Η παρακάτω ιστορία τα έχει όλα. Καταρχήν αφορά, παρά τα (πολλά) χρόνια της, το σήμερα, γιατί είναι ουσιαστικά η εξήγηση για ένα χαρακτηριστικό της Λατινικής Αμερικής: Το γεγονός πως η μεγαλύτερη χώρα της μιλά πορτογαλικά. Ταυτόχρονα είναι και ένα ταξίδι στο χρόνο, όχι μόνο στην επίσημη ιστορία αλλά και το παρασκήνιό της, τα λάθη και τα «λάθη» που έπαιξαν όμως καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση των πραγμάτων. Και μας μεταφέρει σε μια εποχή που η αποικιοκρατία ήταν το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της «ανεπτυγμένης» τότε Ευρώπης, με τους ηγεμόνες να μοιράζουν εδάφη, πολιτισμούς κι ανθρώπους σαν να είναι τα κτήματα στο χωριό τους.

Αν και θα μιλήσουμε για τη Λατινική Αμερική, στο επίκεντρο βρίσκεται η μικρή πόλη Τορδεσίγιας της Ισπανίας. Με την πρώτη ματιά, η Τορδεσίγιας, στις όχθες του ποταμού Duero στο Βαγιαδολίδ, δείχνει όπως κάθε συνηθισμένη πόλη.

Με την παλιά συνοικία της, με την καλοδιατηρημένη Plaza Mayor, εκκλησίες που χρονολογούνται από τα μεσαιωνικά χρόνια. Το όνομά της έχει ωστόσο ξεχωριστή σημασία σε πολλές πόλεις της Λατινικής Αμερικής και είναι απολύτως αναγνωρίσιμο από το Σάο Πάολο της Βραζιλίας ως την Καρθαγένη της Κολομβίας. Και όχι τυχαία.

shutterstock225635722

Γιατί στην πόλη αυτή, το 1949 η Ισπανία και η Πορτογαλία μοίρασαν τον γνωστό εκείνη την εποχή κόσμο κι έθεσαν τις βάσεις για να γίνει μία χώρα η μοναδική στην Αμερική που μιλά πορτογαλικά: η Βραζιλία.

Η τοποθεσία της φαίνεται πως ήταν ιδανική για τις διαπραγματεύσεις και την υπογραφή, τελικά, της συνθήκης της Τορδεσίγιας. «Ήταν ένα σταυροδρόμι πολύ σημαντικό» εξηγεί στο BBC ο Miguel Angel Zalama, καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Βαγιαδολίδ και διευθυντής του Κέντρου Ιβηρο-αμερικανικών Σχέσεων της Τορδεσίγιας. «Υπήρχε επίσης παλάτι και όλα δείχνουν πως η συνθήκη υπογράφηκε εδώ».

Η ύπαρξη του παλατιού, όμως, και το γεωγραφικό πλεονέκτημα της πόλης μπορεί να μην ήταν οι μόνοι λόγοι για τους οποίους οι καθολικοί μονάρχες, η Ισαβέλλα της Καστίλης και ο Φερδινάνδος της Αραγονίας, την επέλεξαν. «Η ιστορική παράδοση συνδέει την πόλη με την Πορτογαλία» εξηγεί ο Ricardo Piqueras Céspedes, καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης. «Τον 14ο αιώνα, η βασίλισσα Μαρία της Πορτογαλίας και η μικρή Βεατρίκη της Πορτογαλίας ζούσαν εκεί. Είναι πιθανό να ήταν λοιπόν μια πολιτική κίνηση, ώστε οι Πορτογάλοι να νιώθουν πιο άνετα σε έναν τόπο που ήταν κάπως ουδέτερο έδαφος».

Η Ισαβέλλα και ο Φερδινάνδος είχαν πολύ καλό λόγο για να επιθυμούν να εξευμενίσουν την Πορτογαλία. Παρότι ολοκληρώθηκε τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1494, η Συνθήκη της Τορδεσίγιας ήταν διαδικασία που κράτησε έναν ολόκληρο χρόνο, σε κλίμα αβεβαιότητας, με μεγάλη πιθανότητα πολέμου ανάμεσα στις δύο χώρες και την αγωνία της Ισπανίας για τον ρόλο της στις κατακτήσεις στον Ατλαντικό.

shutterstock126756302

Ο δρόμος για τη διαπραγμάτευση της Συνθήκης άρχισε όταν, επιστρέφοντας από το παρθενικό του ταξίδι στην – όπως νόμιζε- Ινδία, ο Χριστόφορος Κολόμβος έπεσε σε κακοκαιρία. Χρειάστηκε να αγκυροβολήσει κοντά στη Λισαβόνα, παρότι το ταξίδι του είχε χρηματοδοτηθεί από τους Ισπανούς μονάρχες Φερδινάνδο και Ισαβέλλα και έτσι χρειάστηκε να μοιραστεί την είδηση της ανακάλυψής του πρώτα με τον Ιωάννη τον βασιλιά της Πορτογαλίας. Βέβαιος πως τα νέα νησιά εμπίπτουν στη Συνθήκη Αλκασόβας- Τολέδο, του 1479, που «έδινε» τα εδάφη νότια των Κανάριων Νησιών στην Πορτογαλία, ο βασιλιάς Ιωάννης τα ανακήρυξε πορτογαλική επικράτεια.

Εντωμεταξύ, ο Martin Alonso Pinzón, που συνόδευε τον Κολόμβο, κατάφερε να φτάσει στις ακτές της Ισπανίας και αμέσως γνωστοποίησε τα νέα για τα εδάφη που είχαν μόλις ανακαλυφθεί. Με την πληροφορία αυτή, οι Καθολικοί μονάρχες έστειλαν τους απεσταλμένους τους στον Πάπα Αλέξανδρο τον Δ’ διεκδικώντας τις ανακαλύψεις του Κολόμβου.

