Οι μύθοι του Αισώπου ενέπνευσαν Βρετανούς ερευνητές, οι οποίοι θέλησαν να συγκρίνουν τις ικανότητες των κορακιών με τις ικανότητες παιδιών μέχρι επτά ετών. Σύμφωνα με την έρευνα, τα παιδιά μέχρι την ηλικία των επτά ετών δεν ξεπερνούν τα κοράκια στην ικανότητα επίλυσης ορισμένων προβλημάτων, για παράδειγμα με ποιό τρόπο θα βγάλουν κάτι μέσα από μια βαθιά μισογεμάτη στάμνα.

Σε έναν από τους πιο γνωστούς μύθους του Αισώπου, ένα διψασμένο κοράκι ρίχνει πέτρες μέσα σε μια κανάτα, ώστε να ανέβει η στάθμη του νερού μέσα σε αυτήν και έτσι να μπορέσει να το πιει.

Πειράματα, που επιβεβαιώνουν τον αρχαίο Έλληνα μυθοποιό, έδειξαν ότι πράγματι τα κοράκια έχουν την εξυπνάδα να αυτές τις κινήσεις.

Επιστήμονες του Πανεπιστημίου , με επικεφαλής την καθηγήτρια ψυχολογίας Νικολά Κλέιτον, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «PLoS ONE», σύμφωνα με το «Science», διεξήγαγαν πειράματα σε 80 παιδιά ηλικίας τεσσάρων έως δέκα ετών, ενώ σε προηγούμενη μελέτη είχαν κάνει αντίστοιχες εξετάσεις σε κοράκια.

Το συμπέρασμα της έρευνας είναι ότι οι άνθρωποι σκέφτονται διαφορετικά από κοράκια, πιο ανοιχτόμυαλα και έτσι μαθαίνουν να κατανοούν καλύτερα τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος, πράγμα που τους βοηθά σταδιακά να λύνουν πιο πολύπλοκα προβλήματα σε σχέση με τα πονηρά πουλιά.

Ωστόσο, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, μέχρι την ηλικία περίπου των επτά ετών οι επιδόσεις των παιδιών και των κορακιών δεν έδειξαν να διαφέρουν ιδιαίτερα, καθώς και οι δύο ομάδες χρειάζονταν κατά μέσο όρο πέντε προσπάθειες δίλεπτης διάρκειας μέχρι να μάθουν να πετυχαίνουν αυτό που τους ζητούσε το τεστ, δηλαδή να καταφέρουν να βγάλουν από ένα μισογεμάτο σωλήνα κάτι που επέπλεε. Μόνο από την ηλικία των οκτώ ετών και έπειτα, τα παιδιά ξεπερνούσαν σαφώς τα κοράκια, πετυχαίνοντας θετικό αποτέλεσμα με την πρώτη τους κιόλας προσπάθεια.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, το βασικό χαρακτηριστικό που κάνει το νου των παιδιών να υπερέχει από μια στιγμή και μετά, είναι ότι οι άνθρωποι δεν περιορίζονται τόσο όσο τα κοράκια από προκαταλήψεις για το τι είναι δυνατό να γίνει.

«Τα παιδιά δεν ξεκινάνε με την ιδέα του τι είναι δυνατό και τι όχι. Γι’ αυτό, άλλωστε, στα παιδιά αρέσει η μαγεία», δήλωσε η ερευνήτρια Λούσι Τσέκε. «Είναι ικανά να μάθουν τι πρέπει να κάνουν, για να λύσουν το πρόβλημα, ακόμα κι αν η αλυσίδα των γεγονότων (αιτίας-αποτελέσματος) εκ πρώτης όψεως φαίνεται αδύνατη. Στην ουσία, τα παιδιά αγνοούν το γεγονός πως κάτι δεν θα έπρεπε να συμβαίνει και επικεντρώνονται στο ότι τελικά συμβαίνει. Αντίθετα, τα πουλιά φαίνεται να αποτυγχάνουν, από ένα σημείο και μετά, επειδή απωθούνται από το γεγονός ότι κάτι, γι’ αυτά, δεν θα έπρεπε να συμβαίνει».