Την άποψη που εξέφρασε στο διάγγελμά του ο βασιλέας Φελίπε ΣΤ’, σχετικά με την «απαράδεκτη απιστία» που επιδεικνύουν απέναντι στους θεσμούς οι καταλανοί κυβερνώντες, συμμερίζονται πάνω από έξι στους δέκα Ισπανούς.

Αυτό προκύπτει από έρευνα που δημοσιεύεται στο σημερινό φύλλο της εφημερίδας La Razon.

Στην έρευνα, που διενεργήθηκε από την εταιρεία NC Report, με δείγμα 500 ενηλίκους απ’ όλην την Ισπανία, το 66,2% δηλώνει πως του φάνηκε «καλό», ή «πολύ καλό» το μήνυμα που διατράνωσε στο διάγγελμά του ο Ισπανός μονάρχης την περασμένη Τρίτη.

Ακόμη περισσότεροι, το 70,2% κρίνουν πως το μήνυμα του Φελίπε ήταν «επίκαιρο» και κατάλληλο για την συγκεκριμένη στιγμή, δύο ημέρες μετά το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Καταλονίας.

Παράλληλα, η πλειονότητα των όσων απάντησαν στην έρευνα, το 67,2%, δηλώνει πως στηρίζει την έκκληση του Φελίπε στις αρχές της χώρας να αποκαταστήσουν τη νομιμότητα στην Καταλονία.

Ένα εκτεταμένο συναίσθημα ιλίγγου διατρέχει απ’ άκρου εις άκρον την κοινωνία στην Ιβηρική χερσόνησο, έπειτα από το δημοψήφισμα στην Καταλωνία. Η βαρύτητα του διαγγέλματος του βασιλέα Φελίπε, συδαύλισε τους φόβους για μία κλιμάκωση, ενώ το φαινομενικό συνταγματικό αδιέξοδο ενισχύει τα επιχειρήματα όσων από την αρχή πρότειναν έναν διακανονισμό μέσω διαλόγου. Ένα παράθυρο που άφησε ανοικτό και χθες ο πρόεδρος της καταλανικής κυβέρνησης Κάρλες Πουτζντεμόν.

Ούτως η άλλως, η καταλανική κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή επεχείρησε να «διεθνοποιήσει» την αντιπαράθεση. Η ισπανική κυβέρνηση, απορρίπτει μία τέτοια ιδέα, επιμένοντας στην οχύρωση της πίσω από το νομικο-συνταγματικό οπλοστάσιό της, που από μόνο του δεν μπορεί να συμβάλει στην επίλυση της κρίσης. Από την πλευρά τους οι Βρυξέλλες επ’ ουδενί θέλουν να εμπλακούν σε ένα θέμα που το θεωρούν εσωτερικό ζήτημα της Ισπανίας. Πολλές είναι όμως εκείνες οι φωνές, τόσο από τα δύο άμεσα εμπλεκόμενα στρατόπεδα, αλλά και από τρίτους χώρους επιρροής στην πολιτική και την κοινωνία, ή την οικονομία, που ορθώνουν τώρα επιτακτικά το αίτημα της διαπραγμάτευσης. Αλλά ποιος, ή ποιοί, θα είναι εκείνοι που μπορούν να δρομολογήσουν και να φέρουν εις πέρας έναν τέτοιον διάλογο;

Από το εξωτερικό, κάλλιστα θα μπορούσε να συμβάλει σε μία προσέγγιση της Ισπανίας με την Καταλονία η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Άλλωστε η Κομισιόν είχε ενεργό ρόλο στην επίτευξη της συμφωνίας της «Μεγάλης Παρασκευής» στη Βόρειο Ιρλανδία. Τούτη τη φορά, η εμπλοκή της δεν θα μεταφράζεται σε μία διαμεσολάβηση για την επίλυση ενός (και) στρατιωτικού προβλήματος μεταξύ δύο πλευρών εξωτερικών της Ένωσης (Βόρειος Ιρλανδία-Βρετανία) αλλά για να επιτευχθεί μία κοινωνικο-οικονομική αντιπαράθεση στα πλαίσια της περιφερειακής πολιτικής της ΕΕ.

Η ίδια κοινωνικο-οικονομική λογική στο πλαίσιο της περιφερειακής πολιτικής είχε επικρατήσει άλλωστε και στην ανάμειξη της Επιτροπής στην επίλυση των αντιπαραθέσεων Ιταλίας –Αυστρίας για το Νότιο Τυρόλο/Τιτσίνο. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήδη έχει συσσωρευμένη εμπειρία από την μεσολάβησή της στο Κυπριακό, ενώ έχει και στην ατζέντα της το διαρκές ζήτημα που αφορά τα σύνορα του Γιβραλτάρ.

