Μάικλ Μπράουν, Έρικ Γκάρνερ, Φρέντι Γκρέι. Τα ονόματά τους έχουν χαραχθεί ανεξίτηλα στη μνήμη των Αμερικανών ως επαίσχυντα παραδείγματα θανατηφόρας αστυνομικής βίας, που προκάλεσε τη λαϊκή κατακραυγή και κινητοποιήσεις, ενώ επιδίκασαν μεγάλες χρηματικές αποζημιώσεις στις οικογένειες των θυμάτων.

Όμως για κάθε δολοφονία ή τραυματισμό που προκαλεί το ενδιαφέρον του αμερικανικού έθνους υπάρχουν ταυτόχρονα εκατοντάδες άλλες που δεν βρίσκουν ανταπόκριση στην κοινή γνώμη.

Στις περιπτώσεις αυτές οι αστυνομικές υπηρεσίες βρίσκονται αντιμέτωπες με πολύ μικρότερες πιέσεις από την κοινή γνώμη για να καταβάλουν αποζημιώσεις και οι αστυνομικοί έχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες να υποστούν πειθαρχικά μέτρα. Αυτό αφήνει μόνο μια επιλογή στα θύματα ή τις οικογένειές τους προκειμένου να δικαιωθούν: Να μηνύσουν τους αστυνομικούς για παραβιάσεις πολιτικών δικαιωμάτων, σύμφωνα με την τέταρτη τροποποίηση του Συντάγματος των ΗΠΑ.

Μια νέα έρευνα του Reuters, ωστόσο, διαπιστώνει πως τις περισσότερες φορές, αυτές οι αγωγές για κατάχρηση εξουσίας, ως τελευταίο καταφύγιο των θυμάτων–δεν κατορθώνουν να καταλήξουν σε αποζημίωσή τους. Και τούτο εξαιτίας μίας ελάχιστα γνωστής νομικής γραμμής υπεράσπισης που ονομάζεται ειδική ασυλία.

Αυτό το δημιούργημα του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ της τελευταίας 50ετίας, αποσκοπεί στην προστασία των κυβερνητικών υπαλλήλων από μηνυτήριες προσφυγές. Εντούτοις, τα τελευταία χρόνια, η πρόβλεψη αυτή έχει καταστεί μια πολύ αποτελεσματική ασπίδα ενάντια σε χιλιάδες αγωγές που αξιώνουν από τα δικαστήρια να φέρουν τους αστυνομικούς να λογοδοτήσουν για τη χρήση υπερβολικής βίας.

Ακολουθούν έξι επιλογές από την έρευνα του πρακτορείου:

Ακόμη και όταν βίντεο που έχουν ληφθεί από κινητό τηλέφωνο από αυτόπτες μάρτυρες, έχει φέρει στπο επίκεντρο της κοινής γνώμης της ακραίες τακτικές της αστυνομίας, το δόγμα της ειδικής ασυλίας – που με επίπονο τρόπο θεσμοθετήθηκε με την πάροδο πολλών ετών από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ – λύνει τα χέρια των αστυνομικών, που μπορούν αυτοδίκαια κι ατιμωρητί να σκοτώνουν, ή να τραυματίζουν αθώους πολίτες.

Οι αποφάσεις του ίδου του Ανώτατου Δικαστηρίου είχαν σημαντικές συνέπειες, που έγερναν την πλάστιγγα υπέρ των αστυνομικών. Το Reuters πραγματοποίησε την πρώτη συνολική ανασκόπηση εκατοντάδων προσφυγών που υποβλήθηκαν για υποθέσεις κατάχρησης εξουσίας κι υπερβολικής βίας σε ομοσπονδιακά δικαστήρια. Διαπιστώθηκε πως η αστυνομία κέρδισε το 56% των υποθέσεων στις οποίες δήλωσαν ειδική ασυλία, στο διάστημα 2017 έως 2019. Το ποσοστό κατέγραφε κατακόρυφη αύξηση εν σχέσει προς την προηγούμενη 3ετία, όταν η αστυνομία κέρδισε το 43% των υποθέσεων.

Ακόμα και όταν τα αμερικανικά δικαστήρια επικυρώνουν ότι οι αστυνομικοί παραβίασαν τα αστικά δικαιώματα ενός θύματος, η αστυνομία μπορεί ακόμη και να απαλλαχθεί από κάθε την ευθύνη. Αυτό συμβαίνει επειδή το Ανώτατο Δικαστήριο έχει επεκτείνει τα όρια των προκλήσεων για την εφαρμογής της πρόβλεψης για την υπερασπιστική γραμμή της ειδικήασυλίας. Το πρακτορείο Reuters εντόπισε δεκάδες παραδείγματα αυτών των περιπτώσεων.

Οι αστυνομικοί κερδίζουν αυτές τις υποθέσεις με τέτοια συχνότητα, ώστε οι δικηγόροι των εναγόντων δηλώνουν απρόθυμοι να δεχθούν πελάτες που υφίστανται βλάβες σε περίπτωση αντιπαράθεσής τους με αστυνομικά όργανα.

Μια αύξουσα συναίνεση, που μάλιστα καλύπτει ολο το πολιτικό φάσμα, ζητεί από το Ανώτατο Δικαστήριο να κάνει τροποποιήσεις. Μεταξύ των επικριτών της πρόβλεψης αυτής είναι και δύο από τα μέλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου: η φιλελεύθερη Σόνια Σοτομαγιόρ και Sonia Sotomayor και ο συντηρητικός Κλάρενς Τόμας. Η Σοτομαγιόρ, σε μια διαφωνία της το 2018 για μία υπόθεση, έγραψε ότι η απόφαση του δικαστηρίου υπέρ των αστυνομικών εκπέμπει ένα επικίνδυνο μήνυμα: «μπορούν να πυροβολούν πρώτα και να σκεφθούν αργότερα, και επίσης λέει στο κοινό ότι η χειροπιαστά παράλογη συμπεριφορά δεν πρόκειται να τιμωρηθεί».

Το Ανώτατο Δικαστήριο δείχνει πλέον ότι αντιλαβάνεται την κατακραυγή για την ειδική ασυλία. Πολλές προσφυγές, που υποστηρίζονται από τους επικριτές τουνομικού δόγματος έχουν συσσωρευθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο. Οι δικαστές του έχουν προγραμματίσει να συζητήσουν κατ’ ιδίαν περί τις 15 Μαΐου για το εάν υπάρχει πιθανότητα, εάν υπάρχει να εξετασθούν 11 από αυτές τις υποθέσεις αργότερα εντός του έτους.

Η πλήρης έρευνα του Reuters είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση https://reut.rs/2WfH30L