Καθ’ όλη τη διάρκεια της έκρηξης της τεχνητής νοημοσύνης τα τελευταία χρόνια, δεν λείπουν οι φωνές που προειδοποιούν για τη δημιουργία μιας νέας επικίνδυνης φούσκας που θυμίζει την ξέφρενη περίοδο των dot-com στα τέλη της δεκαετίας των 90s, η οποία κατέληξε σε κατάρρευση και αλυσιδωτές χρεοκοπίες.
Οι τεχνολογικοί κολοσσοί διοχετεύουν πλέον εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε υπερσύγχρονα τσιπ και τεράστια data centers. Δεν το κάνουν, ωστόσο, μόνο για να συμβαδίσουν με τη ραγδαία αύξηση της χρήσης chatbots όπως το ChatGPT, το Gemini και το Claude, αλλά και για να προετοιμαστούν για μια πολύ πιο βαθιά και ανατρεπτική αλλαγή: τη μεταφορά ολοένα και περισσότερης οικονομικής δραστηριότητας από τα ανθρώπινα χέρια στις μηχανές. Το τελικό κόστος μπορεί να αγγίξει τα τρισεκατομμύρια, σύμφωνα με το Bloomberg.
Η χρηματοδότηση αυτής της κολοσσιαίας μετάβασης προέρχεται από venture capitals, δανεισμό αλλά και — πιο πρόσφατα — από κάποιες ανορθόδοξες, κυκλικές χρηματοδοτικές πρακτικές που έχουν αρχίσει να προκαλούν ανησυχία στους αναλυτές της Wall Street.
Ποτέ στο παρελθόν δεν έχουν δαπανηθεί τόσο μεγάλα χρηματικά ποσά, σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, σε μια τεχνολογία που, όπως αναφέρει το Bloomberg, δεν έχει αποδειχθεί πλήρως αν είναι βιώσιμη σαν επιχειρηματικό μοντέλο.
Ταυτόχρονα, πολλά κορυφαία στελέχη του χώρου εκφράζουν αμφιβολίες κατά τη διάρκεια ιδιωτικών συζητήσεων για τους «φλογερούς» ισχυρισμούς σχετικά με το επαναστατικό μέλλον της τεχνητής νοημοσύνης και δυσκολεύονται να διακρίνουν πώς όλο αυτό μπορεί να μεταφραστεί σε πραγματικά έσοδα. Παρ’ όλα αυτά, αισθάνονται πως πρέπει να συνεχίσουν να επενδύουν με τον ίδιο ρυθμό, φοβούμενοι πως διαφορετικά θα μείνουν πίσω.
Οι τεράστιες επενδύσεις, η κυκλική χρηματοδότηση και οι αμφιβολίες
Όταν ο Sam Altman, ο επικεφαλής της OpenAI και «πατέρας» του ChatGPT, παρουσίασε στον Λευκό Οίκο τον περασμένο Ιανουάριο το κολοσσιαίο σχέδιο υποδομών Stargate — ένα project ύψους 500 δισ. δολαρίων — δεν ήταν λίγοι αυτοί που δυσκολεύτηκαν να πιστέψουν το μέγεθος της φιλοδοξίας. Από τότε, όμως, ο ανταγωνισμός έχει αρχίσει να ανεβάζει κι άλλο τον πήχη, καθώς ο Mark Zuckerberg έχει δεσμευτεί να επενδύσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια σε νέα data centers, ενώ ο Altman αποκάλυψε ότι η OpenAI έχει ήδη δεσμευτεί να ξοδέψει 1,4 τρισεκατομμύρια δολάρια για τις μελλοντικές υποδομές του AI.

Για να χρηματοδοτήσουν αυτά τα τεράστια έργα, οι κορυφαίες startups της AI, όπως η OpenAI, η Anthropic και η xAI του Elon Musk, καταφεύγουν σε χρηματοδοτικά σχήματα που έχουν δεχθεί επικρίσεις για τον «κυκλικό» χαρακτήρα τους. Τον Σεπτέμβριο, η Nvidia Corp., κολοσσός στην κατασκευή τσιπ, ανακοίνωσε συμφωνία για επένδυση έως και 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην επέκταση των data centers της OpenAI. Η κίνηση αυτή προκάλεσε ερωτήματα στους αναλυτές, που αναρωτιούνται αν η Nvidia προσπαθεί, με αυτόν τον τρόπο, να στηρίξει τους πελάτες της ώστε να συνεχίσουν να ξοδεύουν στα δικά της προϊόντα.
