Η Βρετανία πρέπει να ανακαλέσει άμεσα τη γνωστοποίησή της για την πρόθεσή της να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε να δοθεί χρόνος για μια «σοβαρή και εις βάθος εξέταση» του θέματος, τόσο από το κοινοβούλιο όσο και από τον βρετανικό λαό, δήλωσε σήμερα ο πρώην πρωθυπουργός Τζον Μέιτζορ.

Την Δευτέρα η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι ανέβαλε την ψηφοφορία που επρόκειτο να διεξαχθεί σήμερα στο κοινοβούλιο για να εγκριθεί η συμφωνία αποχώρησης από την ΕΕ, γεγονός που αφήνει ανοιχτά πολλά ενδεχόμενα: να υπάρξει ένα Brexit χωρίς συμφωνία, μια συμφωνία της τελευταίας στιγμής ή ακόμη και ένα δεύτερο δημοψήφισμα.

Επίσης χθες, το Δικαστήριο της ΕΕ έκρινε ότι «το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ελεύθερο να ανακαλέσει μονομερώς το άρθρο 50», δηλαδή τη γνωστοποίησή του για την πρόθεσή του να αποσυρθεί από την ΕΕ.

«Πρέπει να ανακαλέσουμε το άρθρο 50 με άμεση ισχύ. Το ρολόι πρέπει, προς το παρόν, να σταματήσει», είπε ο Μέιτζορ, τονίζοντας ότι θα πρέπει να ηρεμήσουν οι χρηματαγορές και να προστατευτεί η οικονομική ευημερία του βρετανικού λαού, όπως μεταδίδει το Reuters και αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

«Είναι σαφές ότι τώρα χρειαζόμαστε το πολυτιμότερο αγαθό: χρόνο. Χρόνο για σοβαρή και εις βάθος εξέταση του θέματος τόσο από το κοινοβούλιο όσο και από τον λαό. Θα υπάρχει ένας τρόπος για να βγούμε από το παρόν τέλμα, πάντα υπάρχει», πρόσθεσε ο Μέιτζορ, σε ομιλία του σε μια ομάδα προβληματισμού στο Δουβλίνο.

Ο Τζον Μέιτζορ, που κυβέρνησε τη Βρετανία από το 1990 μέχρι το 1997 και είχε ταχθεί υπέρ της παραμονής στην ΕΕ, είναι ο ένας από τους τρεις εν ζωή πρώην πρωθυπουργούς που ζητούν να γίνει δεύτερο δημοψήφισμα για να δοθεί μια λύση στην κρίση. Ο ίδιος είχε αντιμετωπίσει τους ευρωσκεπτικιστές του κόμματός του στα μέσα της θητείας του και κέρδισε τελικά την ψήφο εμπιστοσύνης του κοινοβουλίου όταν κατατέθηκε πρόταση μομφής σε βάρος του με αφορμή τους χειρισμούς του στη Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1993.

Ο Μέιτζορ πιστεύει ότι το Brexit θα περιορίσει την επιρροή της Βρετανίας παγκοσμίως.