Συναναστροφή με τους rich and famous αυτού του κόσμου, ταξίδια σε απρόσιτα για πολλούς εξωτικά και πανάκριβα μέρη, φιλοδωρήματα ύψους… 4.000 δολαρίων- από την περιγραφή αυτή μπορεί κανείς να συμπεράνει πως η δουλειά ως μέλος πληρώματος σούπερ γιοτ είναι ονειρεμένη.
Πίσω όμως από τη λάμψη, η ζωή πάνω σε ένα πολυτελές σκάφος είναι πιο δύσκολη από ό,τι οι περισσότεροι φαντάζονται. Οι ώρες εργασίες κυμαίνονται γύρω στις 18 την ημέρα, οι φιλοξενούμενοι μπορεί να είναι πολύ απαιτητικοί ενώ είναι αυτονόητο πως οι εργαζόμενοι περνούν πολλούς μήνες μακριά από το σπίτι τους.
Την εικόνα αυτή σκιαγραφούν πρώην εργαζόμενες σε πολυτελές γιοτ στη Daily Mail. Η Αυστραλή Sarah Begbie ξεκίνησε να εργάζεται σε σούπερ γιοτ το 2014 όταν ο σύντροφός της, που εργαζόταν επίσης σε γιοτ, της είπε πως η εταιρεία του αναζητούσε προσωπικό.
Η 23χρονη τότε πέρασε ενάμιση χρόνο στο πολυτελές σκάφος, ταξιδεύοντας μεταξύ άλλων σε Ταϊλάνδη, Ινδονησία, Μαλαισία, Σιγκαπούρη και Μιανμάρ.
Ως πραγματική εμπειρία περιγράφει το φαγητό: «ο σεφ μαγείρευε και για τους φιλοξενούμενους και για το πλήρωμα και ο πήχης ήταν πολύ ψηλά. Ένας από τους καλεσμένους έφερε μια φορά γιαπωνέζικο kobe αξίας 11.000 δολαρίων και σαμπάνια Louis Roederer Cristal», αφηγείται η Begbie.
Μέσα στα καθήκοντά της ήταν τα μεσάνυχτα (!) να φτιάχνει παγωτό, μπράουνις και σάντουιτς για τις νυχτερινές λιγούρες των φιλοξενούμενων.
Για όσους νομίζουν πως το πλήρωμα έκανε ολονύχτια γλέντια με τους καλεσμένους, η ίδια το διαψεύδει εξηγώντας πως ήταν αδύνατο αφού εκείνοι έπρεπε να είναι όρθιοι πριν το ξημέρωμα. «Αλλά αν κάποιος σου προσφέρει σφηνάκια βότκας για να χαλαρώσεις, πώς να πεις όχι…», προσθέτει.
Η Begbie έπρεπε μεταξύ άλλων να κρατά τις καμπίνες πεντακάθαρες, να σερβίρει φαγητό και αλκοόλ στους συχνά πολύ απαιτητικούς φιλοξενούμενους.
«Ποτέ δεν θα μπορούσα να έχω προβλέψει τι δουλειά θα έκανα. Άρχιζα από τις 6 το πρωί και εργαζόμουν για 16-18 ώρες. Δεν καθόμουν ούτε για δυο λεπτά, πάντα είχα κάτι να κάνω», εξηγεί.
Παρότι οι χώροι του γιοτ που προορίζονταν για τους ζάμπλουτους ταξιδιώτες ήταν πραγματικά εκπληκτικοί, τα καταλύματα του πληρώματος δεν είχαν καμία σχέση. Όπως περιγράφει, ο χώρος ήταν τόσο περιορισμένος που για να ντυθεί ο ένας, ο άλλος έπρεπε να κάθεται στο κρεβάτι, δεν υπήρχε άλλος ελεύθερος χώρος. Περνούσαν όμως πολύ λίγο χρόνο στην καμπίνα τους ενώ ταξίδευαν σε υπέροχα μέρη σε όλο τον κόσμο.
