμα.

Η Lancaster Caramel Company ιδρύθηκε για να βγάλει το προϊόν στην αγορά. Την παρτίδα έσωσε για τον ίδιο μια μεγάλη παραγγελία από έναν βρετανό εισαγωγέα. Με το χαρτί της παραγγελίας ανά χείρας, πετάχτηκε ως την Εθνική Τράπεζα του Λάνκαστερ ζητώντας δάνειο.

Ο διευθυντής ενθουσιάστηκε τόσο από το καραμελένιο γλυκό που όχι μόνο του έδωσε τα λεφτά, αλλά εγγυήθηκε κιόλας για λογαριασμό του. Όταν ο Βρετανός τού έστειλε την πρώτη επιταγή, 500 ολόκληρες λίρες Αγγλίας, ο Milton τρελάθηκε από τη χαρά του.

Έτρεχε πάνω κάτω στον δρόμο με την ποδιά του φορεμένη και την επιταγή στο χέρι. Έτσι πήγε στην τράπεζα για να την καταθέσει. Ήταν η στιγμή του, είχε στα χέρια του τα πρώτα του καλά λεφτά, που μπορούσε να ξοδέψει για τον εαυτό του.

Πρώτη δουλειά, η αγορά ενός μεγάλου σπιτιού για εκείνον και τη μητέρα του. Η επιτυχία συνεχίστηκε με αμείωτους ρυθμούς και μέσα σε λίγα χρόνια έβρισκες τις καραμέλες του όχι μόνο παντού στις ΗΠΑ, αλλά και στο εξωτερικό.

Μέχρι το 1894, ήταν ένας από τους ευυπόληπτους και επιφανείς πολίτες του Λάνκαστερ.

Το πρώτο εκατομμύριο είναι και το πιο δύσκολο

Στη Διεθνή Έκθεση του Σικάγου το 1893, ο Milton είδε για πρώτη φορά από κοντά την τέχνη της παρασκευής σοκολάτας από κάτι κολομβιανούς ζαχαροπλάστες. Και μαγεύτηκε αμέσως. Ήταν μια ευκαιρία που δεν θα άφηνε ανεκμετάλλευτη.

Με την εταιρία καραμέλας να ανθεί, δεν θα του έπαιρνε πολύ να ιδρύσει και μια δεύτερη, τη Hershey Chocolate Company. Τη σοκολάτα γάλακτος είχε κατά νου, αυτό το πανάκριβο έδεσμα που ήταν αποκλειστικότητα λες των Ελβετών.

Αυτός ήθελε όμως να βρει έναν νέο τρόπο επεξεργασίας που να του επιτρέπει να την παρασκευάζει μαζικά, φτάνοντας στα ράφια σε προσιτή τιμή. Ώστε να μπορούν όλοι να τη γευτούν, όχι μόνο οι πλούσιοι. Για να το πράξει όμως αυτό, χρειαζόταν λεφτά. Πολλά λεφτά.

Οι βιογράφοι του μας λένε πως δεν δίστασε ούτε στιγμή να πουλήσει την υπερεπιτυχημένη πια Lancaster Caramel Company το 1900 για 1 εκατ. δολάρια. Ο 43χρονος πλέον επιχειρηματίας θα τα έπαιζε ξανά όλα για όλα.

Τρία χρόνια αργότερα, βρέθηκε να χτίζει ένα τεραστίων διαστάσεων εργοστάσιο σοκολάτας στη γενέτειρά του, με ό,τι πιο σύγχρονο υπήρχε σε όρους ζαχαροπλαστικής και εξοπλισμού. Αλλά και γραμμής παραγωγής.

Μέχρι τότε είχε τελειοποιήσει τη φόρμουλά του για μια προσιτή οικονομικά σοκολάτα. Όταν ολοκληρώθηκε το 1905, ήταν το μεγαλύτερο εργοστάσιο σοκολάτας του πλανήτη, θέτοντας νέα πρότυπα για τον κλάδο.

Οι πελώριες μηχανές του έβγαζαν από την πρώτη στιγμή 114 διαφορετικά προϊόντα σοκολάτας. Όπως λέγεται συχνά, η καραμέλα τού έδωσε το πρώτο εκατομμύριο, ήταν όμως η σοκολάτα αυτή που τον έκανε βαθύπλουτο.