Με καταγωγή από τη Βαλένθια- που ήταν τότε μέρος του Βασιλείου της Αραγονίας- και, συνεπώς, με το μέρος των συμφερόντων των καθολικών μοναρχών, ο Πάπας εξέδωσε τρεις παπικές βούλες. Μία από αυτές, της 4ης Μαΐου 1493, ουσιαστικά ακύρωνε τη Συνθήκη Αλκασόβας-Τολέδο και αντί για τον παράλληλο, κριτήριο με το οποίο η Συνθήκη χώριζε τον Ατλαντικό ανάμεσα στην Πορτογαλία και την Ισπανία με βάση μια οριζόντια γραμμή, ορίστηκε ένα κάθετο «σύνορο», από Πόλο σε Πόλο, που έτεμνε τον Ατλαντικό ωκεανό στα δύο.

shutterstock254490604

Οι Πορτογάλοι εξοργίστηκαν. Εκτός του ότι έχαναν τα νέα νησιά, δεν είχαν και επαρκή χώρο να κινηθούν στα ταξίδια τους προς την Αφρική, καθώς η νοητή γραμμή – σύνορο βρισκόταν περίπου 320 μίλια δυτικά του Πράσινου Ακρωτηρίου.

«Οι Πορτογάλοι ήθελαν να διατηρήσουν τις αποικίες τους στην Αφρική και τα νησιά τους στον Ατλαντικό» εξήγησε ο Zalama. «Το ‘σύνορο’ ήταν σοκ επειδή δεν είχαν καθόλου χώρο για τους πλόες τους. Χρειάζονταν για το ταξίδι τους ευνοϊκούς ανέμους και για να τους έχουν θα ήταν απαραίτητο να κάνουν ένα τεράστιο κύκλο. Με αυτή την παπική βούλα δεν μπορούσαν πια γιατί θα βρίσκονταν σε καστιλιάνικο έδαφος».

Ακολούθησε διπλωματική φρενίτιδα ανάμεσα στην Πορτογαλία και την Ισπανία. Καμία πλευρά δεν ήθελε πόλεμο αλλά και οι δύο ετοίμασαν τις αρμάδες τους κατά τη διάρκεια των συνομιλιών. Τον Σεπτέμβριο του 1493, ο Κολόμβος έφυγε για το δεύτερο ταξίδι του υποσχόμενος πληροφορίες που θα βοηθούσαν στις συνομιλίες. Τήρησε την υπόσχεσή του και τον Απρίλιο του 1494 έστειλε πίσω έναν χάρτη με τα εδάφη που είχε ανακαλύψει. Επειδή όμως δεν ήξερε εάν ο βασιλιάς Ιωάννης είχε συμφωνήσει με τα νέα δεδομένα της παπικής βούλας αλλά και εάν ο ίδιος είχε ξεπεράσει τον οριζόντιο διαχωρισμό, «πείραξε» τον χάρτη. Μετακίνησε το γεωγραφικό πλάτος του νησιού Ισπανιόλα – το οποίο μοιράζονται σήμερα Αϊτή και Δομινικανή Δημοκρατία- προς τα βόρεια, τοποθετώντας το στον ίδιο παράλληλο με τα Κανάρια Νησιά, διασφαλίζοντας την ισπανική κυριαρχία με βάση τη Συνθήκη Αλκασόβας-Τολέδο.

shutterstock715440448

Μέχρι να φτάσει ο χάρτης του Κολόμβου, οι Πορτογάλοι είχαν ήδη συμφωνήσει στον κάθετο διαχωρισμό. Αγωνιώντας βασικά για τα ταξίδια στην Αφρική, ο Ιωάννης ζήτησε μόνο η γραμμή να μεταφερθεί κατά 1.185 μίλια δυτικά του Πράσινου Ακρωτηρίου. Υπό τη συμφωνία αυτή, η Πορτογαλία θα έπαιρνε τα πάντα ανατολικά της γραμμής- το ήδη γνωστό Πράσινο Ακρωτήριο και την ακτή της Αφρικής- ενώ η επικράτεια της Ισπανίας θα επεκτεινόταν δυτικά και θα περιλάμβανε τα τελευταία ευρήματα του Κολόμβου. Καθώς ο νέος χάρτης του Κολόμβου δεν έδειχνε κανένα νέο έδαφος στην πορτογαλική πλευρά, η Ισαβέλλα και ο Φερδινάνδος συμφώνησαν.

Κανείς δεν ήξερε τότε πως η νέα γραμμή διέσχιζε τη Βραζιλία, κι έτσι τοποθετούσε την ανατολική ακτή της χώρας εκείνης υπό πορτογαλικό έλεγχο. Το 1500, ο Πορτογάλος Pedro Álvares Cabral ταξίδεψε ως εκεί και διεκδίκησε τα εδάφη για τον βασιλιά του. Τους αιώνες που ακολούθησαν, η Πορτογαλία επέκτεινε την επιρροή της στην ενδοχώρα κι έτσι η Βραζιλία έγινε η μόνη πορτογαλόφωνη χώρα της αμερικανικής ηπείρου.

«Για την πλειονότητα των Βραζιλιάνων σήμερα, η Συνθήκη της Τορδεσίγιας σημαίνει την απόκτηση των ‘άγνωστων’ τότε εδαφών» εξηγεί η Ana Paula Torres Megiani, καθηγήτρια Ιβηρικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο. «Αλλά είναι επίσης μια καθοριστική ιστορική στιγμή που αναδεικνύει τις σχέσεις κυριαρχίας και ηγεμονίας ανάμεσα στην Ευρώπη και τον κόσμο».