«Ο Μάριο Μόντι έλαβε μέτρα που βελτίωσαν χωρίς αμφιβολία τη διεθνή αξιοπιστία της Ιταλίας και απομάκρυναν τον κίνδυνο μιας κρίσης όπως εκείνης στην οποία έχει βυθιστεί η Ελλάδα. Η μεταρρύθμιση των συντάξεων (η ηλικία συνταξιοδότησης μεταφέρθηκε στα 66 χρόνια) και η επιστροφή του φόρου κατοικίας καθησύχασαν τις αγορές. Και η απόδειξη είναι ότι το κόστος δανεισμού μειώθηκε στο 4-4,5%. Η Ιταλία δεν αποτελεί πλέον μια χώρα υψηλού κινδύνου. Η επιστροφή του προϋπολογισμού σε μια πρωτογενή ισορροπία ενισχύει αυτή την αίσθηση».

Αυτά λέει στο γαλλικό περιοδικό Νουβέλ Ομπζερβατέρ ο ιταλός οικονομολόγος Τίτο Μποέρι, διευθυντής ερευνών στο Πανεπιστήμιο Bocconi του Μιλάνου και αρθρογράφος στην εφημερίδα Ρεπούμπλικα. Σε ό,τι αφορά την επιστροφή της Ιταλίας στην ανάπτυξη, όμως, είναι λιγότερο αισιόδοξος. Κατά την άποψή του, ο Μόντι θα μπορούσε να έχει προχωρήσει περισσότερο. Με την ανεργία των νέων να είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερη από εκείνη των άλλων ηλικιακών κατηγοριών, με μια πολύ μικρή κινητικότητα ανάμεσα στο σχολείο και τον κόσμο της εργασίας, θα έπρεπε να σπάσει αυτή τη «δυαδική» αγορά, που αποτελείται από πάρα πολλές επισφαλείς συμβάσεις και πολύ λίγες συμβάσεις απεριορίστου χρόνου. Θα έπρεπε να αναζητήσει έναν καλό μέσο όρο.

Επιπλέον, οι μεταρρυθμίσεις που δεν προχώρησαν είναι πολλές. Τίποτα δεν έγινε για να μεταρρυθμιστεί ο τομέας της ενέργειας, που είναι η ακριβότερη στην Ευρώπη. Τίποτα δεν έγινε για να σπάσει το μονοπώλιο των μεταφορών ή για να φιλελευθεροποιηθεί η αγορά των υπηρεσιών. Το ίδιο και με τις τράπεζες. Η χρηματοπιστωτική εξουσία βρίσκεται στα χέρια πολύ πολιτικοποιημένων ιδρυμάτων.

Μήπως η αιτία για την ανεπάρκεια των μεταρρυθμίσεων είναι ότι η απερχόμενη κυβέρνηση τεχνοκρατών δεν είχε πολιτική νομιμότητα; «Ο Μόντι ήταν πάντα πολύ πολιτικός, όπως αποδεικνύει και ο ρόλος του ως ευρωπαίου επιτρόπου. Άλλοτε, οι τεχνοκρατικές κυβερνήσεις του Κάρλο Τσάμπι ή του Λαμπέρτο Ντίνι ήταν πολύ πιο μεταρρυθμιστικές. Οι πολιτικοί εκείνοι ασχολήθηκαν τόσο με τις δημόσιες δαπάνες, όσο και με τη λειτουργία της οικονομίας εν γένει. Αν ο χρόνος των τεχνοκρατών περιορίζεται από τους πολιτικούς που φοβούνται νέες αφίξεις, ένας λόγος παραπάνω να κινηθούν γρήγορα και αποφασιστικά. Κανείς δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι ο Μόντι ξαναέδωσε αξιοπιστία στην ιταλική οικονομία. Σε σχέση με τα χρόνια του Μπερλουσκόνι, όμως, δεν ήταν και τόσο δύσκολο».