Ήταν 13 Δεκεμβρίου 1967 όταν ο Μάρτον Μπούκοβι, ένας από τους κορυφαίους προπονητές που πέρασαν από το ελληνικό ποδόσφαιρο, αποχαιρέτησε τον Ολυμπιακό.

Για χάρη του γράφτηκε τραγούδι. Η αποχώρησή του έδωσε αφορμή για να γραφτεί ολόκληρο βιβλίο! Ο Μάρτον Μπούκοβι δεν ήταν απλά ένας προπονητής που χάρισε τίτλους στον Ολυμπιακό.

Ήταν μία προσωπικότητα με διεθνή ακτινοβολία (μιας και είχε διατελέσει άμεσος συνεργάτης του Γκούσταβ Σέμπες στη «Χρυσή Ομάδα» της εθνικής Ουγγαρίας, του Πούσκας, του Κότσις και των άλλων μεγάλων «αστέρων»), ανέδειξε σπουδαίους ποδοσφαιριστές στον Πειραιά και δικαίως έγινε μύθος.

Σαν σήμερα, οι εκατοντάδες φίλαθλοι που είχαν μαζευτεί έξω από το ξενοδοχείο όπου διέμενε ο Μπούκοβι και ο βοηθός του (παλαίμαχος άσος της Ουγγαρίας του ‘54), Μίχαϊ Λάντος, του ζητούσαν μετ’ επιτάσεως να μείνει στον Ολυμπιακό. Αλλά κάτι τέτοιο ήταν πάνω από τις δυνάμεις όλων. Ρίξτε πάλι μια ματιά στην ημερομηνία.

Η χούντα των συνταγματαρχών είχε πια εδραιωθεί στην εξουσία, έχοντας βάλει δικούς της ανθρώπους και στις διοικήσεις των ποδοσφαιρικών ομάδων. Και ένας ούγγρος προπονητής, ο οποίος μάλιστα ήταν δηλωμένος κομμουνιστής, ήταν ανεπιθύμητος. Ακόμα κι αν ήταν τόσο αγαπητός στον κόσμο όσο ήταν ο Μπούκοβι.

Βέβαια, η υψηλή δημοτικότητα του Μπούκοβι αποτελούσε πρόβλημα. Διότι για να διώξεις έναν τεχνικό ο οποίος είχε κατακτήσει τα δύο προηγούμενα πρωταθλήματα, με την ομάδα του να παίζει και το καλύτερο -ομολογουμένως- ποδόσφαιρο, έπρεπε να δικαιολογηθεί επαρκώς. Αλλά ούτε κι αυτό αποδείχθηκε τόσο δύσκολο.

Στα εννέα πρώτα ματς του 1967-68 ο Ολυμπιακός γνώρισε τέσσερις ήττες, σχεδόν όσες είχε και τις δύο προηγούμενες χρονιές μαζί. Από τον Παναθηναϊκό, από το Βύζαντα, από τον ΠΑΟΚ εντός έδρας… Και, για κερασάκι, ήρθε και η συντριβή με 1-4 από την ΑΕΚ στο Καραϊσκάκη, στις 3 Δεκεμβρίου! Ποτέ δεν αποδείχθηκε κάτι, αλλά οι κακές γλώσσες λένε ότι τα αποτελέσματα αυτά δεν ήρθαν τυχαία…

Το «ροκάνισμα», ωστόσο, είχε αρχίσει από πιο νωρίς. Το καλοκαίρι του ‘67, ο Ολυμπιακός είχε πραγματοποιήσει περιοδεία στις ΗΠΑ, αλλά πήγε εκεί… χωρίς τον Μπούκοβι. Οι διοικούντες τον είχαν αποκλείσει από την αποστολή! Όσο… κουφό κι αν φαίνεται να μην ακολουθήσει την ομάδα ο προπονητής της, πρόκειται για αληθινό γεγονός. Και αντιλαμβάνεστε, φυσικά, το λόγο.

Τι εικόνα θα παρουσίαζε το καθεστώς στην Αμερική, αν εμφάνιζε ως προπονητή της πρωταθλήτριας ομάδας έναν κομμουνιστή; Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει από τότε, άσχετα αν το θέμα είχε περάσει στα «ψιλά» στον λογοκριμένο Τύπο της εποχής. Όπως στα «ψιλά» πέρασε και η απόφαση της διοίκησης να κάνει κάποιες μεταγραφές εν αγνοία του Μπούκοβι.

Ας επιστρέψουμε, όμως, στις 13 Δεκεμβρίου 1967. Και στη «Νύχτα που έφυγε ο Μπούκοβι», όπως τιτλοφορείται η συλλογή διηγημάτων που έγραψε ο Διονύσης Χαριτόπουλος. Στον πρόλογο του βιβλίου του, ο γνωστός συγγραφέας περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τη συγκινητική στιγμή του «αντίο» του Μαγυάρου προπονητή. Το παρακάτω απόσπασμα είναι χαρακτηριστικό:

«Ήτανε όλοι εκεί. Οι αγαπημένοι από τα παλιά. Από την Αγία Σοφία και τα Μανιάτικα, τον Άγιο Δημήτρη, τα Ταμπούρια και την Υπαπαντή. Αδειάσανε τα καφενεία και τα σφαιριστήρια.

Την άλλη μέρα έγραψε και το “Φως” τι έγινε εκεί: Πώς είχε σταματήσει η συγκοινωνία κάτω απ’ το ξενοδοχείο της Καστέλλας, πως ανεμίζανε ασπροκόκκινες σημαίες και κασκόλ, ανάβανε στριμμένες εφημερίδες και κεριά κι οι πιο μικροί, με δάκρυα στα μάτια, φωνάζανε:

– Πατέρα! Μη φεύγεις!

Πώς, όταν βγήκε ο Μπούκοβι στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου να τους ησυχάσει με τον Λάντος δίπλα του, δάκρυσε κι αυτός και έκανε και τους μεγάλους να χτυπιούνται:

– Πατέρα! Μη φεύγεις, Πατέρα μη! Μη φεύγεις!

Έγραψε για τις φωτιές που ανάψανε μετά τους τσαμπουκάδες που γίνανε, το ξύλο που έπεσε στους γύρω δρόμους, τις σπασμένες τζαμαρίες, το διαλυμένο καφενείο. Έγραψε μερικά το “Φως”… Αλλά τι να καταλάβουνε αυτοί που γράφουνε!»…

Πηγή: sday.gr