Μία άλλη λύση, όπως προτείνει στην καταλανική εφημερίδα La Vanguardia ο Χαβιέρ Βίλελμ, διευθυντής του προγράμματος Εταιρικής Διαμεσολάβησης της Σχολής Μάνατζμεντ του πανεπιστημίου UPF Barcelona, παρόμοιο διαμεσολαβητικό ρόλο θα μπορούσαν να διαδραματίσουν διεθνή ιδρύματα και οντότητες, όπως το Κέντρο Κάρτερ (που είχε ιδρύσει ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ και αφιερώνεται στην επίλυση μεταξύ και εντός χωρών), ή το Νορβηγικό Κέντρο Επίλυσης Συρράξεων NOREF του Όσλο, που σήμερα δραστηριοποιείται στη Συρία, τις Φιλιππίνες και την Κολομβία, ή ακόμη και ο γερμανικός οργανισμός διεθνούς συνεργασίας GIZ.

Επίσης ρόλο μεσολαβητή θα μπορούσε να έχει και το Βατικανό, το οποίο είχε δραστηριοποιηθεί και στη δεκαετία του ’80 στην Αργεντινή και τη Χιλή, που τότε τις κυβερνούσαν οι δικτάτορες και λίγο έλειψε να κηρύξουν πόλεμο μεταξύ τους για τα σύνορα των χωρών, θέμα που μετά τη διαμεσολάβηση επιλύθηκε με δημοψήφισμα.

Αλλά και στο εσωτερικό της χώρας, ήδη έχουν ξεκινήσει αρκετές διεργασίες για τη συγκρότηση μίας στέρεας πλατφόρμας πίεσης και πειθούς προς τις δύο πλευρές, ώστε να γίνει κατορθωτό να δρομολογηθεί μία διαδικασία διαλόγου. Στις 24 Σεπτεμβρίου, λίγο πριν το δημοψήφισμα, ένας μακρύς αριθμός από κόμματα, οργανώσεις, συνδικάτα και οντότητες συναντήθηκαν στη Θαραγόθα με στόχο να ιχνηλατήσουν μία «τρίτη οδό» στην αντιπαράθεση της Καταλονίας. Τα ίδια μέρη συναντήθηκαν χθες Τετάρτη στο Κοινοβούλιο της Μαδρίτης με προοπτική να προτείνουν μία συνάντηση ανάμεσα στην κεντρική κυβέρνηση, την καταλανική «Γκοβέρν ντε λα Τζενεραλιτάτ» και τα καταλανικά κόμματα (αυτονομιστικά τε και μη), προκειμένου να θέσουν τους άξονες για μία διαμεσολάβηση, είτε εσωτερική, είτε εξωτερική, που θα επιτρέψει να οροθετηθεί εκ νέου η κατάσταση εντός των προσεχών ημερών, ώστε να μην εκτραχυνθεί η παρούσα αναταραχή.

Τα κόμματα που συμμετείχαν στη συνάντηση ήσαν οι Podemos, Catalunya en Comú, PDeCat, ERC, PNV(Βάσκοι εθνικιστές), Izquierda Unida, En Marea (Γαλίθια), Compromís (Βαλένθια), και οι δύο μεγαλύτερες συνδικαλιστικές ενώσεις CCOO και UGT, παρόλο που τους είχε ασκηθεί πίεση από το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSOE) για το αντίθετο. Η συνάντηση, που είχε συμφωνηθεί εκ των προτέρων μεταξύ του Πάβλο Ιγκλέσιας , του Πουτζντεμόντ, του καταλανού αντιπροέδρου Οριόλ Τζουνκέρας (ERC) και της γενικής συντονίστριας του PDeCat Μάρτα Πασκάλ, διήρκεσε τέσσερις ώρες και σε αυτή αναλυτές και στελέχη προειδοποίησαν την καταλανική πλευρά για τους κινδύνους που ενδεχομένως εγκυμονεί μία μονομερής διακήρυξη της ανεξαρτησίας της περιοχής, όπως προβλέπεται την επόμενη Δευτέρα από το τοπικό Κοινοβούλιο.

