Παραιτήσεις ανώτερων στελεχών του Λευκού Οίκου αλλά και πύκνωση των φωνών που ζητούν τη καθαίρεση του Ντόναλντ Τραμπ συνθέτουν το νέο πολιτικό σκηνικό που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται στην Ουάσιγκτον υπό το βάρος των γεγονότων της αιματηρής εισβολής στο Καπιτώλιο. Τα συγκεκριμένα γεγονότα οδήγησαν στη περαιτέρω πολιτική απομόνωση του Ντόναλντ Τραμπ, κάτι που φάνηκε στη ψηφοφορία που έγινε στη Γερουσία για την επικύρωση του αποτελέσματος των εκλογών. Η άμεση επανάληψη της ψηφοφορίας και η αποκατάσταση της δημοκρατικής τάξης ήταν ένα ζήτημα γοήτρου για τον πολιτικό κόσμο της Αμερικής. Ωστόσο, οι τελευταίες εξελίξεις ανάγκασαν ορισμένους Ρεπουμπλικάνους γερουσιαστές να αποσύρουν τη στήριξη που παρείχαν στον αγώνα του Τραμπ για την αμφισβήτηση του νόμιμου εκλογικού αποτελέσματος.

Την ίδια ώρα συνεχίζεται το κύμα της φυγής ανώτερων στελεχών του Λευκού Οίκου, με την υπουργό Παιδείας Μπέτσι Ντεβός να γίνεται η δεύτερη υπουργός που εγκαταλείπει το κυβερνητικό σχήμα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη στάση του Αμερικανού προέδρου. Είχε προηγηθεί η παραίτηση της υπουργού Μεταφορών Ελέιν Τσάο, η οποία είναι σύζυγος του απερχόμενου προέδρου της Γερουσίας Μιτς Μακόνελ. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNN, μετά την αρχική παραίτηση του αναπληρωτή συμβούλου εθνικής ασφαλείας Ματ Πότινγκερ, υπήρξε πολιτική παρέμβαση προκειμένου να αποφευχθεί η μαζική έξοδος στελεχών που εργάζονται στον τομέα της ασφάλειας, καθώς όπως υπογραμμίστηκε δεν πρέπει μια πολιτική κρίση να μετατραπεί σε μια κρίση εθνικής ασφάλειας.

Υπό το βάρος, λοιπόν, αφόρητων πολιτικών πιέσεων φαίνεται ότι ο Ντόναλντ Τραμπ οδηγήθηκε εκτάκτως σε μια αναδίπλωση, με τον Λευκό Οίκο να δημοσιοποιεί πολύ αργά μέσα στη νύχτα μια ανακοίνωση, στην οποία ο πρόεδρος δεσμευόταν ότι θα διασφαλίσει την ομαλή μετάβαση της εξουσίας. Παρόλα όμως αυτά, η ανακοίνωση δεν έκανε το επόμενο βήμα, καθώς σε αυτό το στάδιο ο Ντόναλντ Τραμπ δεν ήταν διατεθειμένος να αποκηρύξει τους διαδηλωτές και να καταδικάσει τα βίαια επεισόδια. Με δεδομένο ότι επρόκειτο για μια χλιαρή αντίδραση, η οποία μάλιστα έφτασε καθυστερημένα, το επιτελείο του Λευκού Οίκου έκρινε ότι χρειάζονταν περισσότερο δραστικά μέτρα για να αντιμετωπιστεί το υπάρχον αρνητικό κλίμα. Υπό αυτό το πρίσμα, πάρθηκε η απόφαση για το τηλεοπτικό διάγγελμα που ακολούθησε, στο οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ επιχείρησε να κάνει στροφή 180 μοιρών, κάνοντας λόγο για μια αήθη επίθεση στο Καπιτώλιο και καταδικάζοντας για πρώτη φορά τα επεισόδια με σαφή τρόπο. Όπως μάλιστα είπε, όσοι εμπλέκονται σε αυτά θα πρέπει να «πληρώσουν».

Ωστόσο, οι τακτικοί ελιγμοί του Λευκού Οίκου δεν φαίνεται να είναι επαρκείς για να κατευνάσουν τους Δημοκρατικούς, οι οποίο μέσω της πρόεδρου της Βουλής Νάνσι Πελόζι και του γερουσιαστή Τσακ Σούμερ ζητούν από το υπουργικό συμβούλιο να ενεργοποιήσει την 25η τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος, η οποία επιτρέπει την άμεση απομάκρυνση του Τραμπ. Μάλιστα δεν δίστασαν να παρουσιάσουν τον Αμερικανό πρόεδρο ως ένα στασιαστή, απειλώντας πως το Κογκρέσο θα προχωρήσει με τη δική του διαδικασία καθαίρεσης στην περίπτωση που δεν ληφθεί καμία πρωτοβουλία για την 25η τροπολογία. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο νέος πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, Γκρέγκορι Μικς, λέγοντας ότι το Κογκρέσο πρέπει να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που διαθέτει για να διασφαλίσει ότι ο Τραμπ θα λογοδοτήσει. Όπως μάλιστα μετέδωσε το CNBC, δύο κορυφαίοι υπουργοί της κυβέρνησης, ο Μάικ Πομπέο και ο Στίβεν Μνούτσιν, πραγματοποίησαν ενημερωτικές συζητήσεις σχετικά με την 25η τροπολογία.