Ο Hershey διείδε νωρίς την τρέλα της ανθρωπότητας με τη σοκολάτα. Πείστηκε μάλιστα πως έπρεπε να αφιερωθεί σε αυτή όταν είδε κάτι γερμανικές μηχανές για την παρασκευή της. Κανείς ωστόσο δεν είχε πάει το πράγμα τόσο μακριά όσο αυτός.

Όσο φτιαχνόταν το εργοστάσιό του στις ερημιές της Πενσιλβάνια, με τη σύζυγο και τους συνεργάτες του να τον θεωρούν τρελό που πετούσε έτσι τα λεφτά του, εκείνος και μια χούφτα έμπιστοι υπάλληλοί του ήταν κλεισμένοι στο εργαστήριο.

Δούλευαν μέρα και νύχτα, χωρίς σταματημό, για να βρουν το ιδανικό μείγμα για τη σοκολάτα γάλακτος. Όπως θυμόταν ένας από αυτούς τους υπαλλήλους: «Κανείς δεν είπε στον κύριο Hershey πώς να φτιάξει σοκολάτα γάλακτος. Το βρήκε μόνος του με τον δύσκολο τρόπο».

Η επιτυχία της Hershey Chocolate Company ακούστηκε στα πέρατα του κόσμου. Εκείνος έριχνε πια στην αγορά τη μία σοκολάτα πίσω από την άλλη. Το 1924 συμπεριέλαβε και το περιτύλιγμα από αλουμινόχαρτο στα προϊόντα του, συνήθη έκτοτε πρακτική.

Ο κροίσος πια Milton δεν ξέχασε ποτέ τα δύσκολα παιδικά χρόνια του μέσα στη φτώχεια. Ήταν από τους καπιταλιστές που λάμβανε μεγάλη μέριμνα για τους υπαλλήλους του, χτίζοντας ακόμα και μια πρότυπη εταιρική πόλη για εκείνους.

Ήταν γνωστή ως Hershey και είχε, πέρα από σπίτια, σχολεία, πάρκα, εκκλησίες και χώρους αναψυχής, μεταξύ αυτών γήπεδο γκολφ και ζωολογικό κήπο. Ακόμα και σύστημα μαζικής μεταφοράς διέθετε. Τώρα είχε τον χρόνο να αφιερωθεί στη φιλανθρωπία.

Δεν απέκτησε ποτέ παιδιά με τη σύζυγό του, κι έτσι αφιέρωσε την περιουσία του στα φτωχά και τα ορφανά. Με ορφανοτροφεία, σχολεία και εκπαιδευτικά ιδρύματα για τα μη προνομιούχα παιδιά της Αμερικής.

Το φιλανθρωπικό του έργο συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση ακόμα και μέσα στη σημαδιακή δεκαετία της Μεγάλης Ύφεσης του 1930. Τώρα έχτιζε σαν τρελός στην πόλη του, νέα σπίτια, ένα ξενοδοχείο, θέατρα, χώρους διασκέδασης, ακόμα και καινούριο στρατηγείο του κολοσσού του, μόνο και μόνο για να έχουν δουλειά οι υπάλληλοί του.

Η γενναιοδωρία του ερχόταν σε τραγική αντίθεση με τους άλλους μεγάλους κεφαλαιοκράτες της Αμερικής. Εκείνος συνέχισε να εργάζεται ως το τέλος της ζωής του, ζώντας πάντα απλά και ταπεινά.

Από το 1918 εξάλλου, χρόνια πριν φύγει από τον κόσμο (πέθανε το 1945, στα 88 του), έγραψε όλη την περιουσία του στο ίδρυμα που διαχειριζόταν το σχολείο και τις άλλες φιλανθρωπικές του δράσεις.

«Κάποιος μπορεί να είναι ευτυχισμένος μόνο όταν κάνει και τους άλλους να νιώθουν ευτυχία», έλεγε διαχρονικά. Και πίστευε ακράδαντα πως ο πλούτος πρέπει να μοιράζεται στην κοινωνία.