Μια γυναίκα από την πόλη Βίγια Μερσέδες, στην επαρχία Σαν Λουίς της Αργεντινής, βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν δικαστικό εφιάλτη έπειτα από ένα διοικητικό λάθος της επαρχιακής κυβέρνησης, που τη μετέτρεψε -κυριολεκτικά από τη μια μέρα στην άλλη- σε λήπτρια ενός τεράστιου ποσού χρημάτων.
Σύμφωνα με το Mendoza Post (ειδησεογραφικό site στην Αργεντινή), η γυναίκα ανέμενε μια καταβολή διατροφής ύψους 8.000 πέσος (σ.σ. το νόμισμα του Μεξικού), που εξελίχθηκε -κατά λάθος- σε κατάθεση άνω των 500 εκατομμυρίων, η οποία κατέληξε σε ποινική υπόθεση, εφόδους, κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων και αίτημα για εγγύηση εκατομμυρίων πέσος, ώστε να αποφευχθεί η φυλάκιση.
Η Βερόνικα Αλεσάντρα Ακόστα, μητέρα οικογένειας χωρίς ποινικό μητρώο, δεν φανταζόταν ποτέ πως το «μυστηριώδες» ποσό που βρήκε στον τραπεζικό της λογαριασμό -510 εκατομμύρια πέσος σύμφωνα με την ίδια, 540 εκατομμύρια σύμφωνα με τις δικαστικές αρχές- δεν ήταν κάποιο οικονομικό «θαύμα», αλλά η αρχή ενός προσωπικού δράματος.
Η Ακόστα υποστηρίζει ότι στην αρχή νόμιζε πως είχαν κατατεθεί 500 χιλιάδες πέσος. Είπε ότι, όντας σε δύσκολη οικονομική κατάσταση και ακόμη συγχυσμένη από το γεγονός, άρχισε να ξοδεύει μέρος του ποσού.
En San Luis, a una mujer le depositaron por error $510 millones de pesos y los gastó en horas: hizo 66 transferencias y compró un auto, una heladera, dos televisores, un microondas, una freidora, un microondas y una mochila de inodoro, entre otras cosas. pic.twitter.com/qYYVkfVapG
— MDZ Online (@mdzol) May 23, 2025
Μεταξύ άλλων, αγόρασε τρόφιμα, ένα ψυγείο, μια φριτέζα, έναν φούρνο μικροκυμάτων, κεραμικά για το πάτωμα του σπιτιού της και ένα καζανάκι τουαλέτας. Επίσης, πήρε δύο τηλεοράσεις, μία από τις οποίες χάρισε στην κουνιάδα της, ενώ μετέφερε μικρά ποσά σε συγγενείς της. «Ποτέ δεν αγόρασα σούσι ή αυτοκίνητο, όπως λένε κάποια μέσα ενημέρωσης», δήλωσε σε συνέντευξή της.
Σύμφωνα με τη δίωξη, η γυναίκα πραγματοποίησε 66 μεταφορές χρημάτων, ωστόσο η ίδια εξήγησε ότι πρόκειται για επαναλαμβανόμενες συναλλαγές προς τους ίδιους παραλήπτες, με ποσά γύρω στα 500 χιλιάδες πέσος, ενώ έστειλε 50 χιλιάδες πέσος στην αδερφή της που ζει στη Φορμόσα. Όλες οι συναλλαγές, όπως επισημαίνει η υπεράσπισή της, έγιναν ψηφιακά και είναι πλήρως ανιχνεύσιμες.
Πώς έγινε το λάθος
Το ποσό κατατέθηκε κατά λάθος από λογιστή της κυβέρνησης της επαρχίας Σαν Λουίς, ο οποίος αργότερα κατήγγειλε ο ίδιος το περιστατικό. Μέχρι στιγμής, δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες σε βάρος του.
Σύμφωνα με την υπεράσπιση της Βερόνικα Ακόστα, με επικεφαλής τον δικηγόρο Ερνάν Εχεβαρία, η γυναίκα δεν ενημερώθηκε επίσημα για το λάθος προτού η τράπεζά της παγώσει τον λογαριασμό. «Το έμαθε όταν η πρώην κουνιάδα της της έστειλε τη σχετική είδηση. Και ενώ τη διάβαζε, εμφανίστηκε η Αστυνομία στο σπίτι της», περιέγραψαν οι δικηγόροι της.
Κατά τη διάρκεια της αστυνομικής επιχείρησης, εκτός από τη σύλληψή της και τη σύλληψη πέντε συγγενών της, οι Αρχές προχώρησαν σε κατάσχεση ηλεκτρικών συσκευών, μετρητών, ακόμα και των κινητών τηλεφώνων των ανήλικων παιδιών της.
Οι έξι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν πλέον σοβαρές κατηγορίες για απάτη σε βάρος του κράτους, παράνομη κατοχή χρημάτων και κατάχρηση χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών.
Εγγύηση 180 εκατομμυρίων πέσος – Υπό την απειλή προφυλάκισης
Η δικαστής Εγγυήσεων που έχει αναλάβει την υπόθεση επέβαλε εγγύηση 30 εκατομμυρίων πέσος στον καθένα από τους έξι κατηγορούμενους, δίνοντάς τους τριήμερη προθεσμία για την καταβολή της. Σε αντίθετη περίπτωση, απειλούνται με προφυλάκιση. Συνολικά, η απαιτούμενη εγγύηση φτάνει τα 180 εκατομμύρια πέσος.
«Πρόκειται για απολύτως δυσανάλογο μέτρο, που επιβάλλεται σε άτομα χωρίς οικονομικούς πόρους, χωρίς ποινικό μητρώο και με σταθερή κατοικία», δήλωσε ο δικηγόρος της Βερόνικα Ακόστα, ο οποίος έχει ασκήσει έφεση τόσο κατά των κατηγοριών όσο και κατά του ύψους της εγγύησης.
Από την πλευρά της, η Πολιτειακή Εισαγγελία, διά του δικηγόρου Φλάβιο Άβιλα, επιμένει ότι υπήρξαν προηγούμενες προσπάθειες ειδοποίησης της Ακόστα, οι οποίες παρέμειναν χωρίς απάντηση.
«Η καλή πίστη αποδεικνύεται με πράξεις», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Άβιλα, αφήνοντας αιχμές για τη στάση της κατηγορούμενης.