Η επικείμενη συνάντηση μεταξύ Ρωσικής και Ουκρανικής αντιπροσωπείας αύριο στην Κωνσταντινούπολη, αποτελεί την πιο σοβαρή ένδειξη εδώ και πολλούς μήνες ότι κάτι αρχίζει να κινείται – ή έστω επιχειρείται να κινηθεί – στο παγωμένο διπλωματικό τοπίο του πολέμου που συγκλονίζει ολόκληρο τον πλανήτη από τις αρχές του 2022. Σε ένα σκηνικό που διαμορφώνεται στη σκιά μαχών, αδιεξόδων και διεθνών γεωπολιτικών ισορροπιών, η γειτονική Τουρκία και ο πρόεδρός της Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επανεμφανίζεται δυναμικά στο προσκήνιο, επιχειρώντας να κεφαλαιοποιήσει τη θέση του ως συνομιλητή και των δύο αντιμαχόμενων πλευρών.
Να σημειωθεί πάντως ότι η Κωνσταντινούπολη δεν φιλοξενεί για πρώτη φορά Ρώσους και Ουκρανούς αξιωματούχους. Το ίδιο είχε συμβεί και τον Μάρτιο του 2022, λίγες εβδομάδες μετά τη ρωσική εισβολή. Εκείνη η προσπάθεια, παρά την ελπίδα που ενέπνεε, κατέληξε σε αδιέξοδο, με την πολεμική μηχανή του Βλαντιμίρ Πούτιν να εντείνει τις επιθέσεις και την Ουκρανία να σφυρηλατεί ακόμη πιο στενούς δεσμούς με τη Δύση. Έκτοτε, καμία σοβαρή πρωτοβουλία για διάλογο δεν κατάφερε να ωριμάσει.
Γιατί είναι διαφορετική η αυριανή συνάντηση
Αυτό που καθιστά την αυριανή συνάντηση διαφορετική είναι το ενδεχόμενο να συμμετάσχουν οι ηγέτες των δύο χωρών, κάτι που δεν έχει συμβεί από τον Δεκέμβριο του 2019. Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι κάλεσε δημοσίως τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν να προσέλθει κι εκείνος στην Κωνσταντινούπολη για απευθείας συνομιλίες, θέτοντας ως βασικό στόχο την επίτευξη άνευ όρων κατάπαυσης του πυρός διάρκειας 30 ημερών. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές από το Κίεβο που μίλησαν στο πρακτορείο Reuters νωρίτερα σήμερα, η ουκρανική πλευρά θα αποφασίσει τα επόμενα βήματά της μόλις γίνει σαφές αν ο Πούτιν προτίθεται τελικά να παραστεί. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ανώνυμη διπλωματική πηγή, «όλα θα εξαρτηθούν από το αν ο Πούτιν φοβάται να έρθει στην Κωνσταντινούπολη ή όχι».
Από την πλευρά της Μόσχας, το Κρεμλίνο περιορίστηκε να ανακοινώσει ότι ρωσική αντιπροσωπεία θα βρεθεί στην Τουρκία την Πέμπτη για ενδεχόμενες συνομιλίες, χωρίς να διευκρινίσει όμως ποιοι αξιωματούχοι θα την απαρτίζουν και χωρίς να δώσει καμία ένδειξη για το αν θα παρευρεθεί ο ίδιος ο πρόεδρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Η τακτική ασάφεια του Κρεμλίνου έχει γίνει πλέον συνήθης πρακτική, με σκοπό τον χειρισμό των εντυπώσεων και την αποφυγή πολιτικού κόστους σε περίπτωση αποτυχίας.
Ο ρόλος του Ερντογάν ως… ειρηνοποιού
Η πιθανότητα απευθείας επαφής Πούτιν – Ζελένσκι αναπόφευκτα στρέφει τα βλέμματα στην Τουρκία. Για την Άγκυρα, η διοργάνωση των συνομιλιών συνιστά μια στρατηγική νίκη. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προσπαθεί εδώ και χρόνια να παγιώσει την εικόνα του ως ισχυρού περιφερειακού παίκτη με ικανότητα διαμεσολάβησης – και ενίοτε εξισορρόπησης – μεταξύ ανταγωνιστικών μπλοκ.
