Η θέση του ίδια: μπροστά από τη λευκή σκηνή στη σόμπα, απέναντι από τη σιδερένια πόρτα της αυλής. Το σκηνικό απαράλλαχτο: ξερακιανοί άντρες τυλιγμένοι με κασκόλ, εθελοντές γιατροί με στηθοσκόπια περασμένα στο λαιμό και τα γνώριμα πρόσωπα της «ομάδας περιφρούρησης».

Έπειτα από 38 μέρες απεργίας πείνας, ο Σαΐντ είχε χορτάσει μ’ αυτές τις εικόνες. Χτες ήθελε -όπως έλεγε στο ρεπορτάζ της εφημερίδας Τα Νέα- να βγει έξω. «Έχω νεύρα», είπε ο 34χρονος Μαυριτανός. «Θέλω να κάνω μια βόλτα. Να δω κάτι καινούργιο. Να ηρεμήσω. Δε θέλω να φάω. Το Φόρουμ Μεταναστών Κρήτης μας έχει πει ότι οι απεργοί πείνας μένουν μέσα. Όποιος φύγει θα είναι σα να σταματάει». Οι δύο φορές που ο Σαΐντ βγήκε από το Μέγαρο Υπατία ήταν για να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο.

Η ζωή των απεργών πείνας στο κτίριο της Πατησίων έχει κανόνες. Για τα ψώνια τους (τηλεφωνικές κάρτες και τσιγάρα) φροντίζουν τα μέλη της Πρωτοβουλίας Αλληλεγγύης. Στις 12.00, 17.00 και 20.00 κάθε μέρα. Δημοσιογράφοι και φωτογράφοι επισκέπτονται το χώρο μόνο για μία ώρα.

Απαγορεύεται η είσοδος σε ξένους στο ισόγειο και το υπόγειο του Μεγάρου, αλλά και στις σκηνές της αυλής, για να μην ενοχλούνται οι απεργοί. Την ημέρα οι απεργοί γεμίζουν σακούλες σκουπιδιών με τα άπλυτά τους και τα αφήνουν κοντά στην είσοδο για να τα καθαρίσουν στα σπίτια τους οι «αλληλέγγυοι».

Η αυτοαποκαλούμενη «ομάδα περιφρούρησης» (εθελοντές και μέλη αντιρατσιστικών οργανώσεων) τακτοποιούν την αυλή από τις δέκα το βράδυ μέχρι τις οκτώ το πρωί. Η καγκελόπορτα μένει πάντα ξεκλείδωτη. Ωστόσο κανείς απεργός δεν βγαίνει, όπως αναφέρει η εφημερίδα, αν δεν τον περιμένει ασθενοφόρο.

«Δεν έχουμε κλειδώσει κανένα μέσα. Οι ίδιοι αποφασίζουν για τον αγώνα τους», λέει ο Αμπντούλ Χατζί, μέλος του Φόρουμ Μεταναστών Κρήτης. «Τους έχουμε πει ότι είναι καλύτερα να παραμείνουν σ’ αυτόν το χώρο. Έξω, ο κίνδυνος να λιποθυμήσουν στον δρόμο είναι μεγάλος. Μπορεί να πέσουν, να χτυπήσουν».