«Ο κόσμος βλέπει ένα σχολείο να έχει μετατραπεί σε ορμητήριο νεοναζί, να χτυπιούνται μαθητές από φασίστες μέσα στο ίδιο τους το σχολείο. Παράλληλα όμως βλέπει και μία καθυστερημένη αντίδραση του υπουργείου αναφορικά με την προσφυγή στην εισαγγελία και μια καθυστερημένη παρέμβαση της Αστυνομίας» ανέφερε η γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ Όλγα Γεροβασίλη σχολιάζοντας τα γεγονότα στο ΕΠΑΛ Σταυρούπολης κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο δημοτικό ραδιόφωνο του Πειραιά, «Κανάλι 1».

Όπως είπε, «το γεγονός ότι η Χ.Α. καταδικάστηκε ως εγκληματική οργάνωση δε σημαίνει ότι τελειώσαμε με τα φαινόμενα του φασισμού και του νεοναζισμού.  Σήμερα επανεμφανίζονται μάχιμες και αποφασισμένες ομάδες. Λειτουργεί δε, σύμφωνα με ρεπορτάζ κάποιο στέκι τους όπου γίνονται, συζητήσεις, προσηλυτισμός κ.λπ. Απορώ λοιπόν πως μία καταδικασμένη ως εγκληματική οργάνωση διατηρεί ανοιχτά γραφεία. Απορώ πως υπουργοί αναπληρωτές και υφυπουργοί της κυβέρνησης παραμένουν ήσυχοι και αδρανείς και την κυβέρνηση να τηρεί πολιτική ίσων αποστάσεων. Είδαν άσκηση βίας κάπου εκτός σχολείου. Το υπουργείο έβγαλε ουδέτερη καταδικαστική ανακοίνωση  σε «ό,τι εμποδίζει την ομαλή λειτουργία του σχολείου». Δεν αναγνωρίζουν το πρόβλημα λοιπόν. Δεν μας εκπλήσσει αυτό γιατί η κυβέρνηση προσπαθώντας να χαϊδέψει ακροδεξιά ακροατήρια υποθάλπει τέτοιες συμπεριφορές. Δεν τολμούν να πουν τη λέξη φασίστας. Δεν τολμούν να πουν ότι είδαν το ναζιστικό χαιρετισμό που τον είδε όλη η Ελλάδα. Αυτό πώς ερμηνεύεται αν όχι ως τήρηση ισορροπιών, άκρως ανησυχητικών; Χαϊδεύοντας ακροδεξιές συμπεριφορές η κυβέρνηση τις υποθάλπει».

«Επιτυχημένη αξιολόγηση σε όλο το δημόσιο επί ΣΥΡΙΖΑ»

Αναφερόμενη στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, η κ. Γεροβασίλη σημείωσε όυι «επί των ημερών ΣΥΡΙΖΑ, και ούσα υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης, ολοκληρώσαμε μία επιτυχημένη αξιολόγηση σε όλο το δημόσιο τομέα. Κανείς δεν είναι ενάντια στην έννοια της αξιολόγησης. Αλλά για τι είδους αξιολόγηση συζητάμε ειδικά από μία κυβέρνηση η οποία έχει βαλθεί να απογυμνώσει τη χώρα από τα δημόσια αγαθά της; Μιλάμε για μία αξιολόγηση με προοπτική να βελτιώσει και να ενισχύσει την δημόσια εκπαιδευτική λειτουργία με βάση στόχους σε αυτή την κατεύθυνση, να θέσει χρονοδιαγράμματα σε διάφορες υπηρεσιακές ανάγκες που πρέπει να ολοκληρωθούν και στη συνέχεια να κρίνει με βάση αυτές τις προτεραιότητες;

Η έννοια της αξιολόγησης έχει φορτιστεί αρνητικά επί ημερών Μητσοτάκη ως υπ. Διοικητικής Μεταρρύθμισης, ο οποίος έφτιαξε ένα καλούπι που έλεγε ότι 15% θα είναι άχρηστοι 15%  πολύ καλοί και για το υπόλοιπο 70% βλέπουμε. Αυτό σε συνδυασμό με την διαθεσιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων όπου το 15% των εξ ορισμού «αχρήστων» προοριζόταν να φύγει. Αυτό λοιπόν δημιούργησε πολύ έντονες αντιδράσεις ως προμελετημένη κίνηση και φόρτισε την έννοια αρνητικά. Οι υπάλληλοι δεν είπαν ότι δεν θέλουν αξιολόγηση. Ως προς τι όμως; Διότι σήμερα οι εργαζόμενοι ζουν την εγκαθίδρυση του κομματικού κράτους της ΝΔ και ένα τρόπο διακυβέρνησης στη λογική του «διατάσσω, διαιρώ και απαξιώνω» αυτή καθαυτή τη δημόσια εκπαίδευση! Γιατί λοιπόν να συναινέσουν οι δημόσιοι εκπαιδευτικοί σε κάτι από όλα αυτά;

Η υπουργός Παιδείας ό,τι έχει αποφασίσει να κάνει αναφορικά με την απαξίωση και διάλυση του δημόσιου αγαθού της εκπαίδευσης το κάνει με τεράστια αποτελεσματικότητα. Δεν μπορεί όμως να απαιτεί από την εκπαιδευτική κοινότητα της χώρας να σιωπά και να μην αντιδρά.  Η αντίδρασή τους είναι υγιής και αισιόδοξη».