Ωστόσο, όπως μεταδίδει ο ανταποκριτής του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, το κύμα της δυσαρέσκειας δεν φαίνεται να περιορίζεται μόνο στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών. To CNN επικαλείται πηγές εντός της κυβέρνησης, λέγοντας πως υπάρχουν υπουργικά στελέχη αλλά και ηγετικά μέλη του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που συμφωνούν με την αποπομπή του Ντόναλντ Τραμπ, η οποία μπορεί να γίνει με τρεις βασικούς τρόπους:

Καθαίρεση από το Κογκρέσο πριν από τις 20 Ιανουαρίου: Το βασικό πρόβλημα σε αυτή τη περίπτωση παραμένει η έλλειψη χρόνου αλλά και το γεγονός ότι η Γερουσία εξακολουθεί να ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους. Με δεδομένο ότι χρειάζεται ενισχυμένη πλειοψηφία και στα δύο νομοθετικά σώματα του Κογκρέσου, παραμένει αμφίβολο αν οι Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές θα στηρίξουν μαζικά την καθαίρεση του Τραμπ.

Ενεργοποίηση της 25ης τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος: Με βάση αυτό το σενάριο, ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς διαθέτει τη δυνατότητα να συγκαλέσει το υπουργικό συμβούλιο για να αποφασιστεί με ψηφοφορία αν η ψυχολογική κατάσταση του προέδρου του επιτρέπει να εκπληρώσει τα συνταγματικά του καθήκοντα. Οι περισσότερες φωνές από το Δημοκρατικό στρατόπεδο ζητούν την ενεργοποίηση αυτής της τροπολογίας. Παρόλα όμως αυτά, ο χρόνος παραμένει πρόβλημα και σε αυτή την περίπτωση, καθώς υπολογίζεται ότι θα χρειαστεί μια εβδομάδα για να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Με δεδομένο ότι αυτή η τροπολογία δεν έχει ποτέ ενεργοποιηθεί υπάρχουν και ορισμένες νομικές «γκρίζες ζώνες», οι οποίες ενδέχεται να δημιουργήσουν προβλήματα. Για παράδειγμα, παραμένει ασαφές το αν οι υπηρεσιακοί υπουργοί θα έχουν δικαίωμα να ψηφίσουν, καθώς ο διορισμός τους δεν έχει επικυρωθεί από τη Γερουσία.

Καθαίρεση στο Κογκρέσο μετά τις 20 Ιανουαρίου: Ένα άλλο σενάριο, το οποίο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, είναι αυτό της καθαίρεσης του Ντόναλντ Τραμπ μετά την ολοκλήρωση της προεδρικής του θητείας. Σε αυτή τη περίπτωση τα πράγματα θα είναι πιο εύκολα, καθώς οι Δημοκρατικοί θα ελέγχουν και τα δύο νομοθετικά σώματα του Κογκρέσου. Αυτή η καθαίρεση δεν θα έχει μόνο συμβολική σημασία αλλά θα έχει και πολιτική ουσία, καθώς θα ισοδυναμεί με στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων και ο Ντόναλντ Τραμπ δεν θα μπορεί να θέσει ξανά υποψηφιότητα για κανένα ομοσπονδιακό αξίωμα.

Δεν λείπουν, όμως, και οι πολιτικές φωνές που εκφράζουν σκεπτικισμό για μια ενδεχόμενη καθαίρεση του Ντόναλντ Τραμπ μόλις 13 μέρες πριν από την παράδοση της εξουσίας. Όσοι ακολουθούν αυτή τη σχολή σκέψης θεωρούν ότι μια τέτοια κίνηση θα δυναμιτίσει αχρείαστα το κλίμα περισσότερο και θα υπονομεύσει τη δυνατότητα του Τζο Μπάιντεν να εμφανιστεί ως ένας ενωτικός πρόεδρος που θα επουλώσει τις πληγές του διχασμού. Επιπλέον, εκτιμούν ότι κάτι τέτοιο θα ηρωοποιήσει τον Ντόναλντ Τραμπ στα μάτια του σκληρού πυρήνα της εκλογικής του βάσης και ως εκ τούτου θα ισχυροποιήσει τη πολιτική του θέση μέσα στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Σε κάθε περίπτωση πάντως, τα γεγονότα του Καπιτωλίου φαίνεται πως λειτούργησαν ως επιταχυντής εξελίξεων, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση ενός εντελώς διαφορετικού πολιτικού σκηνικού στην αμερικανική πρωτεύουσα.