Θυμίζουμε ότι η Τουρκία, αν και μέλος του ΝΑΤΟ, δεν έχει επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία, έχει διατηρήσει ανοιχτά ενεργειακά και εμπορικά κανάλια με τη Μόσχα, ενώ παράλληλα έχει προμηθεύσει την Ουκρανία με μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar που χρησιμοποιήθηκαν εκτενώς στις πρώτες φάσεις του πολέμου. Κοινώς έχει δίαυλο επικοινωνίας και με τις δύο πλευρές.
Η αλήθεια είναι πως η σημερινή συγκυρία προσφέρει στην Τουρκία μια νέα ευκαιρία να διαδραματίσει ρόλο καταλύτη. Μετά τις προεδρικές εκλογές του 2023 και την ενίσχυση της θέσης του Ερντογάν στο εσωτερικό, η εξωτερική πολιτική της γείτονος χώρας επιχειρεί να επαναβεβαιώσει την πολυδιάστατη ταυτότητά της. Η φιλοξενία κορυφαίων διπλωματικών πρωτοβουλιών, όπως αυτή μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, λειτουργεί πολλαπλά: ενισχύει το διεθνές κύρος της Τουρκίας, λειτουργεί ως αντίβαρο στην εντεινόμενη κριτική της Δύσης για ζητήματα δημοκρατίας και δικαιωμάτων και προσφέρει διπλωματικά ανταλλάγματα προς όλες τις κατευθύνσεις.
Δεν είναι τυχαίο ότι το ενδεχόμενο παρουσίας ακόμη και του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, κυκλοφορεί ευρέως στα διεθνή μέσα τις τελευταίες ώρες. Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι εξετάζει το ενδεχόμενο να βρεθεί στην Τουρκία στο πλαίσιο περιοδείας του στη Μέση Ανατολή, χωρίς ωστόσο να γνωρίζει, όπως είπε, αν θα εμφανιστεί τελικά ο Πούτιν. Η πιθανή παρουσία του, ενισχύει το γεωπολιτικό βάρος της συνάντησης και δίνει στην Τουρκία την εικόνα «διπλωματικής σκηνής», ικανής να προσελκύσει ηγέτες από διαφορετικά στρατόπεδα.
Τι ζητούν οι δύο πλευρές
Ωστόσο, πίσω από τη διπλωματική σκηνοθεσία, παραμένει το ουσιώδες ερώτημα: μπορεί να προκύψει κάτι απτό από αυτή τη συνάντηση; Οι δύο πλευρές βρίσκονται ακόμη πολύ μακριά σε ό,τι αφορά τις βασικές τους θέσεις. Η Ρωσία ζητά de facto αναγνώριση της προσάρτησης των κατεχομένων εδαφών, ενώ η Ουκρανία επιμένει στην πλήρη αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων και την αποκατάσταση της εδαφικής της ακεραιότητας. Η φθορά όμως του πολέμου, το υψηλό ανθρώπινο και οικονομικό κόστος, η διπλωματική κόπωση και η ανάγκη επαναπροσδιορισμού στρατηγικών στόχων ίσως να ωθούν και τις δύο πλευρές σε ένα προσωρινό – έστω – πάγωμα των συγκρούσεων.
Από την οπτική του Κιέβου, μια προσωρινή κατάπαυση του πυρός χωρίς παραχωρήσεις θα μπορούσε να επιτρέψει την ενίσχυση της άμυνας, την προσέλκυση διεθνούς βοήθειας και την αναδιοργάνωση της πολεμικής προσπάθειας. Από την πλευρά της Μόσχας, μια παύση των εχθροπραξιών ίσως εξυπηρετεί την πολιτική νομιμοποίηση των έως τώρα “κεκτημένων” και την ανασύνταξη ενόψει ενός φθινοπώρου που μπορεί να είναι πιο ασταθές και επικίνδυνο, τόσο στο μέτωπο όσο και στο εσωτερικό της Ρωσίας.
Είναι νωρίς να ειπωθεί αν η Κωνσταντινούπολη θα γίνει το σημείο καμπής για την αρχή του τέλους ενός πολέμου που αιματοκυλά την Ευρώπη ή αν πρόκειται απλώς για μια ακόμη επικοινωνιακή άσκηση. Όμως το γεγονός ότι οι συνομιλίες επανεκκινούν, με σοβαρές πιθανότητες υψηλής εκπροσώπησης, και με την Τουρκία να αναλαμβάνει ξανά ενεργό μεσολαβητικό ρόλο, καταδεικνύει ότι η διπλωματία, έστω και εξασθενημένη, δεν έχει εξαντλήσει ακόμη τις δυνατότητές της.