Με το πέρας της συνάντησης, ο Ιγκλέσιας επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον πρωθυπουργό Μαριάνο Ραχόι και τον ενημέρωσε για την δρομολογημένη διαδικασία μεσολάβησης. Ο Ραχόι από την πλευρά του επανέλαβε τη θέση του πως δεν διατίθεται να ξεκινήσει οποιονδήποτε διάλογο με όσους «επιδιώκουν μία σοβαρή ανατροπή του Συντάγματος». Για την κυβέρνηση τίποτε δεν μπορεί να ξεκινήσει εάν προηγουμένως η Γκοβερν δεν αποτάξει την ιδέα της ανεξαρτησίας.

Ένας έτερος παράγοντας που μπορεί να συμβάλει στην προσέγγιση των δύο πλευρών είναι η Εκκλησία. Την περασμένη Τρίτη, ο Ραχόι υποδέχθηκε στο Μέγαρο της Μονκλόα του αρχιεπισκόπους της Μαδρίτης καρδινάλιο Χουάν Χοσέ Ομέλια και της Βαρκελώνης Κάρλος Οσόρο, με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού, αλλά χωρίς να έχει στόχο την όποια προσπάθεια διαμεσολάβησης. Σε αυτήν τη συνάντηση, ο Ραχόι παραπονέθηκε για την ένθερμη εμπλοκή των καταλανών ιερέων στη διαδικασία της ανεξαρτησίας –το μανιφέστο 400 ιερέων υπέρ της ανεξαρτησίας και οι εικόνες από τις κάλπες που στήθηκαν σε εκκλησίες-άβατα για την αστυνομία, ανησύχησαν τη Μονκλόα—και ταυτόχρονα εξέφρασε την απογοήτευσή του για την πρόσφατη διακήρυξη της Επισκοπικής Συνόδου της Ισπανίας για την κατάσταση στην Καταλονία, πρωτοβουλία που έχει προκαλέσει σάλο στο εσωτερικό της δεξιάς παράταξης.

Άλλοι παράγοντες που μπορούνε να συμβάλουν προς την κατεύθυνση της διαμεσολάβησης είναι οι διάφοροι επαγγελματικοί σύλλογοι και τα Επιμελητήρια, τα Παν/μια και τα συνδικάτα. Ήδη ο Δικηγορικός Σύλλογος (Coŀlegi d’ Advocats) έχει δρομολογήσει μία τέτοια πρωτοβουλία, η οποία έχει συναθροίσει πολλές άλλες τέτοιες ενώσεις (τον Σύλλογο Οικονομολόγων, το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, το Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, τον Σύλλογο Εργοδοτών, το Εμπορικό Επιμελητήριο, τα συνδικάτα CCOO και UGT, την αντιπροσωπεία του ΟΗΕ στην Καταλονία, κα). Οι οντότητες αυτές συνεδρίασαν χθες και συμφώνησαν να συστήσουν μία Ανεξάρτητη Επιτροπή για τον Διάλογο, τη Διαμεσολάβηση και τη Συμφιλίωση.

Στους διαμεσολαβητικούς παράγοντες ήλθε να προστεθεί και το Βασκικό Εθνικιστικό Κόμμα (PNV). Ο πρόεδρος της Εουσκάδι (Χώρα των Βάσκων) Ίνιγο Ουρκούλιου προσφέρθηκε –με επιστολή του στον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ) να χρησιμεύσει εάν κριθεί αναγκαίο ως διαμεσολαβητής. Με την επιστολή αυτή, οι Βάσκοι αυτονομιστές διαβεβαιώνουν τις Βρυξέλλες πως η περιοχή τους θέλει επί του παρόντος να αποτελέσει σταθεροποιητικό παράγοντα στην Ισπανία.

Στις φωνές υπέρ της κοινωνικής και πολιτικής γαλήνης και προσέγγισης εξάλλου προστίθενται και οι φιλόσοφοι, σε μία προσπάθεια να επιβεβαιώσουν την αρχέγονη αποστολή τους, που αφορά την ενασχόλησή τους με τα πράγματα της «πόλης» και της «αγοράς» κι όχι μόνον με τον συλλογισμό στις «σφαίρες των ιδεών». Περίπου 30 από αυτούς, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται οπαδοί της ανεξαρτησίας και πολέμιοί της, υπογράφουν ένα κάλεσμα, προειδοποιώντας για την «επικίνδυνη κλιμάκωση των πράξεων και των αισθημάτων που βιώνει η καταλανική κοινωνία». Η πρόταση των φιλοσόφων συμπίπτει με άλλη πρωτοβουλία του Συνδικάτου των «Σοβαρών», υπό τον γνωστό διανοούμενο και πολιτευτή με το PSUC Ραφαέλ Ριμπό, που αντιλαμβανόμενος τη «μεταβολή των ανέμων» στην Καταλονία καλεί για μία διεθνή διαμεσολάβηση.