Με οριακή διαφορά απέρριψαν οι Κολομβιανοί τη συμφωνία ειρήνης που υπέγραψαν, ύστερα από τέσσερα χρόνια διαπραγματεύσεων, η κυβέρνηση της χώρας και η οργάνωση FARC. Το «όχι» συγκέντρωσε ποσοστό 50,2%, στο δημοψήφισμα που οργανώθηκε με πρωτοβουλία του προέδρου της χώρας Χουάν Μανουέλ Σάντος για να δοθεί «η μέγιστη δυνατή νομιμοποίηση» στην ειρηνευτική συμφωνία που συνήφθη με τις Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας.

Ο Σάντος  δήλωσε αποφασισμένος να μην εγκαταλείψει την προσπάθεια για τον τερματισμό της εμφύλιας σύρραξης, που διαρκεί 52 χρόνια, τονίζοντας: «Δεν εγκαταλείπω την προσπάθεια, θα συνεχίσω να επιδιώκω την ειρήνη για το υπόλοιπο της θητείας μου, διότι αυτός είναι ο τρόπος να αφήσουμε μια καλύτερη χώρα στα παιδιά μας». Διαβεβαίωσε δε ότι η αμοιβαία και οριστική κατάπαυση του πυρός η οποία κηρύχθηκε την 29η Αυγούστου «είναι ακόμη έγκυρη και θα παραμείνει σε ισχύ».

«Σας κάλεσα να αποφασίσετε εάν υποστηρίζετε ή όχι αυτό που συμφωνήθηκε για τον τερματισμό του πολέμου με την οργάνωση FARC, και η πλειοψηφία, έστω κι αν είναι μια πολύ μικρή πλειοψηφία, είπε “όχι”», δήλωσε ο Σάντος, προσθέτοντας «η άλλη μισή χώρα είπε “ναι”». Σήμερα Δευτέρα θα καλέσει όλες τις πολιτικές δυνάμεις—και ιδίως εκείνες που τάχθηκαν υπέρ του όχι—«για να τις ακούσω, για να αρχίσω έναν διάλογο και να αποφασίσω ποιον δρόμο θα ακολουθήσουμε», πρόσθεσε.

Επικεφαλής του στρατοπέδου του «όχι» είναι ο δεξιός πρώην πρόεδρος, νυν γερουσιαστής, Άλβαρο Ουρίμπε.

«Έδωσα οδηγίες στον επικεφαλής διαπραγματευτή της κυβέρνησης (Ουμπέρτο ντε λα Κάγιε) και στον ύπατο επίτροπο για την ειρήνη (Σέρχιο Χαραμίγιο) να μεταβούν αύριο στην Αβάνα για να ενημερώσουν τους διαπραγματευτές των FARC για τα αποτελέσματα αυτού του πολιτικού διαλόγου», διευκρίνισε ακόμη ο Χουάν Μανουέλ Σάντος.

Το δημοψήφισμα, η συμμετοχή στο οποίο δεν ήταν υποχρεωτική και το αποτέλεσμα του οποίου δεν είναι δεσμευτικό, οργανώθηκε με πρωτοβουλία του προέδρου Σάντος για να δοθεί «η μέγιστη δυνατή νομιμοποίηση» στην ειρηνευτική συμφωνία που συνήφθη με τις Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας.

Ο Άλβαρο Ουρίμπε, σφοδρός επικριτής της συμφωνίας ειρήνης, ειδικά της «ατιμωρησίας» των ανταρτών, ζήτησε από την πλευρά του να υπάρξει μια «μεγάλη εθνική συμφωνία». «Θέλουμε να συμβάλουμε σε μια μεγάλη εθνική συμφωνία. Μας φαίνεται θεμελιώδες ότι δεν πρέπει, στο όνομα της ειρήνης, να τεθούν σε κίνδυνο οι αξίες που την καθιστούν εφικτή», είπε ο πρώην αρχηγός του κράτους (2002-2010) από το Ριονέγρο, στη βορειοδυτική Κολομβία, αντιδρώντας στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.

Από την Αβάνα, ο Ροντρίγκο Λοντόνιο, πιο γνωστός ως Τιμολέον Χιμένες ή Τιμοσένκο, ο ηγέτης των FARC, εξέφρασε τη λύπη του για το γεγονός ότι «η καταστροφική δύναμη αυτών που σπέρνουν το μίσος και την εχθρότητα επηρέασε την κρίση του κολομβιάνικου λαού», αλλά διαβεβαίωσε ότι οι αντάρτες «δεν θα χρησιμοποιούν παρά μόνο τις λέξεις ως όπλο για την οικοδόμηση του μέλλοντος».

Το «όχι» επικρατεί (50,2%) του «ναι» (49,8%) με διαφορά μόλις 63.000 ψήφων σε σύνολο 13 εκατομμυρίων. Η συμμετοχή στην ψηφοφορία δεν ξεπέρασε το 37,43%.

Με το Brexit παρομοίασε το αποτέλεσμα η Βρετανίδα δικηγόρος Κέρστι Μπράιμελοου, διευθύντρια της Bar Human Rights Committee, η οποία διευκόλυνε τη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων που οδήγησαν στις συμφωνίες ειρήνης, σημειώνοντας πως είναι σαφές ότι «η αποχή κέρδισε και η χώρα έχασε».

Ο Στρατός Εθνικής Απελευθέρωσης (ELN), η έτερη οργάνωση ανταρτών της Κολομβίας, αντέδρασε στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ζητώντας να συνεχιστεί η αναζήτηση «λύσης μέσω διαπραγματεύσεων» στην ένοπλη σύρραξη που σπαράσσει τη χώρα επί μισό αιώνα και πλέον. Ο ELN τόνισε στο Twitter ότι «παρά το αποτέλεσμα» του δημοψηφίσματος, πρέπει να «συνεχίσουμε να μαχόμαστε για την ειρήνη». «Καλούμε την κοινωνία της Κολομβίας να συνεχίσει να επιδιώκει τον τερματισμό της ένοπλης σύρραξης μέσω διαπραγματεύσεων», ανέφερε η οργάνωση, που επίσης αναμένεται να διεξαγάγει ειρηνευτικές συνομιλίες με την κυβέρνηση του προέδρου Σάντος, όπως είχε ανακοινωθεί τον Μάρτιο.

Ο ELN είχε εκφράσει τη διαφωνία του με ορισμένα από τα σημεία της συμφωνίας ειρήνης στην οποία κατέληξαν η Μπογοτά και οι FARC. Ωστόσο, διαβεβαίωσε ότι θα τη σεβαστεί και κήρυξε μονομερώς κατάπαυση του πυρός από την 30ή Σεπτεμβρίου ως την 5η Οκτωβρίου, με σκοπό να διευκολύνει τη συμμετοχή των Κολομβιανών στο χθεσινό δημοψήφισμα.