Το 52% των Γερμανών θεωρεί ότι το Ισλάμ δεν έχει θέση στην γερμανική κοινωνία, ωστόσο το 53% εκτιμά ότι η εχθρική στάση απέναντί του θα πρέπει να αντιμετωπίζεται τόσο σοβαρά όσο και ο αντισημιτισμός.

«Το Ισλάμ είναι πλέον κομμάτι της Γερμανίας», είχε δηλώσει ο πρώην Ομοσπονδιακός Πρόεδρος της χώρας Κρίστιαν Βουλφ, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις. Έρευνα του Ινστιτούτου Forsa που διενεργήθηκε για το περιοδικό Stern υποδεικνύει ότι η πλειοψηφία των Γερμανών δεν συμφωνεί μαζί του, το 44% των ερωτηθέντων δηλώνει πάντως ότι το Ισλάμ αποτελεί πλέον τμήμα της γερμανικής κοινωνίας.

Φιλικότερα προς το ισλαμικό στοιχείο εκφράζονται οι νέοι και οι ψηφοφόροι των Πρασίνων, με 61% και 69% θετικές απόψεις αντίστοιχα. Σε ό,τι αφορά τους ψηφοφόρους των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), το 52% συμφωνεί ότι το Ισλάμ ανήκει στην γερμανική κοινωνία, ενώ οι υποστηρικτές της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) απαντούν θετικά μόλις σε ποσοστό 31%. Την ίδια ώρα το 82% των υποστηρικτών των ευρωσκεπτικιστών της Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD) διαφωνεί με τον πρώην Πρόεδρο της χώρας, ωστόσο σε ποσοστό 57% εκτιμά ότι η εχθρική διάθεση έναντι των μουσουλμάνων είναι τόσο σοβαρό ζήτημα όσο και το μίσος για τους Εβραίους. Οι κάτοικοι των ανατολικών κρατιδίων της Γερμανίας και οι πολίτες άνω των 60 ετών φαίνεται ότι είναι οι πλέον επιφυλακτικοί, με το 31% και το 39% αντίστοιχα να συμφωνεί με τον κ. Βουλφ.

Η συζήτηση αναζωπυρώθηκε στην Γερμανία όταν πριν από λίγες εβδομάδες η μεγαλύτερη εφημερίδα της χώρας, η Bild, δημοσίευσε άρθρο γνώμης του αναπληρωτή διευθυντή σύνταξης Νικολάους Φεστ, στο οποίο το Ισλάμ εμφανιζόταν ως εμπόδιο για την ενσωμάτωση των πολιτών στην γερμανική κοινωνία. «Δεν πιστεύω στον Θεό, αλλά ταυτόχρονα ο Χριστιανισμός, ο Ιουδαϊσμός ή ο Βουδισμός δεν με ενοχλούν. Μόνο το Ισλάμ με ενοχλεί όλο και περισσότερο», έγραψε ο κ. Φεστ και συνέχισε: «Ενοχλούμαι από την δυσανάλογα μεγάλη εγκληματικότητα των νέων με μουσουλμανική καταγωγή. Ενοχλούμαι από την δολοφονική περιφρόνηση προς τις γυναίκες και τους ομοφυλόφιλους. Ενοχλούμαι από τους αναγκαστικούς γάμους, τους ‘δικαστές της ειρήνης’, τα εγκλήματα τιμής».

Ο ίδιος επισήμανε ότι όλα αυτά καθιστούν το Ισλάμ εμπόδιο για την ενσωμάτωση στην Γερμανία και συνιστούσε να λαμβάνονται υπ’ όψιν κατά την εξέταση αιτημάτων για την χορήγηση ασύλου ή ταξιδιωτικής θεώρησης. «Δεν χρειάζομαι εισαγόμενο ρατσισμό ή κάτι άλλο που εκπροσωπεί το Ισλάμ», κατέληξε και, όπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσε σοβαρές αντιδράσεις στην Γερμανία, όπου ζουν περίπου 4,3 εκατομμύρια μουσουλμάνοι. Γερμανοί πολιτικοί, όπως ο Φόλκερ Μπεκ των Πρασίνων, απαίτησαν την δημόσια συγγνώμη της εφημερίδας, η οποία, δια του Διευθυντή Σύνταξης Κάι Ντίκμαν επιχείρησε να ηρεμήσει τα πνεύματα, απορρίπτοντας τις απόψεις του κ. Φεστ και διευκρινίζοντας ότι έπρεπε να έχει διαχωριστεί το Ισλάμ ως θρησκεία από το Ισλάμ ως πολιτική άποψη.

Ο κ. Ντίκμαν, ο οποίος είναι και μέλος του ΔΣ της τουρκικής εφημερίδας Hürriyet επιχείρησε έναν διαχωρισμό, τονίζοντας ότι στην Bild δεν υπάρχει χώρος για γενικευμένα σχόλια εναντίον του Ισλάμ και των ανθρώπων που πιστεύουν στον Αλάχ, αλλά απέφυγε να ζητήσει συγγνώμη ευθέως.