Στο εσωτερικό της τεχνολογικής βιομηχανίας έχουν μεγάλοι ανταγωνισμοί, αλλά και τεράστιες εξαρτήσεις ακόμη και για τους ισχυρούς του παιχνιδιού, λόγω της πολυπλοκότητας των σύγχρονων συστημάτων. Η «ομηρία» της Apple από την Qualcomm, μια υπόθεση που φέρνει στο φως η Wall Street Journal, είναι ενδεικτική της κατάστασης, που έχει σύρει ακόμη και τις μεγάλες δυνάμεις του κόσμου σε μια σύγκρουση για την απόκτηση των πολυπόθητων υλικών και της τεχνογνωσίας για την ανάπτυξη υπερσύγχρονων τσιπ.

Η Apple παρουσίασε πριν από λίγες ημέρες το νέο της iPhone. Η αποδοχή δεν ήταν ιδιαίτερα θετική, όμως για τον κολοσσό της τεχνολογικής βιομηχανίας υπάρχει ένα σημαντικότερο πρόβλημα. Έχοντας ξοδέψει δισεκατομμύρια δολάρια ευελπιστούσε σε αυτό το μοντέλο να μπορέσει να ενσωματώσει το δικό της τσιπ πυριτίου τσιπ (silicon chip), ένα modem τσίπ, που συνδέει τα iPhone με ασύρματους φορείς.

Η έρευνα και ανάπτυξη είχε ξεκινήσει από το 2018 με τον διευθύνοντα σύμβουλο Tim Cook να επιδιώκει την απεξάρτηση της Apple από την Qualcomm, έναν μακροχρόνιο προμηθευτή τσιπ που κυριαρχεί στην αγορά. Τελικά ακόμη και για την Apple η πολυπλοκότητα των εν λόγων τσιπ αποδείχθηκε αξεπέραστο εμπόδιο για την ολοκλήρωση του έργου.

Το τσιπ που κατασκευάστηκε ήταν πολύ αργό και διαπιστώθηκε πως ήταν επιρρεπές στην υπερθέρμανση. Επίσης το μέγεθός του ήταν τόσο μεγάλο που χρειαζόταν το μισό iPhone. Όπως ήταν αναμενόμενο η χρήση του απορρίφθηκε.

Η Aplle πίστευε πως θα μπορούσε να επαναλάβει την επιτυχία των τσιπ μικροεπεξεργαστών για iPhone, iPad και Mac, που είχε σχεδιάσει στο παρελθόν και της έδωσε σημαντικό πλεονέκτημα στον ανταγωνισμό. Εκείνη η επιτυχία της είχε αυξήσει σημαντικά τα περιθώρια κέρδους και βελτίωσε την απόδοση των συσκευών της. Έτσι και τώρα, με την ανάπτυξη του τσιπ θα μπορούσε να εξοικονομήσει πολύ σημαντικά κεφάλαια.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα της Wall Street Journal, μόνο το 2022, η Apple αναγκάστηκε να πληρώσει περισσότερα από 7,2 δισεκατομμύρια δολάρια στην Qualcomm. Υπήρχε λοιπόν «χρυσός» λόγος που ήθελε να διακόψει τους δεσμούς της με την Qualcomm, την οποία εξάλλου είχε κατηγορήσει με μήνυση το 2017 για υπερβολική χρέωση σχετικά με τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας της.

Όμως η Apple απέτυχε στην προσπάθειά της. Οι ομάδες μηχανικών δεν κατάφεραν να βρουν απαντήσεις στα τεχνικές προκλήσεις, η κακή διαχείριση της ομάδας και οι διαφωνίες στο εσωτερικό της εταιρείας οδήγησαν στο «ναυάγιο». Τα στελέχη της Apple αποδείχθηκε πως δεν είχαν την απαραίτητη εμπειρία και επιπλέον τα χρονοδιαγράμματα που τέθηκαν δεν ήταν ρεαλιστικά.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως η εταιρεία έχει επιχειρήσει να «κλέψει»  μηχανικούς και ευρεσιτεχνίες από την Qualcomm εδώ και χρόνια και η προσπάθεια αυτή εντάθηκε από τον Μάρτιο του 2019. Η Apple ανακοίνωσε έναν νέο κόμβο μηχανικών στο Σαν Ντιέγκο, την έδρα της Qualcomm, και σχεδιάζει να προσθέσει περίπου 1.200 θέσεις εργασίας. «Η Apple δεν πρόκειται να τα παρατήσει», δήλωσε ο Έντουαρντ Σνάιντερ , διευθύνων σύμβουλος της Charter Equity Research και ειδικός στον κλάδο της ασύρματης επικοινωνίας.

«Επειδή η Apple κατασκευάζει το καλύτερο πυρίτιο στον πλανήτη, είναι γελοίο να πιστεύει κάποιος πως μπορεί να κατασκευάσει και ένα modem τσιπ», υπογράμμισε ο πρώην διευθυντής ασύρματης σύνδεσης της Apple, Jaydeep Ranade, ο οποίος έφυγε από την εταιρεία το 2018, τη χρονιά δηλαδή που ξεκίνησε το πρότζεκτ.

Η Apple αναγκάστηκε τελικά να προχωρήσει σε μια νέα συμφωνία με την Qualcomm, η οποία προβλέπει την προμήθεια τσιπ modem μέχρι το 2026 και δεν αποκλείεται να παραταθεί ακόμη δύο χρόνια. Οι πιο αισιόδοξοι υπογραμμίζουν πως η Apple δεν πρόκειται να καταφέρει να δημιουργήσει το πολυπόθητο τσιπ πριν από τα τέλη του 2025. Οι πιο εξοικειωμένοι με τις διαδικασίες εκτιμούν πως θα υπάρξουν περαιτέρω καθυστερήσεις. Όμως η εταιρεία έχει πίστη πως τελικά θα τα καταφέρει.

Το αποτέλεσμα δείχνει πως «η Apple δεν είχε προβλέψει την πολυπλοκότητα μιας τέτοιας προσπάθειας», υπογραμμίζει ο Serge Willenegger , πρώην στέλεχος της Qualcomm, ο οποίος επίσης αποχώρησε από την εταιρεία το 2018.

Τα modem τσιπ είναι πιο δύσκολα στην κατασκευή από τα τσιπ επεξεργασίας, επειδή πρέπει να λειτουργούν απρόσκοπτα με τα ασύρματα δίκτυα 5G, καθώς και με τα δίκτυα 2G, 3G και 4G που χρησιμοποιούνται σε χώρες σε όλο τον κόσμο, το καθένα με τις δικές του τεχνολογικές ιδιορρυθμίες. Αντίθετα οι μικροεπεξεργαστές της Apple εκτελούν προγράμματα λογισμικού που έχουν σχεδιαστεί αποκλειστικά για τα iPhone και τους φορητούς υπολογιστές της.