«Όταν είχαμε ελεύθερο χρόνο ήταν εκπληκτικά και μπορούσαμε να χρησιμοποιούμε και τον εξοπλισμό του σκάφους για θαλάσσια σπορ, τη σανίδα του σερφ κλπ», προσθέτει.
Καθώς το κόστος ζωής ήταν μηδαμινό, αφού η Begbie δεν πλήρωνε ούτε διαμονή ούτε διατροφή, έβγαζε περισσότερα από 3000 δολάρια το μήνα. Έτσι, όταν είχε άδεια ζούσε περίπου όπως και οι φιλοξενούμενοι του γιοτ: ξόδευε τα λεφτά της σε θέρετρα πέντε αστέρων και λαχταριστά γεύματα σε ξεχωριστά εστιατόρια.
Η απόσταση από την οικογένειά της ωστόσο ήταν ένα μεγάλο βάρος, το διάστημα της απουσίας της, ειδικά σε γιορτές όπως γενέθλια ή Χριστούγεννα.
Η Bethany Silcox εργαζόταν επίσης σε σούπερ γιοτ για τρία χρόνια και περιγράφει παρόμοιες εμπειρίες.
«Η πιο μεγάλη εργάσιμη ημέρα μου κράτησε 25 ολόκληρες ώρες χωρίς να καθίσω καθόλου ενώ το μεγαλύτερο διάστημα που έκανα στη θάλασσα ήταν 40 μέρες χωρίς να δέσουμε πουθενά», αφηγείται. «Σπάνια είχαμε χρόνο για να φάμε κανονικά, συνήθως τσιμπούσαμε ό,τι ήταν διαθέσιμο και συνεχίζαμε τη δουλειά».
Μετά το πανεπιστήμιο η Silcox εκπαιδεύτηκε στη UK Sailing Academy και αποφάσισε να δουλέψει σε γιοτ για να γυρίσει τον κόσμο και να αποκτήσει πολλές εμπειρίες.
«Δούλεψα σε πολλά γιοτ για επιχειρηματίες από την Ασία και μέλη βασιλικών οικογενειών της Μέσης Ανατολής ενώ συχνά Ρώσοι ολιγάρχες ήταν φιλοξενούμενοι στο σκάφος», περιγράφει.
Η Silcox λέει πως δεν ένιωθε ποτέ μοναξιά αφού τα μεγαλύτερα σκάφη είχαν πλήρωμα ακόμα και 36 άτομα κι έτσι ουσιαστικά εκείνοι ήταν η οικογένειά της στη θάλασσα.
«Διοργανώναμε πάρτι ακόμα και με 500 καλεσμένους», θυμάται. Έβγαζε περίπου 4000 δολάρια το μήνα, με όλα τα έξοδά της πληρωμένα, δύο πτήσεις από και προς την πατρίδα της το χρόνο πληρωμένες και 60 ημέρες άδεια, επίσης πληρωμένες. Αν και, όπως εξομολογείται, τα περισσότερα χρήματά της τα ξόδευε μόλις έδεναν σε κάποιον πανάκριβο προορισμό.
«Μια φορά δέχθηκε φιλοδώρημα 4.000 δολάρια για δουλειά μιας εβδομάδας. Αν σκεφτεί κανείς πως το πλήρωμα αριθμούσε 36 άτομα, το συνολικό φιλοδώρημα που είχε αφήσει ο φιλοξενούμενος έφτανε τα 144.000 δολάρια…», λέει.
«Άλλα highlights της δουλειάς ήταν η πρόσβαση στο Grand Prix του Μονακό, η πτήση πάνω από το The Palm του Ντουμπάι με υδροπλάνο και η φροντίδα καλεσμένων όπως ο πρίγκιπας Αλβέρτος του Μονακό, ο Γουίλ Σμιθ και ο Αντόνιο Μπαντέρας», συνεχίζει.
«Η εποχή εκείνη ήταν η καλύτερη της ζωής μου και είμαι ευτυχισμένη που είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ τόσα καταπληκτικά μέρη», καταλήγει.