Ο κυρίαρχος κατασκευαστής τσιπ έχει επενδύσει σημαντικά χρηματικά ποσά τα τελευταία χρόνια σε δεκάδες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο του AI. Πολλές από αυτές χρησιμοποιούν στη συνέχεια τα κεφάλαια αυτά για να αγοράσουν τα ακριβά προϊόντα της Nvidia. Ωστόσο, η συμφωνία με την OpenAI ξεπερνά κατά πολύ σε μέγεθος οποιαδήποτε προηγούμενη επένδυση, σύμφωνα με το Bloomberg.
Η OpenAI έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να στραφεί σε δανειακή χρηματοδότηση, αντί να στηρίζεται αποκλειστικά σε μεγάλους εταίρους όπως η Microsoft και η Oracle. Η βασική διαφορά είναι ότι αυτές οι εταιρείες έχουν αποδείξει πως μπορούν να αναπτύξουν κερδοφόρα επιχειρηματικά μοντέλα. Αντίθετα, σύμφωνα με ρεπορτάζ του The Information, η OpenAI αναμένει ότι θα «κάψει» περίπου 115 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2029.
Γενικότερα πολλοί τεχνολογικοί κολοσσοί καταφεύγουν όλο και πιο συχνά σε δανεισμό για να χρηματοδοτήσουν τις πρωτοφανείς επενδύσεις τους στην τεχνητή νοημοσύνη. Οι πέντε μεγαλύτεροι δαπανητές — Amazon.com, Alphabet, Microsoft, Meta και Oracle — έχουν συγκεντρώσει ρεκόρ 108 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε δάνεια το 2025, υπερβαίνοντας τον μέσο όρο των προηγούμενων εννέα ετών, σύμφωνα με στοιχεία της Bloomberg Intelligence.

Η φρενίτιδα των δαπανών στη βιομηχανία AI έχει αρχίσει, ωστόσο, να επισκιάζεται από διαρκείς αμφιβολίες για την πραγματική απόδοση της τεχνολογίας. Τον Αύγουστο, οι επενδυτές ταρακουνήθηκαν όταν ερευνητές του MIT διαπίστωσαν ότι το 95% των οργανισμών δεν είδαν κανένα ουσιαστικό όφελος από τις επενδύσεις τους σε έργα AI.
Πιο πρόσφατα, ερευνητές του Harvard και του Stanford πρότειναν μια πιθανή εξήγηση για αυτό. Οι εργαζόμενοι φαίνεται πως σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποιούν το AI για να δημιουργούν περιεχόμενο εργασίας που μπορεί να μοιάζει ποιοτικό αλλά στην πραγματικότητα δεν προωθεί ουσιαστικά την ολοκλήρωση των καθηκόντων και δεν έχει ουσία.
Πότε σκάει μια φούσκα
Οι φούσκες αποτελούν οικονομικούς κύκλους κατά τη διάρκεια των οποίων οι τιμές της αγοράς αυξάνονται ραγδαία σε επίπεδα που δεν δικαιολογούνται από τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη, και σχεδόν πάντα ακολουθεί απότομη πτώση — το λεγόμενο «σκάσιμο».
Συνήθως, μια φούσκα ξεκινά όταν οι επενδυτές παρασύρονται από τον ενθουσιασμό μιας νέας τεχνολογίας ή μιας επενδυτικής ευκαιρίας και σπεύδουν να συμμετάσχουν, φοβούμενοι ότι θα χάσουν πιθανές μελλοντικές αποδόσεις.
Στη συνέχεια ακολουθεί συνήθως μια αργή, παρατεταμένη πώληση, όπου τα κέρδη των εταιρειών αρχίζουν να υποχωρούν ή ένα μεμονωμένο γεγονός κατά τη διάρκεια του οποίου οι επενδυτές σπεύδουν να πουλήσουν τις μετοχές τους για να ελαχιστοποιήσουν τις απώλειές τους.
Τον Νοέμβριο, η μεταβλητότητα στις παγκόσμιες τεχνολογικές μετοχές ήταν ιδιαίτερα έντονη, το οποίο αποτελεί ένδειξη της αυξανόμενης ανησυχίας των επενδυτών για τις αποτιμήσεις του κλάδου. Διευθύνοντες σύμβουλοι της Wall Street δεν δίστασαν μάλιστα να προειδοποιήσουν πως μια διόρθωση της αγοράς μπορεί να βρίσκεται προ των πυλών.
Παρά τις αμφιβολίες, η υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης προχωρά με ταχύτατους ρυθμούς. Το ChatGPT της OpenAI μετρά περισσότερους από 800 εκατομμύρια εβδομαδιαίους χρήστες, καθιστώντας το ένα από τα ταχύτερα αναπτυσσόμενα καταναλωτικά προϊόντα στην ιστορία.