Στη μη συναίνεση από πλευράς Σκωτίας της νομοθεσίας που είναι απαραίτητη για να προχωρήσουν τα σχέδια της Μεγάλης Βρετανίας για το Brexit, τόνισε η πρωθυπουργός της Σκοτίας, για να αναδείξει ένα ακόμα «αγκάθι» που πρέπει να ξεπεραστεί. Η κυβέρνηση της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι άφησε χθες να εννοηθεί ότι δεν πρόκειται να προσφέρει περαιτέρω παραχωρήσεις στη Σκοτία, την Ουαλία και τη Βόρεια Ιρλανδία, που ανησυχούν ότι θα χάσουν εξουσίες κατά τη συνταγματική εναρμόνιση μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ. Οι αποκεντρωμένες περιοχές του Ηνωμένου Βασίλειου δεν έχουν τη δυνατότητα αρνησικυρίας στη νομοθεσία του Brexit, αλλά το να αγνοούνται οι επιθυμίες τους επιδεινώνει τις ήδη τεταμένες σχέσεις, ενισχύοντας τον εθνικισμό στη Σκωτία και περιπλέκοντας περαιτέρω την ήδη δύσκολη διαδικασία αποχώρησης. «Δεν θα προσυπογράψω κάτι που ουσιαστικά υπονομεύει ολόκληρα τα θεμέλια πάνω στα οποία έχει χτιστεί η αποκέντρωση», δήλωσε στο ραδιόφωνο του BBC η Νίκολα Στέρτζον, της οποίας το κόμμα τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας της Σκοτίας. «Όπως έχουν τα πράγματα, η κυβέρνηση δεν μπορεί να συστήνει την έγκριση του νομοσχεδίου», επισήμανε, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Ο υπουργός, Ντέιβιντ Λίντινγκτον, δήλωσε χθες ότι οι περισσότερες από τις ήδη αποκεντρωμένες εξουσίες θα παραμείνουν αυτομάτως στο Εδιμβούργο, το Κάρντιφ και το Μπέλφαστ, τις πρωτεύουσες των τριών περιοχών του Ηνωμένου Βασιλείου, μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ. Όμως, η βρετανική κυβέρνηση θα έκανε εξαιρέσεις εάν πίστευε ότι αυτό θα έπληττε συνολικά το Ηνωμένο Βασίλειο, δήλωσε, με τα σχόλιά του να προκαλούν αντιδράσεις στη Σκωτία και να αντιστρέφουν, όπως φαίνεται, την πρόοδο που έγινε μεταξύ των δύο πλευρών την τελευταία εβδομάδα. Η βρετανική κυβέρνηση χρειάζεται μια συμφωνία πριν το καλοκαίρι, προκειμένου να περάσει από το εθνικό κοινοβούλιο το νομοσχέδιο για την αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό θα κόψει επίσημα τους δεσμούς από την ΕΕ και θα αντιγράψει τη ευρωπαϊκή νομοθεσία μετατρέποντάς τη σε βρετανική.